Η κατάσταση της ελληνικής οικονομίας χειροτερεύει καθημερινά.
Οι προοπτικές βιώσιμης, μακρόπνοης και σχετικά γρήγορης ανάκαμψης
εμφανίζονται ιδιαιτέρως ασθενείς και, μάλιστα, φθίνουσες.
Απολύτως υπεύθυνες για αυτό είναι οι επιλογές της παρούσας κυβέρνησης, κατά την τελευταία διετία.
Η κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ παρέλαβε το 2015 μια βαριά πληγωμένη οικονομία η οποία, όμως, με αργό και επώδυνο τρόπο έβγαινε, επιτέλους, από το σκοτεινό τούνελ της ύφεσης. Με τους πολλαπλά άστοχους χειρισμούς της, όχι μόνον ακύρωσε τις θυσίες πολλών ετών προσπάθειας ανάταξης αλλά και την χρέωσε ακόμα βαρύτερα, διασπαθίζοντας ασυλλόγιστα και το φθίνον εναπομένον δυναμικό αντοχής και αισιοδοξίας της κοινωνίας μας.
Την ξαναοδήγησε στο σκοτεινό τούνελ της κρίσης και της ύφεσης φορτώνοντας την με καινούργια, εντελώς αδικαιολόγητα, βαρίδια και τροχοπέδες.
Και παρόλη αυτή την εκκωφαντική αποτυχίας της, σε όλα τα επίπεδα, φαίνεται να συνεχίζει ακάθεκτη την πορεία της, στον ίδιο αδιέξοδο δρόμο…
Η πρόταση που εισηγούμαστε βρίσκεται στον αντίποδα των ασυλλόγιστων αστοχιών της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.
― Οικονομική ανάπτυξη στηριγμένη στην ενίσχυση των επενδύσεων:
Ο μοναδικός δρόμος εξόδου της οικονομίας μας από την κρίση περνάει μέσα από τις νέες επενδύσεις.
Ας μην περιμένουμε οποιαδήποτε ανάκαμψη εν τη απουσία νέων επενδύσεων.
Οι νέες επενδύσεις, μονάχα, μπορούν να αυξήσουν την απασχόληση, να αυξήσουν τα εισοδήματα μας και το ΑΕΠ μας, να δώσουν μια υγιή βάση για την αναδιάρθρωση του ασφαλιστικού συστήματος μας, να περιορίσουν ουσιωδώς τον βραχνά των «κόκκινων δανείων» και να στηρίξουν αποτελεσματικά το ασθενές τραπεζικό μας σύστημα και, τελικώς, να παράξουν επαρκή φορολογικά έσοδα, ώστε να καταφέρουμε να στηρίξουμε, να αναδιαρθρώσουμε και να εμπλουτίσουμε το κράτος πρόνοιας στην χώρα μας, μακριά από την φενάκη των δημοσιονομικών ελλειμμάτων.
Αλλιώς δεν γίνεται.
Δεν υπάρχει άλλος μακρόπνοα βιώσιμος δρόμος ανάκαμψης.
Μονάχα οι νέες επενδύσεις μπορούν να μας βγάλουν από την κρίση.
― Από πού θα έρθουν, όμως, αυτές οι νέες επενδύσεις;
Μπορούν αυτές οι νέες επενδύσεις να είναι κατά κύριο λόγο δημόσιες, όπως ορισμένοι συνεχίζουν να μηρυκάζουν;
Όχι, αγαπητοί μου. Δεν μπορούν.
Η εποχή των «μαζικών και παχυλών δημοσίων επενδύσεων» έχει κλείσει ανεπιστρεπτί για την οικονομία μας, στο ορατό μέλλον. Μια χώρα με αυτό το τεράστιο ύψος δημοσίου χρέος και με την χειροπιαστή εφιαλτική εμπειρία των πολύχρονων συσσωρευόμενων δημοσιονομικών ελλειμμάτων, είναι εντελώς ουτοπικό και ανόητο να προσβλέπει στην «διάσωση» της μέσω δημόσιων επενδύσεων. Και αυτό, μάλιστα, ανεξάρτητα από τις επιλογές κυβερνήσεων, πολιτικών ακόμα και νομίσματος. Απλά, δεν γίνεται…
Βαθύτερα ακόμα, όμως, οποιοσδήποτε προσανατολισμός του αναπτυξιακού μοντέλου της χώρας μας προς την νεκρανάσταση ενός νέου «κράτους-πατερούλη» το μόνο που θα μπορούσε να «διασφαλίσει» θα ήταν η διαιώνιση της κρίσης της, η σπατάλη των αναπτυξιακών πόρων της και η αναπαραγωγή των στρεβλώσεων και των παθογενειών της…
― Αν όχι, όμως, δημόσιες επενδύσεις, τι απομένει;
Η έλκυση ιδιωτικών επενδύσεων και η απελευθέρωση της υγιούς ιδιωτικής επιχειρηματικότητας είναι αυτό που απομένει και καθίσταται ο μόνος βιώσιμος και μακρόπνοος δρόμος για την οικονομία μας.
“ Για μια βιώσιμη και μακρόπνοη κοινωνικοοικονομική ανάπτυξη, στην Ελλάδα ”
― Η έλκυση ιδιωτικών επενδύσεων και το «νέο περιβάλλον» της ανάπτυξης:
Που θα βρεθούν, όμως, αυτές οι ιδιωτικές επενδύσεις;
Από πού θα προέλθουν;
Και, κυρίως, πως θα καταφέρουμε να τις ελκύσουμε ως οικονομικό σύστημα;
Πρώτα από όλα, χρειαζόμαστε, άραγε, κάθε είδους επένδυση;
Χρειαζόμαστε, πλέον, επενδύσεις βραχύπνοες, στενά κερδοσκοπικές, «κρατικοδίαιτες», επιφανειακές, εσωστρεφείς, χαμηλής τεχνολογίας και προστιθέμενης αξίας, «πελατειακές» και «παρεοκρατικές», καταστροφικές για το φυσικό και κοινωνικό περιβάλλον της πατρίδας μας;
Όχι, φυσικά.
Χρειαζόμαστε, αντίθετα, επενδύσεις μακρόπνοης στρατηγικής οπτικής, ισχυρού τεχνολογικού δυναμικού, υψηλής διαχειριστικής ποιότητας, περιβαλλοντικά συνεπείς και νομοταγείς, επενδύσεις εξωστρεφείς και καινοτομικές.
Επενδύσεις ικανές να επιβιώσουν και να αναπτυχθούν στο σύγχρονο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης, σεβόμενες παράλληλα την περιβαλλοντική, κοινωνική και πολιτισμική φυσιογνωμία του τόπου μας.
Επενδύσεις που θα είναι ικανές να αξιοποιήσουν σε βάθος την τεχνογνωσία και την υψηλή εργασιακή ικανότητα των πολιτών μας, ικανές να δημιουργήσουν προϊόντα υψηλής ποιότητας και προστιθέμενης αξίας, να στηρίξουν υψηλή παραγωγικότητα και κερδοφορία και ικανές, τελικώς, να αποδώσουν υψηλές αμοιβές στους εργαζόμενους και πλούτο στην χώρα μας.
Χρειαζόμαστε, λοιπόν, επενδύσεις υψηλής στρατηγικής, τεχνολογικής και διαχειριστικής ποιότητας: Μεγάλες και μικρές, εγχώριες και διεθνείς, σε όλους τους κλάδους της οικονομίας μας.
Και αυτές είναι και ο μοναδικός μοχλός εξόδου της χώρας μας από την κρίση.
Μα πως μπορούμε να τις ελκύσουμε;
Γιατί δεν μπορούμε, σήμερα;
Η απάντηση είναι πολύ απλή.
Διότι το οικονομικό και επιχειρηματικό μας οικοσύστημα, ως σήμερα, είναι απωθητικό…
Απωθητικό, δύστροπο, προβληματικό και αποθαρρυντικό για αυτό το είδος των επενδύσεων.
― Και τι μπορούμε να κάνουμε;
Δεν υπάρχουν πολλές εναλλακτικές απαντήσεις και σε αυτό.
Οφείλουμε να κάνουμε το «περιβάλλον», για την υγιή και ανταγωνιστική επιχειρηματικότητα στην Ελλάδα, πραγματικά ελκυστικό.
Να κάνουμε, δηλαδή, την «γη» που θα υποδεχθεί το «σπόρο» αυτών των επενδύσεων όσο το δυνατόν πιο φιλόξενη και πιο γόνιμη…
Και πως θα γίνει αυτό;
Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μονάχα, διαμέσου πολλαπλών θεσμικών καινοτομιών, στα πλαίσια ενός ολοκληρωμένου θεσμικού εκσυγχρονισμού του κοινωνικοοικονομικού μας συστήματος, σε όλα τα επίπεδα του.
Απαιτούνται πολλές τομές και αναδιατάξεις και μεταξύ αυτών, οι σημαντικότερες:
Α. Δημιουργία ενός νέου πλαισίου σταθερότητας και εμπιστοσύνης:
• Σταθερό φορολογικό σύστημα, σε ορίζοντα δεκαετίας, με διακομματική συναίνεση και με ασφαλιστικές δικλείδες για τους επενδυτές.
• Σταδιακή μείωση των φορολογικών συντελεστών για τις επιχειρήσεις και τους εργαζόμενους.
• Μείωση του πολυπλόκαμου γραφειοκρατικού «λαβυρίνθου», με αναδιάρθρωση, κωδικοποίηση και απλούστευση του νομικού πλαισίου που αφορά το επιχειρείν, διακλαδικά.
• Σταδιακή μείωση των παρασιτικών επιβαρύνσεων στο επιχειρείν, προς όφελος κάποιων «συντεχνιών» και διάφορων «ολιγαρχών».
Β. Απελευθέρωση της αγοράς, επιτάχυνση και «πραγματική υλοποίηση» των ιδιωτικοποιήσεων:
• Διαφανής και γρήγορη αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας.
• Άρση των πολυποίκιλων εμποδίων, άμεσων και έμμεσων, στην επιχειρηματική δραστηριότητα.
• Αύξηση του ανταγωνισμού στις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών, συμπίεση των ολιγοπωλιακών συνθηκών, με αποτέλεσμα την βελτίωση των ποιοτικών στάνταρτς και μείωση των τιμών.
Γ. Δομικές μεταρρυθμίσεις, σε όλα τα λειτουργικά επίπεδα:
• Αναδόμηση των δημοσίων υπηρεσιών, διαγώνια, με εκτενή αξιοποίηση της νέας τεχνολογίας.
• Αναδιάρθρωση του θεσμού της Δικαιοσύνης με αύξηση της διαφάνειας και της ταχύτητας στην απονομή της δικαιοσύνης.
• Αναπροσανατολισμός και επανεστίαση του θεσμού της Παιδείας, σε όλες τις βαθμίδες της, με σκοπό την δημιουργία πολιτών πραγματικά μορφωμένων, υπεύθυνων και παραγωγικών.
Δ. Δημιουργία ενός νέου περιβάλλοντος διάχυσης της επιχειρηματικής γνώσης, της εξωστρέφειας και της καινοτομίας:
• Ανάπτυξη της δια βίου επαγγελματικής κατάρτισης και επανακατάρτισης.
• Συστηματική συνεργασία μεταξύ επιχειρήσεων, πανεπιστημίων και ερευνητικών κέντρων.
• Δημιουργία και λειτουργία τοπικών ινστιτούτων καινοτομίας και ανάπτυξης, με την αναδιοργάνωση ήδη υφιστάμενων δομών.
• Συστηματική ενίσχυση της εξωστρέφειας του παραγωγικού μας συστήματος και στήριξη των εξαγωγών μας.
• Δημιουργία των συνθηκών επιστροφής των νέων ελλήνων επιστημόνων στην πατρίδα μας.
Ε. Σεβασμός της περιβαλλοντικής ισορροπίας και της αναπτυξιακής αειφορίας:
• Συστηματική συμμόρφωση με την κοινοτική περιβαλλοντική νομοθεσία.
• Ενεργοποίηση των μηχανισμών περιβαλλοντικών ελέγχων και επιβολής προστίμων στους παραβάτες του νόμου.
• Άρνηση του «ψευτοπεριβαλλοντισμού» και της τεχνοφοβίας.
Το σύνολο των προηγούμενων τομών θα επιτρέψουν την δημιουργία ενός νέου ευσταθούς και ελπιδοφόρου επιχειρηματικού περιβάλλοντος.
Θα ανοίξουν τον δρόμο για την ολοκληρωμένη σύσταση ενός νέου μοντέλου ανάπτυξης του κοινωνικοοικονομικού μας συστήματος.