“Ναι.
Η κακή εξέλιξη των μακροοικονομικών μεγεθών ήταν εμφανής και η αναπόφευκτη κρίση ήταν θέμα χρόνου και δυσμενούς συγκυρίας.
Τα συνεχή ελλείμματα του κράτους ακόμα και σε έτη υψηλής οικονομικής ανάπτυξης (και άρα η συνεχής αύξηση του δημοσίου χρέους) και, κυρίως, τα συνεχή ελλείμματα ...
... του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών (που υποδείκνυαν ότι η χώρα «ζούσε πάνω από τις δυνατότητες της» και οδηγούσαν σε συνεχή αύξηση του δανεισμού από το εξωτερικό, ειδικά από τη πλευρά της κυβέρνησης και των νοικοκυριών) έδιναν σαφείς προειδοποιήσεις για την ανάγκη αλλαγής πορείας.
Η κακή εξέλιξη των μακροοικονομικών μεγεθών ήταν εμφανής και η αναπόφευκτη κρίση ήταν θέμα χρόνου και δυσμενούς συγκυρίας.
Τα συνεχή ελλείμματα του κράτους ακόμα και σε έτη υψηλής οικονομικής ανάπτυξης (και άρα η συνεχής αύξηση του δημοσίου χρέους) και, κυρίως, τα συνεχή ελλείμματα ...
... του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών (που υποδείκνυαν ότι η χώρα «ζούσε πάνω από τις δυνατότητες της» και οδηγούσαν σε συνεχή αύξηση του δανεισμού από το εξωτερικό, ειδικά από τη πλευρά της κυβέρνησης και των νοικοκυριών) έδιναν σαφείς προειδοποιήσεις για την ανάγκη αλλαγής πορείας.
Αλλά, ακόμα και σήμερα, που π.χ. ο δημόσιος τομέας έχει ουσιαστικά χρεοκοπήσει παρασέρνοντας μαζί του ολόκληρη την οικονομία, που η ανεργία είναι γύρω στο 30% με τα καλύτερα μυαλά της νέας γενιάς να μεταναστεύουν στο εξωτερικό, και που οι τιμές των περισσοτέρων προϊόντων παραμένουν υψηλές παρόλο που το κόστος εργασίας έχει συρρικνωθεί δραματικά, δεν υπάρχει μια ανοικτή παραδοχή (πόσο μάλλον μια ουσιαστική συζήτηση) ότι κάτι πρέπει να αλλάξει στο δημόσιο τομέα, την αγορά εργασίας και τις αγορές προϊόντων.Σύμφωνα με στοιχεία, η Ελλάδα είναι η χώρα της Ευρωζώνης που επιθυμεί λιγότερο τις διαρθρωτικές αλλαγές.”