Του Φώτη Σαραντόπουλου
“102 χρόνια μετά, να μιλήσουμε (ψύχραιμα) για ένα θέμα που ακόμη ταλαιπωρείται από παραφιλολογία γεμάτη ιδεοληψίες και μισαλλοδοξίες; Να πούμε για τα "τηλεγραφήματα του διχασμού"
(Αν ο διχασμός είχε ξεκινήσει το 1912, όπως νομίζουν μερικοί, η Θεσσαλονίκη δεν θα ήταν Ελληνική)
Ο πρώτος Βαλκανικός Πόλεμος χαρακτηρίζεται από την διπλωματική μαεστρία και οξυδέρκεια του Βενιζέλου, αλλά και την βασισμένη στην ορμή και στην ταχύτητα της προέλασης στρατηγική του Κωνσταντίνου, που είχε σαν αποτέλεσμα τη συνεχή υποχώρηση του Τουρκικού Στρατού και την απελευθέρωση μεγάλων περιοχών σε λίγες εβδομάδες. Κεντρικό σημείο του πολέμου αυτού ήταν η κατάληψη της Θεσσαλονίκης, που ήταν διακαής πόθος όχι μόνο της Ελλάδας, αλλά και της Σερβίας και της Βουλγαρίας, ακόμη και της μακρινής Αυστρίας.
Καθοριστικό ρόλο, εκτός από την στρατιωτική αξία του Διαδόχου Κωνσταντίνου και της Στρατιάς του, και την διορατικότητα του Βενιζέλου, έπαιξε και η συνεργασία του Βασιλιά Γεωργίου, ο οποίος ακολουθούσε από κοντά με το Επιτελείο του τον μαχόμενο Στρατό, με σκοπό να εισέλθει πρώτος στη Θεσσαλονίκη, δίνοντας έτσι το στίγμα της οριστικής απόκτησής της από την Ελλάδα. Έτσι, αμέσως μετά τη μάχη των Γιαννιτσών, και καθώς η Στρατιά προέλαυνε προς τη Θεσσαλονίκη, έφτασε στο Γιδά ο Βασιλιάς, και εγκαταστάθηκε στο κτίριο του Σιδηροδρομικού Σταθμού. Από το τηλεγραφείο του Σταθμού πέρασαν τα τηλεγραφήματα του Βενιζέλου που αγωνιούσε στην Αθήνα και του Αρχιστρατήγου που ήταν στο Τοψίν. Επειδή το Τοψίν δεν διέθετε τηλέγραφο, τα μηνύματα του Κωνσταντίνου και του Βενιζέλου είχαν πρώτο παραλήπτη τον Βασιλιά και μεταφέρονταν από και προς το Τοψίν με έφιππο αγγελιοφόρο. Αλλά και από τον Γιδά, τα τηλεγραφήματα από και προς την Αθήνα έπρεπε να στέλνονται μέσω του Τηλεγραφείου της Λάρισας, καθώς δεν υπήρχε απ’ ευθείας σύνδεση. Το γεγονός αυτό δημιουργούσε χρονικές καθυστερήσεις στη μεταφορά των μηνυμάτων, με αποτέλεσμα να σημειωθεί το πρώτο ίσως σοβαρό επεισόδιο του Εθνικού ∆ιχασμού που ακολούθησε.
Ο Βενιζέλος λοιπόν, έστειλε (μέσω του Βασιλιά, διαβλέποντας και στη συνεργασία του) 2 τηλεγραφήματα:
«27-10-1912, 2.30 π.μ. - Αρχηγόν Στρατού
Παραγγέλλεσθε ν’ αποδεχθήτε την προσφερόμενην υμίν παράδοσιν της Θεσσαλονίκης και εισέλθητε εις αυτήν άνευ τινος αναβολής. Καθιστώ υμάς υπεύθυνον δια πάσαν αναβολήν έστω και στιγμής.
Πρωθυπουργός Βενιζέλος»
«24-10-1912 προς Α.Μ. τον Βασιλέα – Γιδά
Λαμβάνω την τιμήν να φέρω εις γνώσιν της Υμετέρας Μεγαλειότητος τηλεγράφημα όπερ πέμπω προς τον Αρχηγόν του Στρατού Θεσσαλίας έχον ούτω:
Αρχηγείον Στρατού Θεσσαλίας
Από της μάχης των Γιαννιτσών ουδέν ανακοινώσατε προς το Υπουργείον περί των περαιτέρω στρατιωτικών υμών επιχειρήσεων ως και εκείνων της Πέμπτης Μεραρχίας. Και όμως από της μάχης των Γιαννιτσών παρήλθον 4 όλαι ημέραι. Η σιωπή αύτη και η πλήρης άγνοια εις ην ως εκ τούτου ευρίσκεται και η υπεύθυνος κυβέρνησις και το έθνος περί της τύχης του Στρατού του είναι όντως εκπληκτική. Βενιζέλος»
Όμως το Πρωτόκολλο Παράδοσης της πόλης είχε ήδη υπογραφεί από το προηγούμενο βράδυ. Αλλά επειδή η ενημέρωση γινόταν, όπως είπαμε, με έφιππο Αγγελιοφόρο, η είδηση έφτασε το πρωί της 27ης Οκτωβρίου και αφού ήδη είχε σταλεί το δεύτερο τηλεγράφημα που ήταν ιδιαίτερα επιτιμητικό. Ο Βασιλέας, προσπαθώντας να «μαζέψει» τα πράγματα, ενημέρωσε αμέσως τον Βενιζέλο, με τηλεγράφημα που είχε την υπογραφή του Αρχηγού του Στρατιωτικού Οίκου του, Υποστρατήγου Πάλλη:
«Γιδά, 27- 10- 1912, ώρα 8.20 - Βενιζέλον Πρωθυπουργόν Αθήνας
Λαμβάνω την τιμήν να διαβιβάσω υμίν την κατωτέρω είδησιν που έλαβεν η Α.Μ. ο Βασιλεύς εκ μέρους του ∆ιαδόχου ταύτην την στιγμήν. Υποστράτηγος Πάλλης
Τόψιν 27-10- 1912 ώρα 6.00 πρωίας Α.Μ. Βασιλέα
Χθες την εσπέραν υπεγράφη εν Θεσσαλονίκη σύμβασις παραδόσεως του Τουρκικού Στρατού, της πόλεως και του Καραμπουρνού. Ο Τουρκικός Στρατός δυνάμεως 25.000 ανδρών καταθέτει τα όπλα καθιστά-μενος αιχμάλωτος. Οι αξιωματικοί θα τηρήσωσι τα όπλα των παραμένοντας ελεύθεροι επί του λόγου της τιμής αυτών ότι δεν θα λάβωσι μέρος εις τον παρόντα πόλεμον. Κωνσταντίνος»
Ο Βενιζέλος κατάλαβε ότι είχε εκτεθεί και με την βοήθεια του Νίδερ, έδωσε εντολή να ανακληθεί το προηγούμενο τηλεγράφημα. Αλλά ήταν αργά …
Το τηλεγράφημα είχε ήδη φτάσει στον Κωνσταντίνο, ο οποίος εκνευρισμένος είχε συντάξει και την παρακάτω απάντηση, που τελικά δεν διαβιβάστηκε επειδή στο μεταξύ ο Κωνσταντίνος ενημερώθηκε για την ακύρωση της Διαταγής του Βενιζέλου:
«Συναισθάνομαι πλήρως την ευθύνην ην φέρω και παρακαλώ να μη μοι οπομιμνήσκητε τούτο δι’ οποιαδήποτε υπόθεσιν. Εάν ώφειλον η ου να παραδεχθώ την παράδοσιν της Θεσσαλονίκης, ήμην ο μόνος αρμόδιος να κρίνω, ευρισκόμενος επί τόπου και επιβάλλων τους όρους.
Απόδειξις δε, το επιτευχθέν αποτέλεσμα.
Κωνσταντίνος»
Το εντυπωσιακό είναι ότι ενώ υπήρξε καθυστέρηση στην επίσημη ενημέρωση της Κυβέρνησης για την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης, η σχετική είδηση είχε ήδη φθάσει στην Αθήνα σχεδόν αμέσως, αλλά ανεπίσημα, χάρη στην ευσυνειδησία του τηλεγραφητή του Γιδά! Σύμφωνα με ρεπορτάζ που δημοσιεύθηκε στις 28-10-1912 στον «Χρόνο» και σε άλλες Αθηναϊκές εφημερίδες, το πρώτο ανεπίσημο τηλεγράφημα με το χαρμόσυνο νέο στάλθηκε από τον τηλεγραφητή του Γιδά στις 4.40 τα ξημερώματα της 27ης Οκτωβρίου προς το Τηλεγραφείο της Λάρισας, το οποίο στη συνέχεια αναμετέδωσε τη σχετική είδηση στην μουσκεμένη από μία φθινοπωρινή βροχή Αθήνα, που αγωνιούσε για ειδήσεις. Ένας ιππέας μετέφερε το τηλεγράφημα από το Τηλεγραφείο στο Υπουργείο Στρατιωτικών, αλλά καθ’ οδόν, έλεγε και τα σπουδαία νέα σε όποιον συναντούσε και το νέο διαδόθηκε αστραπιαία σε όλη την πόλη. Πριν ακόμη μάθει τα νέα η Κυβέρνηση, το καμπαναριό του Άη Γιώργη Καρύτση είχε δώσει το μήνυμα στα άλλα καμπαναριά. Και ενώ ο Στρατός βάδιζε ακόμη προς την Θεσσαλονίκη, στην Αθήνα πανηγύριζαν ήδη όλοι, μέσα στην τρελή χαρά! Τα φώτα πλημμύριζαν την πόλη και πάνω από εκατό χιλιάδες άνθρωποι ξεχύθηκαν στους δρόμους αλαλάζοντας και ζητωκραυγάζοντας, σε τέσσερεις πρόχειρα σχηματισμένες διαδηλώσεις, που κάνεις δεν ήξερε πούθε έρχονταν και πού πήγαιναν.
Μόλις ο Βενιζέλος έμαθε για το τηλεγράφημα, έσπευσε δια του τηλεγραφείου του Υπουργείου Στρατιωτικών να ζητήσει από τον τηλεγραφητή του Γιδά περισσότερες πληροφορίες. Και τότε, όπως γράφει ο «Χρόνος»:
«Ο τηλεγραφητής Γιδά μετέδωσεν όλας τας πληροφορίας αι οποίαι μετεδόθησαν δια του πρώτου ανακοινωθέντος. Ότι δηλαδή ο Βασιλεύς έλαβε περί την μεσημβρίαν σημείωμα του διαδόχου, αναγγέλλοντος ότι κατελήφθη η Θεσσαλονίκη παρά των Ελληνικών στρατευμάτων. Ο τηλεγραφητής Γιδά προσέθεσεν ότι ο Βασιλεύς δι’ εκτάκτου αμαξοστοιχίας αναχωρεί προς Θεσσαλονίκην.»
Ο τηλεγραφητής του Γιδά, το όνομα του οποίου αγνοούμε, συνέλαβε ένα αόριστο σημείωμα που ο Διάδοχος έστειλε στον πατέρα του, αναγγέλλοντας την άμεση παράδοση της πόλης, που ήταν βέβαιη αλλά δεν είχε ακόμη συντελεσθεί.
Τους πανηγυρισμούς που ξεσήκωσε στην Αθήνα το τηλεγράφημα, μετρίασε η επιφυλακτικότητα του Βενιζέλου, που αρνήθηκε να δεχθεί τα συγχαρητήρια Επιτροπής του Εμπορικού Συλλόγου (!!!), επειδή η είδηση δεν ήταν επίσημη … Και μέχρι τα μεσάνυχτα 26ης προς 27η δεν είχε ακόμη ληφθεί ακόμη επίσημο τηλεγράφημα, με αποτέλεσμα ο Βενιζέλος να ζητήσει πάλι από τον τηλεγραφητή του Γιδά να επιβεβαιώσει την είδηση!!! Και αυτός, όπως αναφέρει στη συνέχεια το ρεπορτάζ, εξηγώντας το πρώτο τηλεγράφημά του, επιβεβαίωσε ότι δεν υπήρχε ακόμη επίσημη είδηση περί καταλήψεως της Θεσσαλονίκης και ότι ο Βασιλεύς διανυκτέρευσε στο Γιδά[1].
Από την ίδια εφημερίδα μαθαίνουμε ότι το τηλεγράφημα με το οποίο ο Βενιζέλος ενημερώθηκε από τον Πάλλη για το σημείωμα που ο Διάδοχος είχε στείλει στον Βασιλιά και πατέρα του, είχε διαβιβασθεί στις 8.20 το πρωί της 27ης Οκτωβρίου, αλλά παρελήφθη στις 1.15 το μεσημέρι.
Αντίθετα, οι ξένοι ανταποκριτές που βρίσκονταν στη Θεσσαλονίκη, φρόντισαν να πληροφορήσουν αμέσως τη διεθνή κοινή γνώμη για το μεγάλο γεγονός. Ξημερώματα της 27ης Οκτωβρίου έφθανε στις εφημερίδες της εποχής το ακόλουθο τηλεγράφημα του Αυστριακού Πρακτορείου Ειδήσεων:
«ΒΙΕΝΝΗ, Σάββατον πρωίαν
Ταύτην την στιγμήν αγγέλλεται ότι η Θεσσαλονίκη, παραδοθείσα, κατελήφθη υπό του Ελληνικού Στρατού.»
Η πληροφορία φαίνεται ότι μεταδόθηκε στην Βιέννη μέσω ασυρμάτου.
Την είδηση για την κατάληψη της Θεσσαλονίκης, την έστειλαν και οι ανταποκριτές των ξένων εφημερίδων και πρακτορείων, μόλις είδαν τον πρώτο Έλληνα Αξιωματικό που μπήκε στην πόλη, τον Υπομοίραρχο Κωνσταντίνο Μανωλικίδη. Όπως αναφέρει ο καθηγητής Απόστολος Δασκαλάκης:
«Μεταξύ των πρώτων κατέφθασαν ο ανταποκριτής των Τάιμς Πράϊς και ο ανταποκριτής Γαλλικών εφημερίδων Βεμπέρ, οι οποίοι μόλις αντίκρυσαν τον Έλληνα αξιωματικόν… δεν ήθελον τίποτε άλλο. Έσπευσαν τροχάδην εις το τηλεγραφείον διά να πληροφορήσουν τας εφημερίδας των, ότι ήδη κατελήφθη η Θεσσαλονίκη υπό του Ελληνικού Στρατού. Ακριβώς εις το γεγονός τούτο ωφείλετο και η υπό του ευρωπαϊκού Τύπου, από της πρωίας της 27ης Οκτωβρίου, αναγγελία με εξαστήλους τίτλους, ότι η Θεσσαλονίκη κατελήφθη υπό των Ελλήνων την εσπέραν της 26ης Οκτωβρίου. Και ούτω το παράτολμον αυτό εγχείρημα του Έλληνος Υπομοιράρχου, μετά του μικρού αποσπάσματος Χωροφυλακής, έλαβε μεγίστην ιστορικήν και εθνικήν σημασίαν, διότι εθεωρήθη ως είσοδος Ελληνικού Στρατού και κατάληψις της Θεσσαλονίκης από της 26ης Οκτωβρίου …»
Τελικά, ανεξάρτητα από τις αιτίες των καθυστερήσεων και τις παρεξηγήσεις που δημιουργήθηκαν, ο σπόρος της διχόνοιας που ταλαιπώρησε τη χώρα μέχρι και σήμερα, φαίνεται ότι είχε φυτευτεί. Και ότι το έδαφος ήταν «εύφορο» …
Στη συνέχεια και μέχρι τις ημέρες μας, οι δύο πλευρές, και ειδικά οι φανατικοί των δύο πλευρών, δεν έπαψαν να ρίχνουν λάδι στη φωτιά. Στους ισχυρισμούς των Βενιζελικών ότι ο Κωνσταντίνος ήθελε να πάει στο Μοναστήρι και όχι στη Θεσσαλονίκη, οι Μοναρχικοί απαντούν με εξ ίσου κατηγορηματικούς ισχυρισμούς, ότι π.χ. ενώ ο Στρατός βάδιζε προς την Θεσσαλονίκη, ο Βενιζέλος έστειλε στις 25-10-1912 δύο τηλεγραφήματα που έδειχναν πανικό από την ήττα της 5ης Μεραρχίας, ζητώντας να σταλούν ενισχύσεις στα Σέρβια, και να αποσπασθεί και η 1η Μεραρχία από τη Στρατιά που τότε περνούσε τον Αξιό!
«Αρχηγόν Διάδοχον – Κιρτζιλάρ (Άδενδρον)
Ένεκεν ατυχήματος Μεραρχίας Ματθαιοπούλου κρίνω επιβεβλημένον μετά τα ληφθέντα μέτρα … όπως μία Μεραρχία εκ των υπό τας αμέσους διαταγάς Υμετέρας Υψηλότητος επιβιβασθή ως τάχιστα ατμοπλοίων εις Σκάλαν Ελευθεροχωρίου και αποβιβαζομένη εις Βόλον σπεύση δ’ εκείθεν δια Λαρίσσης προς Ελασσώνα και Σέρβια. Προτιμάται Ι Μεραρχία ένεκα πολλών λόγων …
Αθήναι τη 25-Χ-1912 ώρα 10 π.μ. Βενιζέλος»
Ανεξάρτητα από το πώς σχολιάζεται το παραπάνω από τις δύο πλευρές, δείχνει απόλυτη άγνοια της «τακτικής κατάστασης». Και σε τελευταία ανάλυση δείχνει και το διαπιστωμένο και κοινά αποδεκτό στις μέρες μας, δηλαδή το πόσο καταστροφικές μπορούν να είναι οι εντολές των «πολιτικών», από απόσταση ημερών από το Μέτωπο, προς τους «στρατιωτικούς» που έχουν πιο άμεση αντίληψη. Ο μεγάλος πολιτικός και διπλωμάτης Βενιζέλος δεν ήταν στρατιωτικός. Αλλά και να ήταν, απείχε πολύ από το μέτωπο, για να δίνει τέτοιες εντολές. Είναι χαρακτηριστικό, ότι η 1η Μεραρχία, τη ώρα που στάλθηκε το τηλεγράφημα αυτό, ήταν στον Άγιο Αθανάσιο, μπροστά από το Τόψιν. Για να φτάσει στα Σέρβια με το προτεινόμενο δρομολόγιο δεν θα αρκούσε μία εβδομάδα! Το λάθος αυτό το κατάλαβε και ο Βενιζέλος (και οι Επιτελείς του) και γι’ αυτό, μισή ώρα μετά, έστειλε δεύτερο τηλεγράφημα (αρ. 876) με το οποίο ζητούσε να μάθει αν ο Στρατός μας ελέγχει την σιδηροδρομική γραμμή από τον Γιδά ως το Σόροβιτς. Η μετακίνηση προς Σόροβιτς, κατά μήκος της σιδηροδρομικής γραμμής, αν μη τι άλλο θα απειλούσε τα νώτα των Τούρκων, αν αυτοί κατέβαιναν προς Κοζάνη. Πάντως, ο Κωνσταντίνος απάντησε ότι «το πρόβλημα που αντιμετώπιζε η 5η Μεραρχία ουδόλως επηρέαζε την εξέλιξη της εκστρατείας, η τύχη της οποίας θα κρινόταν στη μάχη της Θεσσαλονίκης».
Όμως υπάρχει ένα ακόμη τηλεγράφημα, το οποίο καταρρίπτει ότι ο Βενιζέλος δεν γνώριζε την κατάληψη της Θεσσαλονίκης. Και όπως οι Μοναρχικοί διαψεύδουν την ύπαρξη άλλων τηλεγραφημάτων, είναι η σειρά των Βενιζελικών να διαψεύδουν αυτό.
Στο συγκεκριμένο τηλεγράφημα, που στάλθηκε στις 26-10-1912 ώρα 4.05 μ.μ., ο Βενιζέλος πληροφορεί την 5η Μεραρχία, για να την εμψυχώσει, ότι καταλήφθηκε η Θεσσαλονίκη!
Αν δεν ακολουθούσε ο Διχασμός, τα τηλεγραφήματα[2] αυτά θα έδειχναν απλά ασυνεννοησία. Αξιοσημείωτο είναι ότι και οι δύο πλευρές (ή πιο σωστά οι ηγεσίες των δύο πλευρών) έκαναν σαφείς προσπάθειες να αποφύγουν τον διχασμό, μέχρι ενός σημείου. Είναι χαρακτηριστικές οι προσφωνήσεις των δύο ανδρών, στις 7/4/1914, κατά την τελετή απονομής της στραταρχικής ράβδου, από τον Βενιζέλο στον Κωνσταντίνο (που στο μεταξύ είχε γίνει Βασιλιάς):
«Μεγαλειότατε,
Εις ανάμνησιν των υπερλάμπρων νικών, εις ας οδήγησας κατά τους δύο νικηφόρους πολέμους τον Στρατόν Σου, υποβάλλει ούτος την παράκλησιν όπως ευδοκούσα δεχθή η Ση Μεγαλειότης την Στραταρχικήν ταύτην ράβδον, ην ευλαβώς Σοι προσφέρει δι’ εμού...» (Ελ. Βενιζέλος)
«Την παράκλησιν όπως δεχθώ την στραταρχικήν ράβδον, την οποίαν ο κ. Υπουργός των Στρατιωτικών, αντιπροσωπεύων τον όλον Στρατόν Μου, Μοι υπέβαλεν εξ ονόματος του Στρατού, ευχαριστών αποδέχομαι.
Είναι βαθύ το αίσθημα το υπαγορεύσαν εις Σε, Στρατέ μου, το διάβημα τούτο και αι περιστάσεις έκτακτοι και ασυνήθεις. Μόλις εξήλθες εκ μακρών δεινοτάτων αγώνων, θριαμβεύσας κατά πολλών πολεμίων, προάγων νικηφόρως τας ενδόξους σημαίας Σου εις τας χώρας εκείνας, αι οποίαι κληρονομία των πατέρων μας, απωλεσθείσαι εν δεινή μακραίωνι θυέλλη ηυτύχησαν τέλος, χάρις εις Σε και τους κατά θάλασσαν συμπολεμιστάς Σου, ν' αποδοθούν εις την Ελληνικήν Ελευθερίαν και τον Ελληνικόν Πολιτισμόν. Τα όρη τα οποία υπερέβης, αι πεδιάδες τας οποίας διέσχισες, οι ποταμοί τους οποίους διέβης, δεν ήσαν ασυνήθιστοι από μεγάλα κατορθώματα. Εκεί εστήθησαν μεγάλα τρόπαια υπερηφάνων Ελληνικών Στρατών των Ελληνικών Πολιτειών, των Μακεδόνων Βασιλέων, των Ελλήνων Αυτοκρατόρων, Στρατών τους οποίους Συ τώρα διαδέχεσαι, ισάξιος προς τους ενδοξοτέρους εξ αυτών...» ...”
(Κωνσταντίνος)
Συμπέρασμα;
Αν ψάχνετε ευθύνες για τον διχασμό, ψάξτε τις καλύτερα στους «Βασιλικώτερους του Βασιλέως» και στους «Βενιζελικώτερους του Βενιζέλου».
[1] Εφημερίδα «Χρόνος», 28 Οκτωβρίου 1912, σελ. 3
[2] Πάντως, όλα τα τηλεγραφήματα υπάρχουν στην επίσημη Ιστορία της ΔΙΣ/ΓΕΣ, οπότε δεν υπάρχει λόγος να αμφισβητούνται από οποιαδήποτε πλευρά