Είναι κρίμα να μειονεκτούν οι ελληνικές επιχειρήσεις αυτήν την ώρα

“Είναι κρίμα τη ώρα που όλη η Ευρώπη αναχρηματοδοτεί τα χρέη της με το μικρότερο ιστορικά κόστος η Ελλάδα και οι ελληνικές επιχειρήσεις να μειονεκτούν χάνοντας το όποιο πλεονέκτημα έχει δημιουργήσει η ανάκτηση της ανταγωνιστικότητας κόστους



Σαράντος Λέκκας (Economics)

E-mail: salekkas@gmail.com

"Τα διδάγματα του πλεονάσματος"

Analyst.gr


Όταν από την διαχρονικότητα μιας αρνητικής κατάστασης περάσαμε στην υπερβολή και στο αδιέξοδο τότε είναι φυσικό η επαναφορά στην ομαλότητα και στην ανάδειξη μιας νέας εποχής να μας δημιουργεί αισθήματα απόλυτης ικανοποίησης.

Όταν το αποτέλεσμα είναι προϊόν επίπονης προσπάθειας κοινά αναγνωρισμένης ως της μεγαλύτερης δημοσιονομικής προσαρμογής που έχει γνωρίσει η παγκόσμια κοινότητα τότε σαφέστατα το θετικό πρόσημο στο Ισοζύγιο Τρεχουσών Συναλλαγών (ΙΤΣ) της χώρας θα πρέπει να χαιρετιστεί ως επιτυχία και μάλιστα με ειδικό συμβολισμό.

Συμβολισμός ανάδειξης τόσο της προσαρμοστικότητας που έδειξε ένας ολόκληρος λαός κάνοντας υπεράνθρωπες θυσίες όσο και της προοπτικής για ένα μέλλον βασισμένο στην υγιή ανάπτυξη και στον παραμερισμό των υπερβολών.

Το ΙΤΣ διαχρονικά ήταν ελλειμματικό, χαρακτηρίζονταν από μικρά ή μεσαία ελλείμματα , στο -1,7% του ΑΕΠ την χρονική περίοδο 1960-1973, στο -2,2 % την χρονική περίοδο 1982-1998 ή και μικρά πλεονάσματα 0,9% την περίοδο 1974-1981.

Η διαχρονικότητα των ελλειμμάτων πήρε διαστάσεις απόλυτου εκτροχιασμού κατά την περίοδο 1998 έως και το 2008 όταν διευρύνθηκε κατά 9,5 εκατοστιαίες μονάδες στο 14,3% του ΑΕΠ.

Ελλάδα, οικονομίαη εξέλιξη στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών
την περίοδο 1998-2013 (οι αξίες είναι σε δις ευρώ)

Ο εκτροχιασμός οφείλονταν αρχικά στην επιδείνωση του εμπορικού ισοζυγίου κατά την περίοδο 1996-2000, την διατήρηση του σε υψηλά επίπεδα για το διάστημα μέχρι και το 2008 με την ταυτόχρονη αρνητική επίδραση του ισοζυγίου εισοδημάτων από το 2004 και μετά κυρίως λόγω της αύξησης της πληρωμής τόκων για την εξυπηρέτηση του χρέους.

Ήταν τέτοιας μορφής ο εκτροχιασμός κατά την περίοδο της απόλυτης χαλάρωσης (2000-2008) που το σωρευτικό έλλειμμα του ΙΤΣ των εννέα αυτών ετών έφτασε τα 159,3 δις €.

Το υψηλό αυτό διαχρονικό έλλειμμα οδηγεί στην ισόποση αύξηση του δημοσίου χρέους εάν αφαιρέσουμε τις κεφαλαιακές μεταβιβάσεις από την ΕΕ ύψους 23,4 δις € κατά την ίδια περίοδο.

Σε μια νομισματική ένωση τα εξωτερικά ελλείμματα ενός μεμονωμένου κράτους – μέλους τιμωρούνται όχι με κερδοσκοπική επίθεση στο νόμισμα αφού αυτό δεν είναι εφικτό, αλλά μέσω της αύξησης του πιστωτικού κίνδυνου με την μορφή αύξησης των επιτοκίων.

Αυτό έγινε με την χώρα της μετά το 2010 όπου η διόγκωση του δημοσίου χρέους και ο χαρακτηρισμός του ως μη βιώσιμου έθεσε την χώρα εκτός αγορών αφού προηγουμένως τα επιτόκια δανεισμού ήταν απαγορευτικά για την ομαλή αναχρηματοδότηση του.

Ως λογιστική ταυτότητα το έλλειμμα του ΙΤΣ συμπίπτει με το άθροισμα των ελλειμμάτων του δημοσίου και του ιδιωτικού τομέα της οικονομίας.

Με απλά λόγια η ύπαρξη ελλειμμάτων σημαίνει απλά ότι ξοδεύουμε περισσότερα από αυτά που παράγουμε.

Στην βάση αυτή αλλά και σε συνδυασμό με το γεγονός ότι το 70% του συνολικού εθνικού εισοδήματος αποτελούν τα εισοδήματα από την εργασία, αναπόφευκτα η προσπάθεια απάλειψης των ελλειμμάτων περνούν μέσα από την μείωση της αγοραστικής δύναμης.

Στην ουσία μετά από μια περίοδο άκρατου καταναλωτισμού (2000-2008) αναπόφευκτα ακολουθεί μια περίοδος όπου η κατανάλωση υπολείπεται του εισοδήματος (2010-2014) ώστε πρακτικά να είναι δυνατή η εξυπηρέτηση των χρεών που έχουν δημιουργηθεί.

Το υπόβαθρο της χαλαρότητας (2000-2008) εντοπίζεται στην δεκαετία του 1990 όπου υπήρξε η πλήρη απελευθέρωση των χρηματοπιστωτικών αγορών.

Οι αιτίες της χαλαρότητας εντοπίζονται στην υιοθέτηση του Ευρώ, το 2001, με την συνακόλουθη πτώση του πληθωρισμού και των επιτοκίων, στην επίσης συνακόλουθη αύξηση της πιστωτικής επέκτασης και της μείωσης της αποταμίευσης και στην επεκτατική δημοσιονομική πολιτική.

Αρνητικό ορόσημο και παράλληλα έτος αδιεξόδου το 2008, όταν το έλλειμμα του ΙΤΣ έφτασε στα επίπεδα ρεκόρ του -14,3 % του ΑΕΠ και στα 34,9 δις € .

Θετικό ορόσημο και παράλληλα έτος αισιοδοξίας για το μέλλον το 2013 όπου το ΙΤΣ απέκτησε ξανά θετικό πρόσημο μετά από 33 χρόνια.

H μελλοντική πορεία του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών θα εξαρτηθεί από την εγχώρια παραγωγή και το πώς αυτή θα μπορέσει να υποκαταστήσει την ζήτηση εισαγόμενων προϊόντων και φυσικά από την άνοδο και την διατήρηση των εξαγωγών σε υψηλά επίπεδα.

Ας ελπίσουμε ότι η χαλαρότητα της περιόδου 2000-2008 και το πάθημα της περιόδου 2010-2014 θα αποτελέσουν τον οδηγό για το μέλλον.

<>Δεν πρέπει όμως να μας διαφεύγει το γεγονός ότι η μείωση του ελλείμματος στις εξωτερικές συναλλαγές από το ρεκόρ των 34,9 δις € το 2008 μέχρι και η ανάδειξη του πλεονάσματος των 1,2 δις € το 2013 στηρίχτηκαν κατά τα 2/3 στην μείωση των εισαγωγών και κατά 1/3 στην μείωση των τόκων του δημοσίου χρέους.

Επί συνολικής προσαρμογής 36,1 δις € μεταξύ 2008-2013 τα 24,1 δις € αφορούν στην μείωση των εισαγωγών και τα 9,9 δις € στην μείωση των τόκων, οπότε η διατήρηση των πλεονασμάτων και φυσικά η αύξηση τους περνά μέσα από τις συμπληγάδες της νοοτροπίας και των διαρθρωτικών αλλαγών.

Διαφορικά θα είμαστε άξιοι της τύχης μας και των λαϊκιστών που κατά διαστήματα επιτρέπουμε με τη ψήφο μας να κυβερνούν την χώρα.

Κομβικό σημείο στον εξωτερικό τομέα της ελληνικής οικονομίας είναι η ανάκαμψη των εξαγωγών όχι μόνο μέσω της βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας κόστους που σχετικά είναι και το πιο εύκολο κομμάτι του υπόβαθρου στήριξης των εξαγωγών αλλά και μέσω της βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας τιμών αλλά και κυρίως μέσω της επαρκούς και χαμηλού κόστους ρευστότητας.

Εάν δεν υπάρξει βελτίωση και μάλιστα ιδιαίτερα σημαντική σε αυτούς τους δυο τομείς ενδεχόμενα όλοι αυτοί που πιστεύουν ότι η ύπαρξη πλεονασμάτων στο εξωτερικό ισοζύγιο είναι συγκυριακού χαρακτήρα και οφείλεται αποκλειστικά στην συρρίκνωση της συνολικής ζήτησης να δικαιωθούν .

Όπως είναι γνωστό η σωρευτική απώλεια ανταγωνιστικότητας της περιόδου που ακολούθησε την υιοθέτηση του ευρώ και μέχρι το 2009 χρονιά όπου το καταναλωτικό όνειρο των ελλήνων κατέρρευσε και είχε φτάσει το 26,3% απαλείφθηκε πλήρως και πλέον βρίσκεται στα προ του ευρώ επίπεδο.

Αντίθετα η σωρευτική απώλεια ανταγωνιστικότητας με βάση το δείκτη τιμών καταναλωτή που είχε φτάσει το ίδιο διάστημα στο ύψος του 18,5% δεν έχει εξαλειφθεί και αυτό λόγω της έμμεσης φορολογίας αλλά και του κόστους ενέργειας και χρηματοδότησης των ελληνικών επιχειρήσεων.

<>Σε αυτό ακριβώς το σημείο εντοπίζεται η χαμηλή σχετικά επίδοση των ελληνικών εξαγωγών.

Η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας δεν έχει οδηγήσει στην αύξηση των εξαγωγών στο βαθμό που το παρελθόν είχε προσδιορίσει και αυτό λόγω των αγκυλώσεων που υπάρχουν στις τιμές αλλά και στο κόστος του χρήματος.

Κατά το παρελθόν είχε υπολογιστεί ότι μια μείωση / αύξηση της ανταγωνιστικότητας κόστους κατά μια μονάδα οδηγούσε σε ισόποση μείωση / αύξηση του ρυθμού των εξαγωγών.

Όλα αυτά μέχρι το 2009 αφού μετά παρά την βελτίωση της ανταγωνιστικότητας κόστους κατά 26,3% η αύξηση των εξαγωγών σε σχέση με την αύξηση των εξαγωγών της ευρωζώνης ήταν της τάξεως του 5%.

Να θυμίσουμε εδώ ότι οι εξαγωγές υπηρεσιών αντιπροσωπεύουν το 65% του συνόλου των εξαγωγών και ότι οι εισπράξεις από το ναυτιλιακό συνάλλαγμα αντιπροσωπεύουν το 50% των εξαγωγών υπηρεσιών της χώρας.

Γίνεται επομένως αντιληπτό ότι η αυξημένη εσωτερική αβεβαιότητα δημιουργεί προβλήματα στον τομέα των υπηρεσιών και ειδικότερα του τουρισμού πράγμα που καθιστά δύσκολη την ενίσχυση του κύριας προωθητικής μηχανής των εξαγωγών.

Είναι αναγκαία συνθήκη η δημιουργία πλαισίου σταθερότητας της οικονομίας και κυρίως μείωσης του κόστους χρηματοδότησης των επιχειρήσεων.

Είναι κρίμα τη ώρα που όλη η Ευρώπη αναχρηματοδοτεί τα χρέη της με το μικρότερο ιστορικά κόστος η Ελλάδα και οι ελληνικές επιχειρήσεις να μειονεκτούν χάνοντας το όποιο πλεονέκτημα έχει δημιουργήσει η ανάκτηση της ανταγωνιστικότητας κόστους που η δεκαετία της χαλαρότητας είχε απολέσει.”


Σαράντος Λέκκας (Economics)

E-mail: salekkas@gmail.com

"Τα διδάγματα του πλεονάσματος"

Analyst.gr