“Το ερώτημα είναι αν ο νέος πρωθυπουργός μπορεί να πάρει τις δύσκολες αποφάσεις, ακόμη και αν αυτό σημαίνει να κατηγορηθεί για «ξεπούλημα» από τους ανθρώπους του.
Άρθρο στην Wall Street Journal
Αναπληρωτής καθηγητής Φιλοσοφίας Δικαίου
και Θεωρίας Θεσμών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών
Ο νέος Έλληνας πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας και οι συνεργάτες του, στο ριζοσπαστικό αριστερό κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ, πρέπει μέχρι το τέλος του μήνα να καταλήξουν σς συμφωνία με τους διεθνείς πιστωτές της χώρας, είτε για να συνάψουν ένα νέο πρόγραμμα διάσωσης ή, ενδεχομένως, να πτωχεύσουν και να εξέλθουν από το ευρώ. Οι σχολιαστές έχουν επικεντρωθεί στην ριζοσπαστική πολιτική του κ Τσίπρα ως το μεγαλύτερο εμπόδιο για την επίτευξη συμφωνίας. Αλλά υπάρχει επίσης και ένα διαφαινόμενο πολιτισμικό πρόβλημα.
Στο ελληνικό λαϊκό λεξιλόγιο, η λέξη «συμβιβασμός» έχει πολύ αρνητική χροιά. Είναι συνώνυμο της προδοσίας, του ξεπουλήματος. Η έννοια του παιχνιδιού θετικού αθροίσματος(positive-sum game) ξενίζει σε πολλούς Έλληνες. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε, ότι ο βαθμός εμπιστοσύνης στη χώρα, σύμφωνα με την κατάταξη του Δείκτη Ευημερίας Legatum, είναι εξαιρετικά χαμηλή και αποκλίνει από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Οι Έλληνες είναι αρκετά ορθολογιστές ώστε να προτιμούν τον συμβιβασμό από τον αιφνίδιο θάνατο. Αλλά έχουν την ανάγκη, αυτός ο συμβιβασμός να είναι ντυμένος σαν ένας ηρωικός θρίαμβος και όχι μια πρακτική συμφωνία που να περιλαμβάνει και παραχωρήσεις (άλλη παρεξηγημένη λέξη. Και ακόμη και στην περίπτωση των μεγαλύτερων σύγχρονων ηγετών της χώρας, οι Έλληνες τιμώρησαν τους πολιτικούς που πήραν δύσκολες αλλά αναγκαίες αποφάσεις. Αυτή η ιστορία που αντιμετωπίζει τώρα ο κ Τσίπρας, προσφέρεται σαν πρόκληση να είναι ο πρώτος που δεν θα τιμωρηθεί.
Ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ο πιο καταξιωμένος πολιτικός ηγέτης της σύγχρονης Ελλάδας, συνήθιζε να λέει: «δεν υπάρχουν εθνικά δίκαια, μόνο εθνικά συμφέροντα». Ήταν όχι μόνο ένας μεγάλος φιλελεύθερος μεταρρυθμιστής, αλλά και ένα πονηρός διπλωμάτης, ο οποίος κατάφερε να διπλασιάσει την έκταση της Ελλάδας, συντασσόμενος με τις νικήτριες δυνάμεις σε τρεις διαδοχικούς πολέμους από το 1912 έως το 1920.
Ο Βενιζέλος πάντα έψαχνε την πιθανότητα μιας αμοιβαία επωφελούς συμφωνίας. Ήταν έτοιμος να διαπραγματευτεί για σχεδόν τα πάντα, με την προϋπόθεση ότι στο τέλος η Ελλάδα θα κατέληγε με ένα καθαρό όφελος. Το πιο σημαντικό, ήταν αξιόπιστος. Η απόφασή του να συνταχθεί με τους παραδοσιακούς συμμάχους της Ελλάδας, τη Βρετανία και τη Γαλλία, στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο οδήγησε στο να αποσχιστεί προσωρινά η Βόρεια Ελλάδα από την βασιλόφρονα φιλογερμανική κυβέρνηση της Αθήνα. Το αποτέλεσμα ήταν η Ελλάδα να αναδειχθεί ως μια από τις σημαντικότερα οφελημένες από τον πόλεμο χώρες.
Η συνεισφορά του Βενιζέλου, ωστόσο, υποτιμήθηκε στην Ελλάδα. Επέζησε μιας απόπειρας δολοφονίας από τους πολιτικούς αντιπάλους του τον Αύγουστο του 1920, για να ηττηθεί στις εθνικές εκλογές τρεις μήνες αργότερα.
Η κυβέρνηση βασιλοφρόνων που διαδέχθηκε τον Βενιζέλο κατάφερε να υπονομεύσει το δίκτυο συμμαχιών συμπεριφερόμενη απερίσκεπτα και ευκαιριακά. Το αποτέλεσμα ήταν μια καταστροφική ήττα από την Τουρκία στη Μικρά Ασία το 1922, την μεγαλύτερη καταστροφή στη σύγχρονη ελληνική ιστορία. Ευτυχώς ο Βενιζέλος δέχθηκε να εκπροσωπήσει την Ελλάδα στη διάσκεψη της Λωζάνης όπου στις 24 Ιουλίου 1923 υπέγραψε τη Συνθήκη της Λωζάνης με την Τουρκία, με αποτέλεσμα τρεις δεκαετίες ειρηνικής συνύπαρξης στο Αιγαίο.
Άρθρο στην Wall Street Journal
Αναπληρωτής καθηγητής Φιλοσοφίας Δικαίου
και Θεωρίας Θεσμών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών
Για να επιτευχθεί αυτό, ο Βενιζέλος παραιτήθηκε από κάθε ελληνική αξίωση στη Μικρά Ασία και συμφώνησε με τον Κεμάλ Ατατούρκ σε μια πολύ αμφιλεγόμενη υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών. Αυτή ήταν μια ανθρωπιστική τραγωδία. Όμως το έκανε επειδή πίστευε ακράδαντα, ότι αυτός ήταν ο μόνος τρόπος για να εξασφαλιστούν μακροπρόθεσμα τα συμφέροντα της Ελλάδας. Ήταν εξαιρετικά δύσκολο γι 'αυτόν να πείσει τους πρόσφυγες που έχασαν τα σπίτια τους για πάντα, με δεδομένο το γεγονός ότι ήταν ένθερμοι υποστηρικτές του. Αλλά ήταν ο μόνος που μπορούσε να το κατορθώσει. Τον εμπιστεύονταν ως ηγέτης και εκτιμούσαν τον αταλάντευτο ρεαλισμό του.
Η σύγχρονη Ελλάδα είχε την τύχη να διαθέτει μια σειρά από ηγέτες που αντιστάθηκαν στο δέλεαρ του λαϊκισμού και κράτησαν την Ελλάδα στο σωστό δρόμο. Ο Χαρίλαος Τρικούπης ήταν ένας εκσυγχρονιστής, που στα τέλη του 19ου αιώνα μεταμόρφωσε την Ελλάδα σε μια σύγχρονη φιλελεύθερη δημοκρατία. Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ήταν ο συντηρητικός πολιτικός που καθοδήγησε την Ελλάδα κατά τη διάρκεια του οικονομικού θαύματος της δεκαετίας του 1960 και αποφασιστικά προσέδεσε την Ελλάδα σε αυτό που τότε ήταν γνωστό ως οι Ευρωπαϊκές Κοινότητες, παρά την έλλειψη ενθουσιασμού εκ μέρους του ελληνικού λαού. Τόσο Τρικούπης όσο και ο Καραμανλής κατάφεραν να προωθήσουν εκτεταμένες αντιλαϊκές μεταρρυθμίσεις, αλλά τα μέτρα αυτά υπονόμευσαν τελικά την πολιτική υποστήριξη προς το πρόσωπό τους.
Ακόμα και ο Ανδρέας Παπανδρέου, ο λαϊκιστής αριστερός ηγέτης που κυριάρχησε στην ελληνική πολιτική στις δύο τελευταίες δεκαετίες του 20ου αιώνα, ήταν πάντα έτοιμος για σκληρό παζάρι. Παρά την ριζοσπαστική ρητορική του, ήταν ρεαλιστής, σεβόμενος τους συμμάχους της Ελλάδας. Κληθείς να εξηγήσει πώς το 1981 μπόρεσε να τρέξει μια εκστρατεία για έξοδο από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα και το ΝΑΤΟ και στη συνέχεια, να αρνηθεί να ενεργήσει σύμφωνα με τις υποσχέσεις του μόλις ανέλαβε την εξουσία, εξήγησε ότι στους ψηφοφόρους "άρεσε να μας ακούνε να το υποσχόμαστε, αλλά δεν είχαν καν σκεφτεί ότι έπρεπε να το κάνουμε πράξη".
Ο κ Τσίπρας είναι το τελευταίο παράδειγμα. Ζήτησε, και έχει λάβει, το ίδιο είδος της εντολής: διαπραγματεύσου σκληρά, επέστρεψε νικηφόρα από τις συνομιλίες, αλλά μην θέσεις σε κίνδυνο την συμμετοχή της Ελλάδας στην Ευρωζώνη και στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ο πιο τρομερός αντίπαλος του δεν είναι η Άνγκελα Μέρκελ, αλλά οι Έλληνες, οι οποίοι έχουν φορτώσει στους άπειρους ώμους του ένα τεράστιο βάρος. Ο συνδυασμός της νοοτροπίας του πολιορκούμενου και της κουλτούρας της θυματοποίησης, οδήγησε τους Έλληνες να αντιλαμβάνονται τον κόσμο ως εχθρικό τόπο. Είναι έτοιμοι να δούν οποιονδήποτε συμβιβασμό ως προδοσία, αλλά επίσης θα αισθανθούν προδομένοι αν ο κ. Τσίπρας δεν διαπραγματευτεί και το αποτέλεσμα είναι μια οικονομική καταστροφή.
Θα καταφέρει ο κ. Τσίπρας να αποδειχθεί τόσο δαιμόνιος όσο ο Παπανδρέου, πετυχαίνοντας να πουλήσει μια κωλοτούμπα σαν θρίαμβο;Ή θα καταλήξει να γίνει ένας τόσο μεγάλος πολιτικός όσο ο Βενιζέλος, πρόθυμος να αναλάβει την πλήρη ευθύνη για ένα σκληρό παζάρι και να υποστεί τις συνέπειες;
Υπάρχει πάντα μια τρίτη, πιο ζοφερή, ιστορικά εναλλακτική λύση, εκείνη όπου ο συνδυασμός της δημαγωγίας, της παρορμητικότητας και της μυωπίας οδηγεί στην ήττα και την ταπείνωση.Ας ελπίσουμε ότι ο νεαρός πρωθυπουργός μας γνωρίζει την ιστορία του.”
Άρθρο στην Wall Street Journal
Αναπληρωτής καθηγητής Φιλοσοφίας Δικαίου
και Θεωρίας Θεσμών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών
Μην χάσετε για κανένα λόγο ... αξίζουν τον κόπο