“Στον αγώνα για να σταματήσει η φορολόγηση μη-περιουσίας η προσαρμογή των ψευτοαντικειμενικών αξιών είναι καθοριστική.
Τα ΜΜΕ εξαφάνισαν την είδηση ή την εμφάνισαν ως προσφυγή 13 πολιτών (που που όλως τυχαίως αποτελούντο από τον Πρόεδρο και τα στελέχη ενός κόμματος που αποκρύπτονται από το κοινό). Μόνο το Capital έχει το ρεπορτάζ το οποίο και παραθέτω στη συνέχεια. Δεν μπορώ να προδικάσω το αποτέλεσμα αλλά τη μάχη τη δώσαμε.
2. Είναι δύσκολος ο προσδιορισμός των αντικειμενικών αξιών επειδή λόγω της οικονομικής κρίσης επήλθαν διαδοχικές μεταβολές στις αξίες των ακινήτων, επιπλέον επειδή σήμερα δεν υπάρχει επαρκές και αξιόπιστο δείγμα στοιχείων αγοραπωλησίας και επειδή δεν λειτουργεί ομαλά η κτηματαγορά.
Από πλευράς του, ο δικηγόρος και αντιπρόεδρος της Δράσης Τάσος Αβραντίνης, ανέφερε μεταξύ άλλων στην αγόρευσή του ως προς το πρώτο επιχείρημα, πως είναι εντελώς αβάσιμο.
Ολόκληρη η δήλωση του κ. Σκυλακάκη, έχει ως εξής:
Τα κόμματα και οι βουλευτές κουβέντιαζαν, η Δράση έδρασε.Και μετά από μήνες προσπάθειας χθες δικάσαμε την υπόθεση στο Συμβούλιο της Επικρατείας.
Τα ΜΜΕ εξαφάνισαν την είδηση ή την εμφάνισαν ως προσφυγή 13 πολιτών (που που όλως τυχαίως αποτελούντο από τον Πρόεδρο και τα στελέχη ενός κόμματος που αποκρύπτονται από το κοινό). Μόνο το Capital έχει το ρεπορτάζ το οποίο και παραθέτω στη συνέχεια. Δεν μπορώ να προδικάσω το αποτέλεσμα αλλά τη μάχη τη δώσαμε.
Ακολουθεί το ρεπορτάζ:"Συζητήθηκε ενώπιον της Ολομελείας του Συμβουλίου Επικρατείας, η αίτηση ακυρώσεως στελεχών της Δράσης και πολιτών εναντίον της "παράνομης μη αναπροσαρμογής των αντικειμενικών αξιών των ακινήτων και κατ´επέκταση, εναντίον της εξοντωτικής αυθαίρετης και αντισυνταγματικής φορολόγησης της ακίνητης περιουσίας", όπως χαρακτηριστικά αναφέρει σε ανακοίνωσή του το κόμμα.
Το Δημόσιο ισχυρίστηκε1. Ότι δεν είναι δεσμία η αρμοδιότητα της διοίκησης να αναπροσαρμόζει ανά διετία τις τιμές ζώνης επί των οποίων υπολογίζονται οι αντικειμενικές αξίες των ακινήτων.
2. Είναι δύσκολος ο προσδιορισμός των αντικειμενικών αξιών επειδή λόγω της οικονομικής κρίσης επήλθαν διαδοχικές μεταβολές στις αξίες των ακινήτων, επιπλέον επειδή σήμερα δεν υπάρχει επαρκές και αξιόπιστο δείγμα στοιχείων αγοραπωλησίας και επειδή δεν λειτουργεί ομαλά η κτηματαγορά.
Από πλευράς του, ο δικηγόρος και αντιπρόεδρος της Δράσης Τάσος Αβραντίνης, ανέφερε μεταξύ άλλων στην αγόρευσή του ως προς το πρώτο επιχείρημα, πως είναι εντελώς αβάσιμο.
Και τούτο, διότι η Διοίκηση, παραλείποντας να εκδώσει την απόφαση που προβλέπεται στο άρθρο 41 ν. 1249/1982 παρέβη ευθέως τη διάταξη του ίδιου αυτού άρθρου, κατά την οποία η σχετική απόφαση εκδίδεται ανά διετία, και τη διάταξη της παρ. 2.3 του παραρτήματος V_2 του κυρωτικού νόμου του δευτέρου μνημονίου - ν. 4046/2010 - κατά την οποία η σχετική απόφαση θα έπρεπε να έχει εκδοθεί το αργότερο τον Ιούνιο του 2012.Η Διοίκηση δεν έχει διακριτική ευχέρεια αλλά δεσμία αρμοδιότητα.
Αναφορικά με τον δεύτερο ισχυρισμό του Δημοσίου, ο κ. Αβραντίνης είπε πως επί της ουσίας το επιχείρημα περί δύσκολου προσδιορισμού των αντικειμενικών αξιών, το αναίρεσε η ίδια η διοίκηση στο ακροατήριο, όταν η νομική σύμβουλος της, ισχυρίσθηκε ότι οι αντικειμενικές αξίες του 2007 τότε ήταν πολύ χαμηλές και σήμερα πλησιάζουν τις πραγματικές. Αφού δεν έχεις στοιχεία πώς είναι δυνατόν να καταλήγεις στο συμπέρασμα αυτό.Επ αυτού, διερωτήθηκε πως εάν αυτό ισχύει τότε, γιατί δεν αναπροσαρμόστηκαν οι αξίες στα επίπεδα των τιμών ζώνης του 2007 και γιατί οι πλειστηριαμοί ζητείται να γίνονται στο 1/3 της α.α. όπως προβλέπει το Μεσοπρόθεσμο ή μετά από διαπραγματεύσεις στα 2/3 της α.α.; Μετά το πέρας της διαδικασίας, ο Πρόεδρος της Δράσης Θόδωρος Σκυλακάκης με δήλωσή του τόνισε πως "η φορολογία περιουσίας που δεν υπάρχει δεν είναι συνταγματικά ανεκτή".
Ολόκληρη η δήλωση του κ. Σκυλακάκη, έχει ως εξής:
"Όταν οι αντικειμενικές είναι μεγαλύτερες των πραγματικών, τότε ουσιαστικά φορολογείται ανύπαρκτη περιουσία. Τόσο μέσω του νέου ΕΝΦΑ, όσο και με πoλλούς παλαιότερους φόρους και τέλη (φόρος μεταβίβασης, κληρονομίας, γονικής παροχής, ΦΑΠ κ.λπ.). Η φορολογία περιουσίας που δεν υπάρχει δεν είναι συνταγματικά ανεκτή, ενώ το υπουργείο Οικονομικών είχε υποχρέωση να προσαρμόσει τις αξίες ήδη από το 2009 (ο νόμος προβλέπει προσαρμογή ανά διετία) και δεν τηρεί τον νόμο."...”