Το κρίσιμο ζητούμενο της μοντέρνας οικονομικής πολιτικής *
“ Ο πρώτος καρπός του κρίσιμου αναπροσανατολισμού της παγκόσμιας οικονομίας ανιχνεύεται στο ότι σε όλο και περισσότερες χώρες γίνεται, βήμα-βήμα όλο και πιο πλατιά, συνειδητό ότι η συνολική προβληματική της παγκοσμιοποίησης δεν επιδέχεται –δεν μπορεί εκ φύσεως να έχει- εύκολες, επιφανειακές και μονοδιάστατες λύσεις.
Καθώς γίνεται προοδευτικά κατανοητό, όχι μόνο από μια αυξανόμενη μερίδα πολιτικών ηγεσιών αλλά, κυρίως και ακόμα πιο σημαντικά, από όλο και περισσότερους πολίτες, όλο και περισσότερων χωρών, ότι δεν υπάρχουν -δεν μπορούν να υπάρξουν- έγκυρες μονολεκτικές και εφ’ άπαξ απαντήσεις στα ακόρεστα εξελικτικά ερωτήματα που θέτει η παγκοσμιοποίηση.
Και το βασικότερο: δεν υπάρχουν, τελικώς, «μαγικά» ή/ και οριστικά «βολέματα» για καμία κοινωνία, όπως και για κανέναν συμμετέχοντα (μεγάλο ή μικρό παίκτη) μέσα στο εξελισσόμενο παιχνίδι της παγκοσμιοποίησης.
Ακόμα περισσότερο, σε αυτό το σημείο γίνεται φανερό ότι, στο βάθος, η παγκοσμιοποίηση δεν είναι, τελικά, το «ιδιόκτητο οικόπεδο» κανενός. Απλούστατα γιατί απλώς, το παιχνίδι της παγκοσμιοποίησης ακόμα δεν έχει καταλήξει, ούτε κατά τα φαινόμενα θα καταλήξει σε ένα τέλος τόσο εύκολα…: δεν έχει καταλήξει ούτε καν στους κανόνες του, πόσο μάλλον στους νικητές του.
Γενικότερα, η δυναμική της παγκοσμιοποίησης, όχι μόνο δεν έχει κορεστεί αλλά, εντελώς αντίθετα, δεν σταματά να ανατρέπει –και, κατά τα φαινόμενα, θα συνεχίσει χωρίς φειδώ να ανατρέπει- όλο και περισσότερους, δήθεν, εξασφαλισμένους πρωταγωνιστές της.
Και βέβαια, πρωταγωνιστές σε αυτό το παιχνίδι δεν είναι, πλέον, μονάχα οι μεγάλες πολυεθνικές ιδιωτικές επιχειρήσεις, όπως ορισμένοι συνεχίζουν λανθασμένα να ισχυρίζονται.
Τα κράτη και οι εθνικοί κοινωνικοοικονομικοί σχηματισμοί έχουν και θα έχουν δραστικό ρόλο στην διαμόρφωση του παγκοσμιοποιημένου μέλλοντος: θα έχουν ρόλο έστω και σημαντικά διαφοροποιημένο σε σχέση με αυτόν που έως σήμερα είχαμε συνηθίσει.
Πως όμως;
Τι μπορεί άραγε να κάνει, πλέον, η εθνική κρατική πολιτική μέσα σ’ αυτό το όλο και λιγότερο περικεκλεισμένο από στεγανά εθνικά σύνορα, παγκοσμιοποιημένο παιχνίδι;
Όντως, εδώ αναφύεται ένα πολύ μεγάλο και πολύπλοκο σύγχρονο ερώτημα. Μόλις μερικά χρόνια νωρίτερα, στη δεκαετία του 80, άρχισε να γίνεται σαφές ότι οι προκλήσεις που θέτει η παγκοσμιοποίηση δε μπορούν, πλέον, να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά μέσω των παραδοσιακών, βραχύπνοων, αποσπασματικών και αυτοκεντρικών οικονομικών πολιτικών, όπως αυτές για χρόνια κυριαρχούσαν στα πλαίσια της συμβατικής νεοκλασικής-κεϋνσιανής ορθοδοξίας στην οικονομική πολιτική. Και, έκτοτε, πέρασε ανεπιστρεπτί η εποχή που όλοι οι κυβερνώντες στις καπιταλιστικές χώρες –όλων των πολιτικών αποχρώσεων- αισθάνονταν, με περίσσια αισιοδοξία, έτοιμοι να αναφωνήσουν, συγχρόνως με τον πρόεδρο Richard Nixon: «Σήμερα, είμαστε όλοι Κεϋνσιανοί»…
Στο βάθος, το κρίσιμο ζητούμενο της μοντέρνας οικονομικής πολιτικής παύει, πλέον, να εστιάζει απλουστευτικά στη «συνετή» διαχείριση σε βραχυχρόνια κλίμακα, και μετατοπίζεται προοδευτικά προς την καλλιέργεια και εφαρμογή νέων εργαλείων τόνωσης των κοινωνικοοικονομικών παραγωγικών δομών. Συστηματική τόνωση των δομών και των μηχανισμών οι οποίοι μπορούν, πραγματικά, να εκβάλλουν σε νέες, όσο το δυνατόν πιο γόνιμες και σταθερές τροχιές ανάπτυξης – όσο το δυνατόν πιο ισόρροπες σε οικονομικούς όρους και όσο το δυνατόν πιο ανώδυνες σε κοινωνικούς όρους- και στη δημιουργία διατηρήσιμης απασχόλησης, μέσα στην παγκοσμιοποίηση.
Γιατί, αναμφίβολα, το ζήτημα της βιώσιμης απασχόλησης δε μπορεί παρά να συνεχίζει να παραμένει το πλέον ζωτικό και κρίσιμο, για όλες τις σύγχρονες κοινωνίες του πλανήτη. Παραμένει λαμβάνοντας, όμως πλέον, διαφορετικό περιεχόμενο και νοηματικές απολήξεις σε σχέση με το χθες. Και αυτό γιατί στο βάθος, ο σκληρός πυρήνας της ανεργίας στα σύγχρονα κοινωνικοοικονομικά συστήματα δεν είναι, πλέον, απλής κυκλικής κεϋνσιανής φύσης. Ο χαρακτήρας του μεγαλύτερου μέρους της σύγχρονης ανεργίας είναι στην, πλέον, ρίζα του διαρθρωτικός.
Ποιά είναι η θεραπεία;
Για τη θεραπεία –ακριβέστερα, για την ουσιώδη αντιμετώπιση- αυτού του προβλήματος, όπως θα εξετάσουμε εκτενέστερα στην συνέχεια της διαπραγμάτευσης μας:
• Απαιτείται, πλέον, συνεχής προσπάθεια τόνωσης της οργανικής ανταγωνιστικότητας των επιμέρους κοινωνικοοικονομικών δομών: όχι μόνον βραχυχρόνια αντιμετώπιση των οικονομικών συγκυριών,
• Απαιτούνται ακατάπαυστα εξελισσόμενοι και όλο και πιο διεισδυτικοί συνδυασμοί-μίγματα ενεργών κοινωνικών (εκπαιδευτικών, περιβαλλοντικών, προνοιακών, μεταναστευτικών…) και οικονομικών πολιτικών (κλαδικών, περιφερειακών, τεχνολογικών, εργασιακών…), και
• Απαιτούνται, πλέον, καινοτόμοι, νέας αρχιτεκτονικής,
μηχανισμοί συγχρόνως υπερεθνικής και υποεθνικής/ τοπικής ρύθμισης …. ”
* Χ. Βλάδος (2006), Η Δυναμική της Παγκοσμιοποίησης και οι Επιχειρήσεις στην Ελλάδα