“ Από την έναρξη της οικονομικής κρίσης και το σκάσιμο της φούσκας των δανεικών, η χώρα μας και οι άνθρωποί της πασχίζουν να βρουν τους πόρους εκείνους που θα επιτρέψουν την επάνοδο σε κάποιο βαθμό στην προηγούμενη ευμάρεια. Η προσπάθεια αυτή γίνεται σε διάφορα στάδια, σε καθένα από τα οποία βρισκόμαστε αντιμέτωποι και πρέπει να υπερνικήσουμε συγκεκριμένους λαϊκιστικούς μύθους.
Στο πρώτο στάδιο παραμόνευε ο μύθος της δραχμής, ότι δηλαδή αν μπορούσαμε να τυπώνουμε εθνικό νόμισμα θα μπορούσαμε να διατηρήσουμε το βιοτικό επίπεδο που είχαμε συνηθίσει. Ευτυχώς ο μύθος αυτός ξεπεράστηκε εύκολα, καθώς οι Έλληνες σε συντριπτική πλειοψηφία υποστήριξαν την παραμονή στο ευρώ.
Στο δεύτερο στάδιο όμως, αντιμέτωποι με το μύθο της σκληρής διαπραγμάτευσης, την πατήσαμε. Ο μύθος αυτός πρέσβευε ότι τυχόν αποχώρηση της Ελλάδας από το ευρώ θα ανατίναζε ολόκληρη την ευρωζώνη. Δε χρειαζόταν συνεπώς παρά να διατυπωθεί πειστικά αυτή η απειλή από μια σκληρή κυβέρνηση, για να ανοίξουν τα πορτοφόλια τους οι Ευρωπαίοι και να μας πληρώνουν απλά για να υπάρχουμε εντός ευρώ. Το πιστέψαμε και ήρθε ο ΣΥΡΙΖΑ. Τον Ιούλιο, με την θεαματική κωλοτούμπα Τσίπρα, μετά μάλιστα το δημοψήφισμα, και τη συμφωνία του τρίτου μνημονίου καταφέραμε να περάσουμε και αυτό το στάδιο και να πάμε παρακάτω.
Στο τρίτο στάδιο τώρα έχουμε έναν άλλο μύθο να αντιμετωπίσουμε, το μύθο της φοροδιαφυγής και της διαπλοκής. Ότι δηλαδή αν καταφέρουμε να πιάσουμε τους φοροφυγάδες, το κράτος θα έχει αρκετά χρήματα, για να συνεχίσει να συντηρεί όλο το στρατό δημοσίων υπαλλήλων, συνταξιούχων και λοιπών κρατικοδίαιτων στα προηγούμενα επιπεδα. Ο μύθος αυτός κατέχει δε κεντρική θέση στο αφήγημα όλων σχεδόν των κομμάτων και πολιτικών.
Δυστυχώς κυνηγάμε πάλι χίμαιρες. Είτε αναφερόμαστε στο παρελθόν (τα χρήματα που διέφυγαν τη φορολόγηση, στην πλειονότητά τους δεν υπάρχουν πια, οπωσδήποτε δεν υπάρχουν ως μετρητά, η ανακάλυψη των φοροφυγάδων απαιτεί τρομακτική σπατάλη κόπου, χρόνου και πόρων, και η απόδοση, η επιστροφή χρημάτων στα κρατικά ταμεία δηλαδή, κάνει τη σπάτάλη αυτή να φαντάζει δυσανάλογη και ασύμφορη) είτε αναφερόμαστε στο παρόν και στο μέλλον (ακόμη και αν μαγικά μπορούσαμε να εντοπίσουμε και να φορολογήσουμε όλα τα εισοδήματα, αυτό θα σήμαινε υπό το σημερινό φορολογικό σύστημα, μάλλον την εκτίναξη των οφειλών προς το δημόσιο, το κλείσιμο ή τη μετακόμιση των περισσότερων επιχειρήσεων), το γεγονός που πρέπει να συνειδητοποιήσουμε είναι ότι πίσω από τη μαγική λεξούλα της "πάταξης της φοροδιαφυγής" δεν υπάρχει ο πλούτος που θα επιτρέψει στο κράτος να μας ξαναπροσφέρει τα προηγούμενα μεγαλεία.
Όσο πιο σύντομα γίνει και αυτό κατανοητό και περάσουμε και αυτό το στάδιο, τόσο το καλύτερο. Για να μιλήσουμε επιτέλους για μεταρρυθμίσεις που θα βλέπουν την οικονομία στη δυναμική της μορφή, πώς θα επέλθει νέα δημιουργία επενδύσεων, θέσεων εργασίας και πλούτου, και όχι στη στατική της, πώς θα πάρουμε από τον υπάρχοντα (μέχρι πότε?) πλούτο όσο χρειαζόμαστε για την εξυπηρέτηση των κρατικών αναγκών.”