“Μικρότερη ύφεση από την αναμενόμενη εκτιμά η Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ) για το β΄ τρίμηνο του έτους, σηματοδοτώντας το τέλος της ύφεσης και την είσοδο της ελληνικής οικονομίας σε τροχιά ανάπτυξης. Αναλυτές εκτιμούν ότι σημαντικό ρόλο σε αυτή την εξέλιξη είχε η θετικότερη από την εκτιμώμενη πορεία του τουρισμού.
Το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) σημείωσε υποχώρηση 0,2% στο β΄ τρίμηνο, σε ετήσια και μη εποχικά προσαρμοσμένη βάση, ενώ, σύμφωνα με υπολογισμούς της γερμανικής τράπεζας Berenberg, εμφανίζει την πρώτη θετική μεταβολή (0,5%) σε σχέση με το πρώτο τρίμηνο, ύστερα από 6 χρόνια συνεχούς πτώσης.
Σημειώνεται ότι οι συγκλίνουσες προβλέψεις των αναλυτών για το ΑΕΠ του β΄ τριμήνου έκαναν λόγο για αρνητική μεταβολή μεταξύ 0,5% και 0,3%.
Υπενθυμίζεται ότι στο πρώτο τρίμηνο του έτους η ΕΛΣΤΑΤ είχε καταγράψει ύφεση 1,1% (ύστερα από αναθεώρηση της αρχικής εκτίμησης για ύφεση 0,9%).
Σύμφωνα με την ανάλυση της Eurobank, η συρρίκνωση του ΑΕΠ κατά 0,2% για το 2ο τρίμηνο σηματοδοτεί το τέλος της ύφεσης και ότι η έναρξη της ανάκαμψης πλησιάζει. Μία σειρά θετικών εξελίξεων, όπως το πρωτογενές πλεόνασμα, η έξοδος στις αγορές, η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας κ.λπ., συνεπικουρούν προς αυτή την κατεύθυνση.
Ωστόσο, η Eurobank προειδοποιεί ότι μπροστά σε αυτή την εξέλιξη θα πρέπει να είναι συγκρατημένοι οι καταναλωτές και η κυβέρνηση, καθώς δύο ή και τρία συνεχόμενα τρίμηνα αύξησης του ΑΕΠ δεν συνεπάγονται αυτομάτως και μια μελλοντική διαρκή πορεία ανάκαμψης. Δεν συνεπάγεται ότι το βιοτικό επίπεδο του μέσου Ελληνα καλυτερεύει, απλά σταματάει η χειροτέρευσή του.
Για να υπάρξει πραγματική ανάπτυξη θα πρέπει αυξηθούν οι επενδύσεις, να προχωρήσουν οι μεταρρυθμίσεις και να αυξηθεί η αξιοπιστία της ελληνικής οικονομίας, συμπληρώνει η Eurobank.
Σε ετήσια βάση, η τρόικα προβλέπει φέτος ανάπτυξη 0,6%, ενώ υπάρχουν πιο αισιόδοξες εκτιμήσεις όπως του ΙΟΒΕ για ανάπτυξη 0,7%.
Επίσης, πρόκειται να αλλάξει το έτος βάσης (από 2005 σε 2010) και οι ανακοινώσεις έχουν προγραμματιστεί για τις 10 Οκτωβρίου. Νωρίτερα, την 1η Σεπτεμβρίου αναμένεται η ανακοίνωση με την ολοκλήρωση της ανάλυσης των προσωρινών αποτελεσμάτων.
Για τους λόγους αυτούς, η ΕΛΣΤΑΤ αναφέρει χαρακτηριστικά ότι οι «χρήστες θα πρέπει να είναι επιφυλακτικοί κατά τη χρησιμοποίηση των στοιχείων» μέχρι τις επόμενες ανακοινώσεις.
Οικονομολόγοι αναφέρουν ότι η αναθεώρησή του επηρεάζεται κυρίως από τις εξοπλιστικές δαπάνες, καθώς τα υπόλοιπα μεγέθη (έρευνα και ανάπτυξη κ.λπ.) είναι σχετικά μικρά και η συμβολή τους στο ΑΕΠ (προστιθέμενη αξία) περιορισμένη. Σημειώνεται ότι οι δαπάνες για εξοπλιστικά προγράμματα φέτος είναι μειωμένες κατά 100 εκατ. ευρώ και έχουν προϋπολογιστεί σε 650 εκατ. ευρώ ή σε περίπου 0,3% του ΑΕΠ.
Η αλλαγή αυτή αναμένεται να αυξήσει το επίπεδο του ΑΕΠ, αλλά δεν αναμένεται να αλλάξει τις μεταβολές (τους ρυθμούς ανάπτυξης). Αξιόπιστη μέτρηση της επίπτωσης αναμένεται τον Οκτώβριο από την ΕΛΣΤΑΤ.”
Το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) σημείωσε υποχώρηση 0,2% στο β΄ τρίμηνο, σε ετήσια και μη εποχικά προσαρμοσμένη βάση, ενώ, σύμφωνα με υπολογισμούς της γερμανικής τράπεζας Berenberg, εμφανίζει την πρώτη θετική μεταβολή (0,5%) σε σχέση με το πρώτο τρίμηνο, ύστερα από 6 χρόνια συνεχούς πτώσης.
Σημειώνεται ότι οι συγκλίνουσες προβλέψεις των αναλυτών για το ΑΕΠ του β΄ τριμήνου έκαναν λόγο για αρνητική μεταβολή μεταξύ 0,5% και 0,3%.
Υπενθυμίζεται ότι στο πρώτο τρίμηνο του έτους η ΕΛΣΤΑΤ είχε καταγράψει ύφεση 1,1% (ύστερα από αναθεώρηση της αρχικής εκτίμησης για ύφεση 0,9%).
Σύμφωνα με την ανάλυση της Eurobank, η συρρίκνωση του ΑΕΠ κατά 0,2% για το 2ο τρίμηνο σηματοδοτεί το τέλος της ύφεσης και ότι η έναρξη της ανάκαμψης πλησιάζει. Μία σειρά θετικών εξελίξεων, όπως το πρωτογενές πλεόνασμα, η έξοδος στις αγορές, η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας κ.λπ., συνεπικουρούν προς αυτή την κατεύθυνση.
Ωστόσο, η Eurobank προειδοποιεί ότι μπροστά σε αυτή την εξέλιξη θα πρέπει να είναι συγκρατημένοι οι καταναλωτές και η κυβέρνηση, καθώς δύο ή και τρία συνεχόμενα τρίμηνα αύξησης του ΑΕΠ δεν συνεπάγονται αυτομάτως και μια μελλοντική διαρκή πορεία ανάκαμψης. Δεν συνεπάγεται ότι το βιοτικό επίπεδο του μέσου Ελληνα καλυτερεύει, απλά σταματάει η χειροτέρευσή του.
Για να υπάρξει πραγματική ανάπτυξη θα πρέπει αυξηθούν οι επενδύσεις, να προχωρήσουν οι μεταρρυθμίσεις και να αυξηθεί η αξιοπιστία της ελληνικής οικονομίας, συμπληρώνει η Eurobank.
Σε ετήσια βάση, η τρόικα προβλέπει φέτος ανάπτυξη 0,6%, ενώ υπάρχουν πιο αισιόδοξες εκτιμήσεις όπως του ΙΟΒΕ για ανάπτυξη 0,7%.
ΑναθεώρησηΗ ΕΛΣΤΑΤ υπενθυμίζει στην ανακοίνωσή της ότι από τον Σεπτέμβριο του 2014 όλα τα μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης θα υπολογίζουν το ΑΕΠ τους με τη νέα μεθοδολογία (ESA 2010), το οποίο λαμβάνει υπ’ όψιν του και άλλους τομείς της οικονομίας.
Επίσης, πρόκειται να αλλάξει το έτος βάσης (από 2005 σε 2010) και οι ανακοινώσεις έχουν προγραμματιστεί για τις 10 Οκτωβρίου. Νωρίτερα, την 1η Σεπτεμβρίου αναμένεται η ανακοίνωση με την ολοκλήρωση της ανάλυσης των προσωρινών αποτελεσμάτων.
Για τους λόγους αυτούς, η ΕΛΣΤΑΤ αναφέρει χαρακτηριστικά ότι οι «χρήστες θα πρέπει να είναι επιφυλακτικοί κατά τη χρησιμοποίηση των στοιχείων» μέχρι τις επόμενες ανακοινώσεις.
Σε τι συνίσταται η νέα μεθοδολογία και ποια μπορεί να είναι η επίπτωση στο ελληνικό ΑΕΠ;Στη νέα μεθοδολογία για τον υπολογισμό του ΑΕΠ των κρατών-μελών της Ευρωζώνης θα λαμβάνονται υπ’ όψιν οι εξοπλιστικές δαπάνες, οι επενδύσεις σε έρευνα και ανάπτυξη και οι εξαγωγές αγαθών για περαιτέρω επεξεργασία (π.χ. ελιές για να γίνουν ελαιόλαδο και να τυποποιηθούν).
Οικονομολόγοι αναφέρουν ότι η αναθεώρησή του επηρεάζεται κυρίως από τις εξοπλιστικές δαπάνες, καθώς τα υπόλοιπα μεγέθη (έρευνα και ανάπτυξη κ.λπ.) είναι σχετικά μικρά και η συμβολή τους στο ΑΕΠ (προστιθέμενη αξία) περιορισμένη. Σημειώνεται ότι οι δαπάνες για εξοπλιστικά προγράμματα φέτος είναι μειωμένες κατά 100 εκατ. ευρώ και έχουν προϋπολογιστεί σε 650 εκατ. ευρώ ή σε περίπου 0,3% του ΑΕΠ.
Η αλλαγή αυτή αναμένεται να αυξήσει το επίπεδο του ΑΕΠ, αλλά δεν αναμένεται να αλλάξει τις μεταβολές (τους ρυθμούς ανάπτυξης). Αξιόπιστη μέτρηση της επίπτωσης αναμένεται τον Οκτώβριο από την ΕΛΣΤΑΤ.”
Πηγή: Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ