Κυβέρνηση απο μαοϊστές και τροτσκιστές και αναρχικούς (ω Θεέ μου!)

Η έκπληξη δεν είναι ότι ένα ακραίο κόμμα κέρδισε τις εκλογές στην Ελλάδα, αλλά ότι άργησε τόσο πολύ, είναι ο τίτλος δημοσιεύματος των New York Times.
Μεταξύ της λαϊκιστικής ρητορικής που ώθησε το ακρο-αριστερό κόμμα ΣΥΡΙΖΑ στην νίκη στις βουλευτικές εκλογές της Ελλάδας υπάρχει μία ιδέα που η Γερμανία συγκεκριμένα θα πρέπει να σκεφτεί σοβαρά: να αναζωογονήσει την ανάπτυξη στην ευρωζώνη δίνοντας στις χώρες που έχουν πληγεί σκληρότερα μία ανάσα για τα χρέη τους». Αυτό υποστηρίζει στο κεντρικό του άρθρο το Bloomberg View.




Όπως επισημαίνει ο Neil Irwin των New York Times, χθες, την πρώτη ημέρα μετά από την εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ, οι ελληνικές μετοχές και τα ομόλογα υπέστησαν πιέσεις, αλλά παντού αλλού στην Ευρώπη οι αγορές ήταν κυρίως υψηλότερα. Το ευρώ διαμορφώθηκε υψηλότερα έναντι του δολαρίου, στις εφημερίδες ανά την Ευρώπη υπήρχε μια δυσαρέσκεια, αλλά δύσκολα επικρατούσε κάτι που θα χαρακτήριζε κανείς ως πανικό.

Ο Αλ. Τσίπρας, ο νέος Έλληνας πρωθυπουργός, πέρασε τα τελευταία χρόνια προσπαθώντας να δημιουργήσει μια φήμη ως κάτι περισσότερο από έναν ριζοσπάστη. Έθετε τον ΣΥΡΙΖΑ ως ένα κόμμα κυβέρνησης παρά ως ένα κόμμα διαμαρτυρίας. Έχει συναντηθεί με οικονομολόγους και κυβερνητικούς αξιωματούχους ανά την Δυτική Ευρώπη για να οικοδομήσει σχέσεις. Ο ίδιος υποστήριξε σε άρθρο του στους Financial Times ότι μια απόρριψη των πολιτικών λιτότητας ήταν η μεγαλύτερη ελπίδα για να παραμείνει η Ελλάδα μια σταθερή ευρωπαϊκή δημοκρατία.

Εν ολίγοις, οι αγορές παγκοσμίως και πολλοί Ευρωπαίοι ηγέτες θεωρούν τον Αλ. Τσίπρα λιγότερο ως έναν ριζοσπάστη και περισσότερο σαν έναν πραγματιστή dealmaker, ο οποίος τυγχάνει να έχει μια αρχική διαπραγματευτική θέση η οποία είναι διαφορετική από την δική τους.

Η θέση του είναι ότι: τα χρόνια περικοπής δαπανών του προϋπολογισμού που απαιτούσαν οι συμφωνίες διάσωσης της Ελλάδας, έχουν δημιουργήσει μια ανθρωπιστική κρίση, με τεράστια ανεργία και τις περικοπές στο κοινωνικό δίχτυ ασφάλειας να οδηγεί σε πείνα και σε κρίσεις στην υγεία. Είναι καιρός, αναφέρει, να επαναδιαπραγματευτούμε αυτές τις συμφωνίες, ιδιαίτερα τώρα που η Ελλάδα έφτασε να έχει πρωτογενές πλεόνασμα.

Αυτό είναι σημαντικό καθώς σημαίνει ότι η χώρα θα μπορούσε θεωρητικά να αποκηρύξει το χρέος της διατηρώντας τα τρέχοντα επίπεδα φορολόγησης και δαπανών. Στην πράξη, ο πανικός που θα ερχόταν με την αποκήρυξη του χρέους και μια πιθανή έξοδο από την ευρωζώνη, θα εισάγει μια νέα πηγή οικονομικής πίεσης για την Ελλάδα που θα καθιστούσε αυτή την ενέργεια λιγότερο ρεαλιστική.

Εκτός αυτού, ο Αλ. Τσίπρας έχει δηλώσει επανειλημμένως πως θέλει η Ελλάδα να παραμείνει μέλος της ΕΕ. Θέλει να διατηρήσει τις βαθιές της σχέσεις με την υπόλοιπη ήπειρο, και να συνεχίσει να χρησιμοποιεί το ευρώ. Για να το κάνει αυτό, ενδεχόμενη αναδιάρθρωση του χρέους ή επανεξέταση των πολιτικών λιτότητας, θα πρέπει να λάβει χώρα μέσω διαπραγματεύσεων με τους διεθνείς πιστωτές, όχι μέσω μονομερών ενεργειών από την ελληνική κυβέρνηση.

Αυτό, σύμφωνα με τους NYT, θα περιορίσει την ικανότητά του να διαπραγματευτεί όπως θέλει με την τρόικα. «Να αναμένετε μια περίοδο ριψοκίνδυνων πολιτικών καθώς προσπαθούν να καταλήξουν σε μια συμφωνία που δίνει στην Ελλάδα κάποια ανακούφιση χωρίς να κάνει τις άλλες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις να αισθάνονται ότι η χώρα υπαναχωρεί υπερβολικά από τις βιώσιμες πολιτικές».

Αλλά αυτό που είναι πιο εντυπωσιακό για την άνοδο του ριζοσπαστικού κόμματος στο τιμόνι της κυβέρνησης της Ελλάδας, είναι πως οι βασικοί του στόχοι δεν είναι πλέον καθόλου ριζοσπαστικοί. Υπάρχουν πιθανώς πολλές απόψεις που κατέχουν τα μέλη του ΣΥΡΙΖΑ, τις οποίες οι περισσότεροι άνθρωποι στις ΗΠΑ ή στη Δυτική Ευρώπη, θα βρουν απαράδεκτες ή ακόμη και τρομακτικές. «Η ομάδα περιλαμβάνει μαοϊστές και τροτσκιστές και αναρχικούς (ω Θεέ μου!). Και ο Αλ. Τσίπρας σίγουρα θα αντιμετωπίσει προκλήσεις εκ των έσω για να διατηρήσει τους βασικούς της στόχους».

Ίσως πιο τρομαχτικό από οποιαδήποτε πρόταση του Αλ. Τσίπρα, είναι η επιτυχία της Χρυσής Αυγής, αναφέρουν οι ΝΥΤ, που έλαβαν την τρίτη θέση στις εκλογές. Οι Έλληνες έχουν βιώσει άσχημες καταστάσεις. Η Ισπανία και η Ιταλία και η Πορτογαλία είναι κάπως καλύτερα. Τα μέλη του Podemos παρατηρούσαν πολύ στενά τις εξελίξεις στην Αθήνα τις τελευταίες ημέρες, και φέρεται να έχουν εμπνευστεί από τη νίκη.

Για χρόνια, η κακή διαχείριση της οικονομίας της Ευρώπης από τους ηγέτες των Βρυξελλών, της Φρανκφούρτης και του Βερολίνου, έχει τροφοδοτήσει τη δυσαρέσκεια. Η άνοδος των κομμάτων που απορρίπτουν το κατεστημένο σε αυτά τα ευρωπαϊκά κέντρα, αποδίδεται εν μέρει στο ότι είναι απαλλαγμένα από τις αποφάσεις που έλαβε η Ελλάδα σε αυτό το τέλμα.



Ο επικεφαλής του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Τσίπρας, ο οποίος ορκίστηκε τη Δευτέρα ως ο νέος πρωθυπουργός της Ελλάδας, είχε ζητήσει από καιρό μία «ευρωπαϊκή διάσκεψη χρέους» - μία συνάντηση κορυφής στην οποία οι ηγέτες της περιοχής θα μείωναν τις εξουθενωτικές υποχρεώσεις της Ελλάδας και άλλων οικονομικά προβληματικών κυβερνήσεων της ευρωζώνης. «Σε αντίθεση με το υπόλοιπο πρόγραμμα του κόμματος, αυτή η ιδέα έχει λογική» αναφέρει στο κεντρικό του άρθρο το Bloomberg View.

«Υπάρχουν αρκετά ιστορικά προηγούμενα για ανακούφιση χρέους αυτής της κλίμακας. Μία περίπτωση ειδικότερα, θα έπρεπε να έχει απήχηση στους Γερμανούς αξιωματούχους, που συγκαταλέγονται μεταξύ των πιο ακλόνητων αντιπάλων της ελάφρυνσης χρέους. Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο οι πιστωτές της Γερμανίας συνειδητοποίησαν ότι η πλήρης αποπληρωμή των χρεών της χώρας θα καθιστούσε την αναβίωση δυσκολότερη και θα μπορούσε να αποσταθεροποιήσει το σύνολο της Ευρώπης. Το 1953, συμφώνησαν να διαγράψουν περίπου το 50% των χρεών της Δυτικής Γερμανίας και συνέδεσαν το υπόλοιπο με τις οικονομικές επιδόσεις. Οι πιστώτριες χώρες αναγνώρισαν τότε ότι η ανακούφιση χρέους ήταν προς το συμφέρον τους» σημειώνει το άρθρο. 

Σήμερα, η Γερμανία είναι το πιο ισχυρό έθνος – πιστωτής στην ευρωζώνη. Σύμφωνα με το Bloomberg View, μία παρατεταμένη χρηματοπιστωτική και οικονομική κρίση – σε συνδυασμό με την δημοσιονομική και ρυθμιστική κακοδιαχείριση σε όλες τις πλευρές – έχει αφήσει την Ελλάδα και άλλους σε οικονομική απελπισία. Με την ανησυχία ότι η περαιτέρω ελάφρυνση χρέους θα ενθάρρυνε την «ασωτία», η Γερμανία αντιτίθεται στις διαγραφές χρέους κι επιμένει στην βαριά δημοσιονομική λιτότητα. Τα αποτελέσματα έχουν υπάρξει καταστροφικά. Στην Ελλάδα ένας στους τέσσερις εργαζόμενους είναι άνεργος και – κατά μία εκτίμηση – σχεδόν ο μισός πληθυσμός τώρα ζει σε συνθήκες φτώχειας.

Αυτή η επιβεβλημένη κακουχία δεν βελτιώνει την ικανότητα των χωρών να πληρώσουν τα χρέη τους ούτε βοηθά τις οικονομικές προοπτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η αργή ανάπτυξη έχει διαβρώσει τα δημοσιονομικά οφέλη της λιτότητας. Παρά τις περικοπές των δαπανών και την αύξηση των φόρων, η Ελλάδα, η Ιταλία, η Πορτογαλία, η Ισπανία ακόμη και η Γαλλία, δεν θα είναι σε θέση να μειώσουν την αναλογία χρέους προς ΑΕΠ στο επιτρεπόμενο ανώτατο ευρωπαϊκό όριο του 60% στο ορατό μέλλον, σημειώνει το Bloomberg View. 

Η διαγραφή χρέους σε συνδυασμό με οικονομικές μεταρρυθμίσεις υπέρ της ανάπτυξης θα βοηθούσαν. Σε κάποιες χώρες, το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους ξεπερνάει το 10% των κρατικών δαπανών. Ορισμένα από αυτά τα χρήματα θα ήταν προτιμότερο να χρησιμοποιηθούν για δαπάνες που θα έβαζε τους πίσω στην αγορά εργασίας. Η υψηλότερη απασχόληση και η ταχύτερη ανάπτυξη θα καθιστούσε πιο εύκολο για τις κυβερνήσεις να αποπληρώσουν τις εναπομείνασες υποχρεώσεις τους. Αυτός είναι ο λόγος, σε συνθήκες τόσο δεινές όσο αυτές, το πραγματικό κόστος της ελάφρυνσης χρέους για τους πιστωτές είναι χαμηλό, στην χειρότερη και σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να είναι ακόμη και αρνητικό.

«Θα υπάρξουν και άλλα οφέλη επίσης – πάνω από όλα, η χαλάρωση της ταλαιπωρίας που υφίσταται ήδη η Ελλάδα και άλλοι, και η αποκατάσταση της λαϊκής υποστήριξης στο ευρωπαϊκό project. Ως κύριο ενδιαφερόμενο μέρος σε αυτό το σχέδιο, η Γερμανία έχει να κερδίσει πολλά. Η άρνησή της να ανεχθεί περαιτέρω ελάφρυνση χρέους είναι οικονομικά επιζήμια και πολιτικά επικίνδυνη. Για το δικό της καλό, η Γερμανία θα πρέπει να το ξανασκεφθεί» καταλήγει το άρθρο.  



Οι περισσότεροι γερμανοί οικονομολόγοι, γράφουν οι Rolf Wenkel και Στέφανος Γεωργακόπουλος στην Deutsche Welle, εκτιμούν ότι η νέα ελληνική κυβέρνηση θα αναζητήσει έναν συμβιβασμό για το χρέος με τους ευρωπαίους εταίρους, που συμφέρει εν τέλει και τις δύο πλευρές.

Με ψυχραιμία αντέδρασαν οι ευρωπαϊκές αγορές στην νίκη του Αλέξη Τσίπρα στις ελληνικές εκλογές, προφανώς διότι κάθε άλλο αποτέλεσμα θα αποτελούσε έκπληξη. Παρά τις ριζοσπαστικές προεκλογικές εξαγγελίες η νέα ελληνική κυβέρνηση θα αναζητήσει, όπως όλα δείχνουν, τον συμβιβασμό με τους ευρωπαίους εταίρους, ίσως και επειδή λείπουν από τα κρατικά ταμεία οι πόροι για την εφαρμογή των πρώτων κοινωνικών προγραμμάτων που υποσχέθηκε προεκλογικά ο ΣΥΡΙΖΑ. Ο επικεφαλής οικονομολόγος της γερμανικής τράπεζας Commerzbank Γιόργκ Κρέμερ δήλωσε σχετικά στην DW: «Η χρηματοδότηση των πρώτων κοινωνικών προγραμμάτων θα είναι δύσκολη. Στο προοίμιο των εκλογών αρκετοί Έλληνες δεν πλήρωσαν φόρους και έτσι τα έσοδα του δημοσίου, σύμφωνα με στοιχεία του ελληνικού υπουργείου Οικονομικών, ήταν τον Ιανουάριο κατά 1 δισ. ευρώ χαμηλότερα απ΄ ό,τι αναμενόταν».

Χωρίς φρέσκο χρήμα στα ταμεία το ελληνικό δημόσιο δεν θα είναι σε θέση να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του. Ήδη το πρώτο τρίμηνο του 2015 η Ελλάδα θα πρέπει να αποπληρώσει πιστώσεις και τόκους γύρω στα 4,5 δισ. ευρώ, ενώ το καλοκαίρι θα πρέπει να εξυπηρετηθεί το χρέος με 3,5 δισ. τον Ιούλιο και περίπου 3 δισ. τον Αύγουστο.

Πιθανή μια επιμήκυνση και μείωση τόκων
Σχεδόν όλοι οι ειδικοί στην Γερμανία εκτιμούν πάντως ότι ελληνική κυβέρνηση και πιστωτές θα συμφωνήσουν μετά από διαπραγματεύσεις και θα αποτρέψουν το ενδεχόμενο εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ. Διότι ένα «Grexit» θα οδηγούσε το πιθανότερο σε πτώχευση του ελληνικού δημοσίου και μαζικές αναλήψεις καταθέσεων. Επιπτώσεις θα υπήρχαν ωστόσο και για τους πιστωτές, εκτιμά ο οικονομολόγος Γιόργκ Κρέμερ: «Σε αυτή την περίπτωση θα έπρεπε να διαγραφούν όλες οι πιστώσεις, περίπου 250 δισ. ευρώ που δόθηκαν στην Ελλάδα. Στη Γερμανία η Αγκελα Μέρκελ θα πρέπει να δώσει εξηγήσεις στους ψηφοφόρους της, ενώ την ίδια στιγμή θα ενισχυόταν το ευρωσκεπτικιστικό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία. Και οι διεθνείς πιστωτές δεν επιθυμούν τέτοιου είδους εξελίξεις».

Ο επικεφαλής οικονομολόγος της Commerzbank θεωρεί ότι ένας συμβιβασμός θα μπορούσε να έχει τη μορφή επιμήκυνσης της αποπληρωμής και μείωσης των επιτοκίων. Όμοια άποψη έχει και ο γερμανός καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου Τόμας Στράουμπχαρ, ο οποίος τονίζει ότι μόνο με λιτότητα και περικοπές η Ελλάδα δεν μπορεί να βγει από την κρίση: «Κύριο χαρακτηριστικό στις διαπραγματεύσεις θα πρέπει να είναι από την μια η λιτότητα, από την άλλη όμως η ανάπτυξη. Μόνο με ένα συνδυασμό νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής μπορούμε να φθάσουμε μακροπρόθεσμα σε μια λύση».