Η Νέα Οικονομική και Βιομηχανική Πολιτική, για την Ελλάδα
“ Πολλοί νομίζουν, λανθασμένα, πως η βιομηχανική πολιτική είναι κάτι που αφορά, στενά,
μονάχα τον τομέα της μεταποίησης σε μια χώρα: την παραδοσιακώς εννοούμενη, δηλαδή,
βιομηχανία υλικών προϊόντων και την βιοτεχνία της. Όμως αυτό δεν ισχύει.
Η βιομηχανική πολιτική μιας χώρας είναι, πολύ περισσότερο, η συστηματική προσπάθεια κατάρτισης και υλοποίησης ενός ολοκληρωμένου στρατηγικού σχεδίου κυβερνητικής πολιτικής, που σκοπό έχει την μακρόπνοη τόνωση της ανάπτυξης και της μεγέθυνσης όλων των κλάδων της οικονομίας της.
Σε αυτόν τον προσανατολισμό, κάθε αποτελεσματική κυβέρνηση στην εποχή μας λαμβάνει συγκεκριμένα μέτρα με στόχο την συστηματική τόνωση της ανταγωνιστικότητας και την αύξηση των παραγωγικών δυνατοτήτων των τοπικά εγκαταστημένων επιχειρήσεων της χώρας της. Και αυτό το επιτυγχάνει προωθώντας -στην βάση ενός συνεκτικού σχεδίου- όλους τους αναγκαίους διαρθρωτικούς μετασχηματισμούς.
Στην πράξη, η τόνωση της ανταγωνιστικότητας μιας χώρας συνίσταται, τελικώς, στην αύξηση των δυνατοτήτων του παραγωγικού ιστού της στο να παράγει, διακλαδικώς, προϊόντα και υπηρεσίες που καταφέρνουν να ανταγωνίζονται αποτελεσματικά, να διεισδύουν και να αναπτύσσονται στις διεθνείς αγορές, σε συνθήκες ενός όλο και πιο σκληρού παγκοσμιοποιούμενου ανταγωνισμού. Και με αυτόν τον τρόπο καταφέρνει να παρέχει ένα βιώσιμα ανερχόμενο βιοτικό επίπεδο στους πολίτες της χώρας.
Στο βάθος όμως, αυτό απαιτεί την παραγωγή και διάθεση προϊόντων και υπηρεσιών όλο και πιο ελκυστικών και ισχυρών σε όρους ποιότητας προς τιμή, όπως φυσικά τα αξιολογεί ο διεθνής πελάτης και η παγκόσμια αγορά.
Υπ’ αυτήν την έννοια, η προσπάθεια συστηματικής ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας μιας εθνικής οικονομίας ακουμπά και εμπλέκει αναλυτικά μια μεγάλη ποικιλία θεμάτων και ζητημάτων: από τον στρατηγικό σχεδιασμό των ίδιων των επιχειρήσεων στην υποστήριξη της καινοτομικής διάκρισης τους και από την προβληματική της συνολικής οικονομικής ανάπτυξης του εθνικού συστήματος στην προσπάθεια διαρκούς αναβάθμισης της θέσης του στο σύγχρονο, όλο και πιο απαιτητικό, «παγκόσμιο εργοτάξιο» (βλ. σχήμα)
Σε αυτή την κατεύθυνση λοιπόν, μια σύγχρονη οικονομική πολιτική, πέραν της προσπάθειας για την επίτευξη της βραχυπρόθεσμης μακροοικονομικής ισορροπίας, οφείλει να σκοπεύει και να επιτυγχάνει και την δημιουργία των βαθύτερων εκείνων δομικών συνθηκών που επιτρέπουν την συνεχή ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας του εθνικού «παραγωγικού κινητήρα»: δηλαδή, των επιχειρήσεων, των εργαζομένων και του συνολικού αναπτυξιακού περιβάλλοντος της χώρας.
Σε αυτό το πλαίσιο, η επίτευξη των στόχων ενίσχυσης των επιδόσεων του παραγωγικού συστήματος προϋποθέτει τον συνδυασμό ποσοτικών μέτρων και ποιοτικών αναδιατάξεων. Και οι τελευταίες, συγκεκριμένα, επιτυγχάνονται μέσα από ένα ολοκληρωμένο σχέδιο μεταρρυθμίσεων και θεσμικών αναπροσαρμογών (βλ. σχήμα)
Σε αυτή την βάση εκτιμώ πως μπορεί να διαρθρωθεί μια νέα αποτελεσματική «ήπιας» μορφής βιομηχανική πολιτική και για την Ελλάδα, σήμερα.
Συγκεκριμένα, αυτή η «ήπια» μορφής βιομηχανική πολιτική πρέπει να κτιστεί στην βάση ενός ολοκληρωμένου πλαισίου διευκόλυνσης της επιχειρηματικότητας και της παροχής σε αυτήν ενός πραγματικά υποστηρικτικού αναπτυξιακού συντονισμού, βοηθώντας την στο να ανταποκριθεί έμπρακτα στις σύγχρονες απαιτήσεις του παγκόσμιου ανταγωνισμού. Και είναι αλήθεια πως η εποχή των αποσπασματικών λύσεων, των «μπαλωμάτων» και των ευχολογίων έχει πλέον παρέλθει.
Δεν πρόκειται εδώ, φυσικά, για την επανάληψη μιας «λογικής» άκρατου κρατικού παρεμβατισμού, για την σύσταση ένα «κράτος-πατερούλη» ή για μια προσπάθεια «εκ των άνω ελεγχόμενης ανάπτυξης». Δεν πρόκειται, επίσης, για την επανάληψη μιας «λογικής» επιδοματικής πολιτικής «αλλήθωρης» ενίσχυσης επενδύσεων- «φαντασμάτων». Αυτά τα ζήσαμε επί μακρόν στην χώρα μας, δυστυχώς, και διαπιστώσαμε στην πράξη την ανεπάρκεια και την αποτυχία τους.
Αντίθετα, για την σύσταση μιας νέας αποτελεσματικής βιομηχανικής πολιτικής για την ελληνική οικονομία σήμερα, αυτό το οποίο φαίνεται να αποκτά κεντρική σημασία είναι η ανάγκη για ένα καλύτερο και αποδοτικότερο, πλέον, σχεδιασμό, σύνθεση, παρακολούθηση και αξιολόγηση όλων των ρυθμίσεων που αυτή προτείνει και υλοποιεί.
Στην πράξη, ένας μεγάλος αριθμός χωρών του ΟΟΣΑ έχει διαμορφώσει και εφαρμόσει, τα τελευταία χρόνια, αντίστοιχες ολοκληρωμένες εθνικές πρωτοβουλίες βιομηχανικών πολιτικών τόσο σε απάντηση στην οικονομική και χρηματοοικονομική κρίση, όσο και σε όρους μακροπρόθεσμου δομικού ορίζοντα, με σημαντικώς θετικά αποτελέσματα.
Ας δούμε μερικά συνοπτικά σχετικώς πρόσφατα παραδείγματα, για να κατανοήσουμε το ζήτημα κάπως καλύτερα.
Στην Ολλανδία, για παράδειγμα, μετά τις εκλογές του 2010, μπήκε σε εφαρμογή η «Πρωτοβουλία για Κορυφαίους Κλάδους της Οικονομίας» (Ministry of Economic Affairs, Agriculture and Innovation, 2011), στα πλαίσια μιας νέας πολιτικής για τις επιχειρήσεις και για την καινοτομία και με βάση μια συνεκτική ατζέντα πολιτικής για εννέα «κορυφαίους κλάδους» της οικονομίας της: το νερό, το φαγητό, η κηπουρική (horticulture), τα high-tech χημικά, η ενέργεια, η τεχνολογία της εφοδιαστικής αλυσίδας (logistics) και οι δημιουργικές βιομηχανίες γνώσης και πληροφορίας.
Στην Γαλλία επιτεύχθηκε, επίσης, μια δραστική αναδιάρθρωση της βιομηχανικής πολιτικής από το 2005 και έπειτα . Ειδικότερα, προτάθηκε και υλοποιήθηκε η δημιουργία ενός κυβερνητικού οργανισμού καινοτομίας και η ενίσχυση της χρηματοδότησης σε πέντε κύριες κλαδικές περιοχές: ενέργεια, μεταφορές, περιβάλλον, υγεία, και πληροφοριακή τεχνολογία. Παράλληλα, εγκρίθηκε η δημιουργία ενός ειδικού στρατηγικού ταμείου (Strategic Management Fund) που αφορά σε επενδύσεις μεγέθυνσης των επιχειρήσεων και υποστήριξης του εκσυγχρονισμού των αλυσίδων αξίας τους, καθώς και η παροχή μεγάλων δανείων (Grand Loan – 35€ δις) που αφορούν δάνεια για την υποστήριξη στρατηγικών επενδύσεων σε μελλοντική τροχιά. Εδώ παρατηρείται, πλέον, και ένα αυξανόμενο ενδιαφέρον για την εμπορευματοποίηση ειδικών εμπορικών καινοτομικών υπηρεσιών (commercial spin-offs) που έχουν προέλθει από πρωτοβουλίες πανεπιστημίων και ερευνητικών ινστιτούτων και η συστηματική υποστήριξη σε κάποιους «τομείς προτεραιότητας», όπως η ψηφιακή οικονομία, η νάνο- και βιο-τεχνολογία, η ανανεώσιμη ενέργεια, τα οχήματα χαμηλών εκπομπών ρύπων και οι καινοτόμες μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Στην Κορέα, κατ’ αναλογία, έχουν τα τελευταία χρόνια εκπονηθεί συγκεκριμένες στρατηγικές ανά κλάδο για τις θεωρούμενες «ναυαρχίδες» της οικονομίας της: αυτοκινητοβιομηχανίες, ναυπηγική, ημιαγωγούς, χάλυβα, γενικά μηχανήματα, υφάσματα, και ανταλλακτικά και υλικά. Στην βιομηχανική πολιτική της αναγνωρίζονται τα πιθανά μελλοντικά συγκριτικά πλεονεκτήματα της οικονομίας της και ενισχύονται 17 συγκεκριμένοι κλάδους, κάτω από τρεις γενικές κατηγορίες: πράσινη ενέργεια, τεχνολογίες αιχμής σύγκλισης και υπηρεσίες προστιθέμενης αξίας.
Στην Τουρκία, ήδη από το τέλος του 2010, παρουσιάστηκε το σχέδιο για την Βιομηχανική της Πολιτική για το 2011-2014. Στόχος της η τόνωση της ανταγωνιστικότητας και αποδοτικότητας της Τουρκικής βιομηχανίας, η αύξηση του εξαγωγικού μεριδίου αγοράς, η εστίαση σε περισσότερο high-tech προϊόντα και η παραγωγή οικονομικών αγαθών υψηλής προστιθέμενης αξίας. Η συνολική στρατηγική της ακολουθείται από επιμέρους κλαδικές στρατηγικές σε συγκεκριμένους τομείς: χημικά, παραγωγή σιδήρου και χάλυβα και μη σιδηρούχων μετάλλων, ηλεκτρικά και ηλεκτρονικά είδη, υφάσματα και δέρματα, φαρμακευτικά και ανακύκλωση.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, τέλος -παρότι κάποιος θα έλεγε πως δεν υπάρχει «επίσημη» Βιομηχανική Πολιτική-, πρόσφατα εκπονήθηκε και υαλοποιείται η στρατηγική καινοτομίας (National Economic Council, 2011) η οποία περιλαμβάνει κλασικά οριζόντια μέτρα -όπως η βελτίωση των υποδομών πληροφοριακής τεχνολογίας, η εκπαίδευση και η αναβάθμιση των δημόσιων υπηρεσίων- μαζί με έναν αριθμό κάθετων προτεραιοτήτων που είναι εστιασμένες στις τεχνολογίες καθαρής ενέργειας, στην βιοτεχνολογία, στην νανοτεχνολογία, στην διαστημική και στις προωθημένες τεχνολογικά κατασκευές.
Επιπρόσθετα, η American Recovery and Reinvestment Act του 2009, ήδη, περιλαμβάνει την υποστήριξη για τις νέες τεχνολογίες ενέργειας, της στέγασης και άλλων κλαδικών πεδίων, σε συνδυασμό με τα οριζόντια μέτρα και τα μέτρα κινητροδότησης της ζήτησης.
Στην περίπτωση της Ελλάδας η προσπάθεια άρθρωσης μιας Νέας Βιομηχανικής Πολιτικής εξόδου από την κρίση, στην πράξη, είναι όντως ένα πολυσύνθετο πρόβλημα, το οποίο απαιτεί σημαντική στρατηγική ευθυκρισία, δημιουργικότητα και ευελιξία.
Δεν υπάρχει ούτε η «αφθονία» χρηματοδοτικών πόρων ούτε και η «πολυτέλεια» ενός μακρού χρόνου αναμονής της καρποφορίας της. Είμαστε μια φτωχή χώρα, σε μια ιδιαιτέρως κρίσιμη φάση της ιστορίας της, με πολλές θεσμικές ανεπάρκειες και ποικίλες δομικές παθογένειες. Και αυτές δεν πρόκειται εξαφανιστούν ούτε αστραπιαία, ούτε και ως δια μαγείας, φυσικά.
Τα εμπόδια είναι πολλαπλά και σύνθετα. Και αυτά τα εμπόδια δεν είναι μόνον υλικά, χρηματοοικονομικά και τεχνικά αλλά, κυρίως, ιδεολογικά, συμβολικά και εμπόδια «νοοτροπίας».
Και ο πήχης, φυσικά, πρέπει να τεθεί εξ ορισμού υψηλά. Στην πράξη, όλα πρέπει να γίνουν γρήγορα, έξυπνα, λιτά και όσο το δυνατόν πιο εύστοχα και αποτελεσματικά από την νέα κυβέρνηση. Πλέον, η έμφαση πρέπει να αποδοθεί στην ταχεία διάχυση σύγχρονης τεχνογνωσίας, χρηματοδότησης, νέων επιχειρηματικών εργαλείων και μεθοδολογιών και στην ενίσχυση των άυλων υποδομών που κυοφορούν την ανταγωνιστική επιτυχία, σε τοπικό, περιφερειακό και εθνικό επίπεδο.
Δεν υπάρχει, πλέον, ευκαιρία για πρόσθετα λάθη και ολιγωρίες. Δεν αντέχει ο τόπος και άλλη καθυστέρηση…
Με βάση τα προηγούμενα, στην οπτική μου, οι βασικοί στόχοι και οι θεμελιώδεις ποιοτικές παρεμβάσεις μια Νέας Βιομηχανικής Πολιτικής, για την Ελλάδα πρέπει να εστιάσουν, άμεσα, στα εξής:
- Στην άμεση εμπέδωση ενός επιχειρηματικού κλίματος εμπιστοσύνης και σταθερότητας
- Στην ταχεία θεραπεία των ποικίλων θεσμικών ανεπαρκειών και παθογενειών της κοινωνίας μας
- Στην σταδιακή μείωση των φορολογικών βαρών για τον παραγωγικό κόσμο της χώρας μας
- Στην θαρραλέο ξερίζωμα των ποικίλων γραφειοκρατικών εμποδίων και των ανασχέσεων στην παραγωγική διαδικασία
- Στην διευκόλυνση στην διάχυση σύγχρονης τεχνολογίας- τεχνογνωσίας, σε κάθε επίπεδο δράσης
- Στην μεθοδική εστίαση στην αναβάθμιση της ποιότητας, προϊόντων και παραγωγικών διαδικασιών των επιχειρήσεων μας
- Στην δραστική ενίσχυση του καινοτομικού περιεχομένου και της εξωστρέφειας της παραγωγής μας και, τέλος,
- Στην απελευθέρωση του συνολικού δημιουργικού δυναμικού της οικονομίας και της κοινωνίας μας.
Φυσικά, χωρίς καμία αμφιβολία, η σύσταση μιας τέτοιας δραστικής αναδιαρθρωτικής οικονομικής πολιτικής δεν παύει να είναι ένα πολύ δύσκολο, σύνθετο, πολύπλοκο και απαιτητικό έργο. Το γνωρίζουμε.
Αλλά, εκτιμώ, πως είναι απολύτως αναγκαίο για οποιοδήποτε θετικό μέλλον για το συνολικό κοινωνικοοικονομικό μας σύστημα.
Εύχομαι η ελληνική κοινωνία, σύντομα, να κληθεί να αποφασίσει για αυτό το καλύτερο μέλλον που της αξίζει.
Το συντομότερο δυνατόν… ”