Ισορροπημένη λύση για τα επισφαλή δάνεια προκρίνει ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της KPMG στην Ελλάδα, Μάριος Κυριάκου, επισημαίνοντας ότι η αναπόφευκτη ζημιά δεν πρέπει να επιβαρύνει δυσανάλογα ούτε τις τράπεζες, ούτε το Δημόσιο.
Υποστηρίζει δε ότι θα ήταν ιδεώδες να αξιοποιηθούν κεφάλαια από το ΕΣΠΑ, ώστε να καλυφθεί μέρος της απώλειας που θα προκληθεί από την ενδεχόμενη διαγραφή ή ρύθμιση των επισφαλών δανείων.
Επαναλαμβάνει ότι οι τράπεζες θα πρέπει σύντομα να εξετάσουν μία προς μία τις υπερχρεωμένες επιχειρήσεις και να λάβουν αποφάσεις, ξεδιαλύνοντας το τοπίο. Αυτό πρέπει να γίνει σε σύντομο χρονικό διάστημα καθώς σήμερα αρκετές ενήμερες εταιρείες αναρωτιούνται αν θα πρέπει να συνεχίσουν να πληρώνουν. «Έρχονται πελάτες και μας ρωτούν μήπως και οι ίδιοι θα πρέπει να σταματήσουν να πληρώνουν αν πρόκειται να υπάρξει ‘κούρεμα’» σημειώνει, προσθέτοντας ότι θα πρέπει οι τράπεζες να επιβάλουν μνημόνια στις επιχειρήσεις.
Το ξεκαθάρισμα εκτιμά πως θα επιτρέψει στις βιώσιμες να ανασάνουν και να προσφέρουν στην απασχόληση. Οι υπόλοιπες πρέπει να κλείσουν, αφού πλέον δεν μπορούν να προσφέρουν κάτι στην οικονομία ή στην κοινωνία.
Συμπληρώνει ότι η διαδικασία, εκτός από την τόνωση της εγχώριας επιχειρηματικότητας, θα ευνοήσει τελικά το επενδυτικό κλίμα, καθώς «κανείς δεν επενδύει σε μια αγορά όπου οι ντόπιες επιχειρήσεις κλείνουν η μία μετά την άλλη».
Σχολιάζοντας το μοντέλο αναδιάρθρωσης ολόκληρων κλάδων, όπως αυτό που έγινε στον τομέα των ιχυθοκαλλιεργειών, δηλώνει ότι δεν είναι αντίθετος, αλλά επισημαίνει τον κίνδυνο δημιουργίας μονοπωλίων που δεν θα ωφελήσουν τον καταναλωτή.
Όσον αφορά τη φοροδιαφυγή, ξεκαθαρίζει ότι «δεν φοροδιαφεύγουν οι επιχειρήσεις, αλλά οι μέτοχοί τους» εξηγώντας ότι όλα καταλήγουν στο επίπεδο του φυσικού προσώπου. Υποστηρίζει πως η καλύτερη λύση είναι η καθιέρωση «καθολικού πόθεν έσχες», ενός είδους προσωπικού ισολογισμού.
Σε ό,τι αφορά τη φορολογία των επιχειρήσεων, ο κ. Κυριάκου δηλώνει ευθαρσώς ότι δεν είναι υψηλή και ότι ο ανώτατος φορολογικός συντελεστής κινείται σε επίπεδα χαμηλότερα από αυτά σε αρκετές χώρες. Εκτιμά ότι η όποια μείωσή της δεν θα έχει αποτέλεσμα, αφενός γιατί δεν είναι βέβαιο ότι τα έσοδα που θα προκύπτουν θα αρκούν για τις ανάγκες, και αφετέρου λόγω νοοτροπίας. Όπως χαρακτηριστικά δηλώνει, έχει εδραιωθεί η αντίληψη της φοροδιαφυγής, με αποτέλεσμα «ούτε συντελεστή 5% δεν είναι διατεθειμένος να πληρώσει κάποιος, όταν γνωρίζει ότι δεν θα τον πιάσουν».
Η φοροδιαφυγή μάλιστα έχει και άλλες παρενέργειες σύμφωνα με τον κ. Κυριάκου, καθώς τα ψευδή στοιχεία του συνολικού εισοδήματος δεν επιτρέπουν τη δημιουργία ενός σταθερού και ισορροπημένου φορολογικού συστήματος.
Πέραν αυτής της αδυναμίας, ο ίδιος εκτιμά ότι υπάρχει σοβαρή έλλειψη στην προσέλκυση επενδύσεων, δηλώνοντας ότι «πάσχουμε σε όλα όσα ζητά ένας επενδυτής». Αναφέρεται τόσο στη γραφειοκρατία όσο και στο θεσμικό πλαίσιο που καλύπτει τα εργασιακά. Θεωρεί ότι πρέπει να εννοούμε πως θέλουμε επενδύσεις και να βελτιώσουμε το πλαίσιο υποδοχής τους, συγκρίνοντας το ελληνικό μοντέλο με το αντίστοιχο άλλων χωρών.
Επισημαίνει ότι η χώρα «είναι πτωχευμένη, και επιβιώνει με τη στήριξη των δανειστών». Αν σταματήσουν να μας δανείζουν, όσοι λένε ότι τα πράγματα δεν θα γίνουν χειρότερα θα διαψευστούν, τονίζει.