Το Ευρωπαϊκό Σαββατοκύριακο του τρόμου

“Αργά το απόγευμα της Παρασκευής 10 Ιουλίου, καθώς οι Ευρωπαίοι υπουργοί Οικονομικών ετοίμαζαν τις βαλίτσες τους για τις Βρυξέλλες ώστε να λάβουν μέρος σε μια ακόμη συνάντηση για την ελληνική κρίση χρέους, ένα συγκλονιστικό μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου από το Βερολίνο προσγειώθηκε στα εισερχόμενα ενός πολύ μικρού αριθμού κορυφαίων αξιωματούχων.



Νωρίτερα την συγκεκριμένη αυτή εβδομάδα, ο Έλληνας πρωθυπουργός, ο Αλέξης Τσίπρας, είχε λάβει το τελεσίγραφο από τους ευρωπαίους ομολόγους του: ή θα παραδώσει ένα νέο ριζοσπαστικό σχέδιο με οικονομικές μεταρρυθμίσεις και περικοπές δαπανών - ή θα βρεθεί αντιμέτωπος με την χρεοκοπία της Ελλάδας.

Ο Τσίπρας είχε ήδη παραδώσει ένα νέο σύνολο των προτάσεων, αλλά πριν οι υπάλληλοι προλάβουν να συναντηθούν στις Βρυξέλλες για να τις συζητήσουν, ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, παρέδωσε ένα προειδοποιητικό χτύπημα: αν η ελληνική κυβέρνηση δεν προχωρήσει σε περισσότερο δραστικές μεταρρυθμίσεις, το γερμανικό email ανέφερε, "στην Ελλάδα θα πρέπει να προταθούν ταχείες διαπραγματεύσεις σχετικές με ένα "διάλειμμα" από την ευρωζώνη". Υπήρξαν προβοκατόρικες συζητήσεις για το ότι η Ελλάδα ενδέχεται να χρειαστεί να εγκαταλείψει το ενιαίο νόμισμα - και τα αισθήματα μεταξύ των άλλων μελών της Ευρωζώνης είχαν σκληρύνει εναντίον της Αθήνας κατά τους έξι μήνες που μεσολάβησαν από τότε που ο ΣΥΡΙΖΑ ήρθε στην εξουσία - αλλά μέχρι τώρα, κανείς δεν είχε προτείνει επισήμως να ωθηθεί η Ελλάδα προς την έξοδο.

"Ήταν σαφές», είπε ένας παραλήπτης. "Ήταν πλεον καταγεγραμμένο. Ήταν σκληρό. Ήταν βάναυσο." Ο Σόιμπλε, ο πιο έμπειρος πολιτικός στην εξουσία στην Ευρώπη, είχε φτάσει στα όριά του -. Και το γερμανικό email έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου στο Παρίσι, τη Ρώμη, τη Φρανκφούρτη και στις Βρυξέλλες.

"Δεν είχε ποτέ διανεμηθεί επίσημα - παρά μόνο σε ένα βασικό πυρήνα ανθρώπων", δήλωσε ένας ανώτερος αξιωματούχος που συμμετείχε στις συνεδριάσεις και ο οποίος είδε το e-mail την Παρασκευή το βράδυ. "Έδειχνε μια σκληρή στάση. Ήταν σαφές ότι το Grexit ήταν πλεον μια επιλογή. Αυτό σήμαινε ότι απο τη Δευτέρα θα ξεκινούσαν οι προετοιμασίες".

Οι απαιτήσεις Σόιμπλε έλαβαν σχήμα στο Σαββατοκύριακο των έντονων διαπραγματεύσεων που ακολούθησαν - στις πιο μοιραίες μέρες στην ιστορία του ενιαίου νομίσματος, με αποκορύφωμα τις 17 ωρών συνομιλίες που τράβηξαν μέχρι και τις 8.30 το πρωί της Δευτέρας. Μετά από πέντε χρόνια κρίσης στα οποία είχαμε δει την Ελλάδα να διασώζεται δύο φορές - και τη διάσωση τεσσάρων άλλων χωρών της ευρωζώνης - το ερώτημα ήταν αν η Ελλάδα θα μπορούσε να παραμείνει στη ζώνη του ευρώ, ή να γίνει η πρώτη χώρα που θα πεταγόταν έξω. Για να μείνει, και να εξασφαλίσει ακόμη ένα σχέδιο διάσωσης, η Αθήνα θα πρέπει να συνθηκολογήσει στα γερμανικά αιτήματα για λιτότητα, αναμόρφωση του ασφαλιστικού, του σνταξιοδοτικού και του φορολογικού συστημάτος της, και να παραδώσει την κυριαρχία σε μεγάλα τμήματα χάραξης της πολιτικής της.

Η πρόταση του Σόιμπλε έσκασε στις οθόνες των ανώτατων κλιμακίων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής περίπου στις 6μμ της Παρασκευής. Είχε τη μορφή ενός σημειώματος μιας σελίδας - οι ευρωκράτες το αποκαλούν "non-paper" - με αποστολέα τον Thomas Steffen, ένας από τους αναπληρωτές του Σόιμπλε στο γερμανικό υπουργείο Οικονομικών. Ταυτόχρονα με την έκκληση για αποβολή της Ελλάδας από το ενιαίο νόμισμα για τουλάχιστον πέντε έτη, πρότεινε επίσης η Αθήνα να μεταβιβάσει περιουσιακά στοιχεία αξίας 50 δις € - το ένα τέταρτο του εθνικού πλούτου - σε ειδικό ταμείο που θα εδρεύει στο Λουξεμβούργο και θα ελέγχεται από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας , το ταμείο διάσωσης της ευρωζώνης. Θα ήταν ένας οργανισμός μαζικής εκποίησης περιουσιακών στοιχείων, στα πρότυπο ιδιωτικοποίησης απο την Δυτική Γερμανία της κρατικής περιουσίας της Ανατολικής Γερμανίας μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου το 1989: σταδιακά, τα περιουσιακά στοιχεία θα μπορούσαν να πωληθούν, και τα έσοδα να χρησιμοποιηθούν για την αποπληρωμή του ελληνικού χρέους.

Φαινόταν σαν μια πρόταση με σκοπό να εξασφαλιστεί η Ελληνική αποχώρηση από το ευρώ: ένας αξιωματούχος από χώρα που συμμετείχε στις συνομιλίες θυμάται ότι ο ίδιος είχε γράψει σε ένα συνάδελφο του, λέγοντάς του ότι τώρα για πρώτη φορά, υπήρχε μια "κατά 60% πιθανότητα Grexit", και ότι αυτό ήταν όχι μόνο δυνατό, αλλά και πολύ πιθανό.

"Πολλοί άνθρωποι είχαν πραγματικά σκανδαλιστεί", δήλωσε ένας ανώτερος διπλωμάτης στις Βρυξέλλες. "Ήταν απίστευτο. Καμία χώρα δεν θα μπορούσε να αποδεχθεί αυτό". Για τον Matteo Renzi, τον Ιταλό πρωθυπουργό, το τελεσίγραφο Σόιμπλε ήταν μια απαράδεκτη γερμανική επιβολή ταπείνωσης προς την Ελλάδα. Θα έπρεπε να διακοπεί.

Υπήρχαν εκείνοι μεταξύ των ηγετών, των κεντρικών τραπεζιτών, και των 19 υπουργών Οικονομικών της ευρωζώνης οι οποίοι αναρωτιόντουσαν εάν Σόιμπλε σοβαρολογούσε. Αλλά τα ανώτερα στελέχη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του με βάση το Λουξεμβούργου ταμείου διάσωσης του ευρώ, ο οποίος είχαν συμμετάσχει στις διαπραγματεύσεις καθ΄ όλη τη διάρκειά τους, κατάλαβαν ότι δεν ήταν μπλόφα - στην πραγματικότητα, γνώριζαν για τα σχέδια του Σόιμπλε ήδη απο μεγάλο χρονικό διάστημα. Πιστεύουν ότι Σόιμπλε σχήματισε στο νου του στις αρχές του έτους - ακόμα και πριν Τσίπρας εξελέγη πρωθυπουργός - ότι η Ευρωζώνη έπρεπε να προστατευθεί απο τις αδυναμίες της: Η Ελλάδα ήταν ένα "οικονομικό βάρος" που έπρεπε "να κλείσει".

Στην ηλικία των 73 ετών, ο Σόιμπλε αποπνέει κύρος και βαρύτητα. Ο χριστιανοδημοκράτης, ο οποίος χρησιμοποιεί την αναπηρική καρέκλα μετά από μια απόπειρα δολοφονίας του το 1990 που τον άφησε παράλυτο από τη μέση και κάτω, είναι ο μακροβιότερος βουλευτής στη μεταπολεμική Γερμανία, και βρίσκεται στο επίκεντρο των κυβερνήσεων από το 1989. Έτρεξε τις διαπραγματεύσεις για την επανένωση της Γερμανίας, και ήταν εκεί στο Μάαστριχτ στη γέννηση του ευρώ το 1992. Ο Σόιμπλε ήταν ο άνθρωπος που εξέφραζε και εκτελούσε τις οξύνοες αλλά κακοσχηματισμένες ιδέες του Καγκελάριου Χέλμουτ Κολ για περισσότερο από μια δεκαετία, και απο χέρι διάδοχός του Κολ. Όμως, οι δύο άνδρες έπεσαν πάνω σε ένα σκάνδαλο χρηματοδότησης που οδήγησε σε μια ποινική έρευνα του πρώην καγκελάριου και στην αναγκαστική παραίτηση του Σόιμπλε απο την αρχηγία του κόμματος το 2000.

Η Άνγκελα Μέρκελ αναδείχθηκε ως ο κύριος διεκδικητής, και ο νέος αρχηγός του κόμματος. Ο Σόιμπλε αισθάνθηκε προδομένος από την Κολ, και δεν έχει μιλήσει μαζί του από τότε, αλλά και η σχέση του με την Μέρκελ χαρακτηρίζεται από παρόμοιες εντάσεις. Μετά από μια δεκαετία κατά την οποία Σόιμπλε υπήρξε ουσιαστικά ο νούμερο δύο στις κυβερνήσεις της Μέρκελ, εξακολουθούν να αποκαλούν ο ένας τον άλλον στον επίσημο πληθυντικό Sie στα γερμανικά, παρά στον οικείο ενικό du στα γερμανικά.

Οι ελιγμοί του Σόιμπλε την Παρασκευή, 10 του Ιουλίου ήταν που έκοψαν την ανάσα, γιατί έσπασαν ένα ταμπού: Η ένταξη στο ευρώ υποτίθεται ότι ήταν αμετάκλητη, και ο Σόιμπλε απέδειξε για πρώτη φορά ότι, η Γερμανία πίστευε ότι η παραμονή στο ενιαίο νόμισμα δεν ήταν παντοτινή - και ότι ήταν διατεθειμένη να ωθήσει κάποια άλλη χώρα προς την έξοδο. Η αποκάλυψη τρόμαξε τους πολιτικούς σε όλη την Ευρώπη. Κάποιος σαν τον Renzi, βλέποντας την εκπαραθύρωσή του Τσίπρα, θα μπορούσε να σκεφθεί: "Είμαι ο επόμενος;"

Ανάμεσα στις ατελείωτες διαφωνίες σχετικά με το τι πρέπει να γίνει με το σε μη βιώσιμα επίπεδα χρέος της Ελλάδας, στο έγγραφο Σόιμπλε δηλώνονταν ξερά ότι, σύμφωνα με τους κανόνες που διέπουν το ευρώ, δεν θα μπορούσε να υπάρξει "κούρεμα" του χρέους. Εάν η Ελλάδα "προσωρινά" έφευγε από το ευρώ, ωστόσο, θα μπορούσε να υπάρξει πολύ πιο γενναιόδωρη δράση για τη μείωση του ελληνικού χρέους. Ακουγόταν σχεδόν σαν δωροδοκία: "Θα σας πληρώσουμε για να φύγετε".

Ο Jean-Claude Juncker, ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, και ο επικεφαλής του επιτελείου του, ο Martin Selmayr, αιφνιδιάστηκαν απο το email Σόιμπλε, και αμέσως κάλεσαν τα δύο μέλη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, τον αρμόδιο για το ενιαίο νόμισμα, Valdis Dombrovskis της Λετονίας και τον Pierre Moscovici της Γαλλίας. Ο Γιούνκερ κάλεσε επίσης τον Πρόεδρο Φρανσουά Ολάντ στο Παρίσι: οι δύο άνδρες ήταν αποφασισμένοι να κρατήσουν την Ελλάδα στο ευρώ, αλλά ανησυχούσαν για το αν η Μέρκελ είχε την κοινή βούληση με τον Σόιμπλε να "βγάλουν" τους Έλληνες, θα ήταν ανίκανοι να την σταματήσουν. "Ο Γιούνκερ και ο Ολάντ συμφώνησαν ότι αυτό ήταν δραματικο και δεν θα έπρεπε να γίνει", δήλωσε μια πηγή των Βρυξελλών. "Αλλά κανείς δεν ήταν σίγουρος αν αυτό ήταν απλά μια κίνηση του Σόιμπλε ή εάν είχε συμφωνηθεί με την Μέρκελ."

Ο Γιούνκερ και οι κορυφαίοι συνεργάτες του, έμαθαν για την κίνηση Σόιμπλε μόλις το βράδυ της Παρασκευής. Αυτοί που έλαβαν το e-mail την ίδια στιγμή ήταν ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ, και οι στενοί συνεργάτες του, η γαλλική ηγεσία, ο επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Mario Draghi, ο υπουργός Οικονομικών της Ολλανδίας Γερούν Ντάισελμπλουμ - ο οποίος προεδρεύει στις συνεδρίασεις του λεγόμενου Eurogroup των 19 υπουργών Οικονομικών στο ενιαίο νόμισμα - και ο Thomas Weiser, ένας Αυστριακός οικονομολόγος και ανώτερος Ευρωκράτης, ο οποίος είναι επικεφαλής της ομάδας εργασίας των ανώτερων υπαλλήλων που προετοιμάζουν τις μηνιαίες συνεδριάσεις του Eurogroup.Ακόμη και η Μέρκελ, ενημερώθηκε για την βόμβα Σόιμπλε, μόνον λίγες ώρες πριν το κλικ της αποστολής από τον αναπληρωτή του Σόιμπλε. "Η θέση αυτή είχε ήδη προσεκτικά συμφωνηθεί στα πλαίσια της ομοσπονδιακής κυβέρνησης", δήλωσε ο Σόιμπλε τον Αύγουστο, σε μια συνέντευξη για ένα ντοκιμαντέρ της κρατικής τηλεόρασης της Γερμανίας αφιερωμένο στην καριέρα του. "Ήταν γραμμένο σε ένα κομμάτι χαρτί στο υπουργείο Οικονομικών, έτσι ακριβώς. Το συζήτησα λέξη προς λέξη με την καγκελάριο την Παρασκευή και είχα ενημερώσει επίσης τον αντικαγκελάριο τηλεφωνικά. Και μετά πήγαμε στις Βρυξέλλες".

Ενώ Schäuble και οι συνάδελφοι του υπουργοί οικονομικών, έκαναν τα δικά τους το Σάββατο το πρω στις Βρυξέλλες, ο Weiser συγκάλεσε την ομάδα εργασίας του από ανώτερους υπαλλήλους - αλλά είχαν ήδη αιφνιδιαστεί από την πρόταση του Σόιμπλε. Παρά το γεγονός ότι η πρόταση δεν συζητήθηκε επίσημα, οι συμμετέχοντες δήλωσαν ότι αιωρούνταν σιωπηλά κατά τη διάρκεια της συνόδου. Η συνάντηση ήταν τεταμένη και ζοφερή. Αλλά απο πουθενά δεν προμηνύνταν αυτό που επρόκειτο να συμβεί.

Οι τρεις μέρες που ακολούθησαν την ανακοίνωση σοκ Σόιμπλε θα βρούν τους υπουργούς Οικονομικών και τους κεντρικούς τραπεζίτες κλειδωμένους σε διαπραγματεύσεις μέχρι τα μεσάνυχτα του Σαββάτου πριν καταλήξουν σε αποτυχία. Αυτοί συνέχισαν τη συζήτηση το πρωί της Κυριακής, πριν παραδώσουν τη σκυτάλη στους εθνικούς ηγέτες - των οποίων η σύνοδος κορυφής ξεκίνησε στις 4 το απόγευμα και διήρκεσε όλη τη νύχτα για 17 ώρες.

Ήταν η πιο σφοδρή, πιο εριστική, και πιο έντονη συζήτηση που πραγματοποιήθηκε ποτέ από τους υπεύθυνους για την ευρωπαϊκή οικονομία - ο επαναλαμβάνεται από συνεντεύξεις με πάνω από μια ντουζίνα από φορείς χάραξης πολιτικής, διαπραγματευτές και μάρτυρες στη μαραθώνια συνεδρίαση των Βρυξελλών. Κανείς δεν ήξερε που ακριβώς θα καταλήξει μέχρι την τελευταία στιγμή.

Το διακύβευμα δεν θα μπορούσε να ήταν μεγαλύτερη. Οι χρηματοπιστωτικές αγορές περίμεναν να εφορμήσουν σε οποιαδήποτε σημάδια αδυναμίας, με το άνοιγμά τους το πρωί της Δευτέρας. Η εκδίωξη των Ελλήνων θα έστελνε ένα τρομακτικό μήνυμα προς τις πιο αδύναμες χώρες της ευρωζώνης, μια προειδοποίηση ότι πρέπει να τηρούν τις γερμανοκίνητες οδηγίες, τις σχετικές με υγιείς προϋπολογισμούς, λιτότητα, περικοπές των δημοσίων δαπανών, διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Εν ολίγοις, αν δεν γίνουν πιο Γερμανοί, μπορεί να γίνει η επόμενη Ελλάδα.

Αλλά η διατήρηση της Ελλάδας στη ζώνη του ευρώ θα είναι δύσκολη: μετά από πέντε χρόνια του μεγαλύτερου πακέτο διάσωσης στην ιστορία, η εμπιστοσύνη των ευρωπαίων στην Αθήνα είχε βυθιστεί σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα. Στην Ελλάδα, την κατάρρευση του βιοτικού επιπέδου, η εκτίναξη της φτώχειας, η ατελείωτη λιτότητα και η ελάττωση της εθνικής κυριαρχίας είχε κορυφωθεί με την εκλογή της πρώτης κυβέρνησης ριζοσπαστικών αριστερών στην ευρωζώνη, η οποία είχε υποσχεθεί να αψηφίσει το Βερολίνο και τις Βρυξέλλες με την απόρριψη της λιτότητας και την παραμονή παρ' όλα αυτά στη ζώνη του ευρώ.

Στο τέλος, θα καταλήξουν σε έναν απροσδόκητο συμβιβασμό της τελευταίας στιγμής μεταξύ Μέρκελ και Τσίπρα, μετά από 10 εξαντλητικές ώρες ολονύκτιων διαπραγματεύσεων.

Οι προηγούμενοι έξι μήνες διαπραγματεύσεων με την κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα είχε κινηθεί προς μία μόνο κατεύθυνση - από το κακό στο χειρότερο. Από την έναρξη της θητείας του τον Ιανουάριο, ο Τσίπρας είχε δείξει λίγη διάθεση να έρθει σε συμφωνία με τους όρους των πιστωτών, και οι δύο πλευρές απογοητεύονταν όλο και περισσότερο.

Για τους Ευρωπαίους, το κύριο εμπόδιο ήταν ο δυναμικός Έλληνας Υπουργός Οικονομικών, ο Γιάννης Βαρουφάκης, του οποίου το sex appeal και η ριζοσπαστική ρητορική είχαν πάρει τα εύσημα. Οι αντίπαλοι του Βαρουφάκη είχαν γρήγορα ενοχληθεί από την θεωρούμενη ως υπεροπτική στάση του στις μηνιαίες παρουσίες του ενώπιον του Eurogroup, της επιτροπής των υπουργών οικονομικών. Στην προσπάθειά του να διαιρέσει τους άλλους υπουργούς Οικονομικών, τον έναν εναντίον του άλλου, ο Βαρουφάκης κατάφερε μόνο να τους ενώσει όλους εναντίον του. Σε μια συνάντηση τον Φεβρουάριο, Βαρουφάκης και Dijsselbloem εφτασαν σχεδόν στα χέρια. Ο Moscovici, ο πρώην υπουργός Οικονομικών της Γαλλίας και μέλος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, έπρεπε να παρέμβει για να αποτρέψει την συνέχεια. "Υπήρξε μια στιγμή σωματικής έντασης μεταξύ Dijsselbloem και Βαρουφάκη", αποκάλυψε ο Moscovici σε μια συνέντευξη για ένα ντοκιμαντέρ που προβλήθηκε στη γαλλική τηλεόραση νωρίτερα αυτή την εβδομάδα. "Κατηγόρησαν ο ένας τον άλλο ότι είναι ψεύτες. Έπρεπε να παρέμβω", είπε. "Μου πήρε λίγο χρόνο για να τους χωρίσω". Από εκείνη τη στιγμή, ποτέ δεν μίλησε και πάλι Βαρουφάκης και Dijsselbloem.

Μέχρι τον Ιούνιο, οι διαπραγματεύσεις με την ομάδα Τσίπρα δεν ήταν μόνο σε αδιέξοδο, είχαν ως αποτέλεσμα την πλήρη κατάρρευση της εμπιστοσύνης μεταξύ των δύο πλευρών. Οι διαπραγματεύσεις δεν οδηγούσαν πουθενά. Το υφιστάμενο πακέτο διάσωσης των 130 δισεκατομμυρίων € - το 2ο για την Ελλάδα - επρόκειτο να λήξει στις 30 Ιουνίου. Αν οι Έλληνες δεν δράσουν, θα δράσουν οι πιστωτές.

Την 1η Ιουνίου, με την προθεσμία να καταφθάνει με ταχύτητα, η Μέρκελ παρέκαμψε Σόιμπλε και Dijsselbloem και κάλεσε μια ξαφνική συνάντηση των βασικών Ευρωπαίων ηγετών στην αστραφτερή Καγκελαρία στο Βερολίνο: Παρέστησαν Ολάντ και Γιούνκερ, μαζί με τον Mario Draghi και την Christine Lagarde, την διευθύντρια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.

Η μίνι-σύνοδος κορυφής της Μέρκελ ξεκίνησε αργά το βράδυ και διήρκεσε μέχρι τις δύο, με αποτέλεσμα ένα "υπόμνημα" πέντε σελίδων όπου περιγράφεται αυτό που θα πρέπει να κάνουν οι Έλληνες για να σώσουν την κατάσταση. Ήταν η αρχή του τέλους του παιχνιδιού.

Κύριος στόχος της Μέρκελ ήταν να επιλυθούν οι ενδεχόμενες εναπομένουσες διαφορές μεταξύ των Ευρωπαίων ηγετών και του ΔΝΤ και την εξασφάλιση ότι ήταν όλοι στην ίδια σελίδα. "Ο καθένας είχε διαφορετικά συμφέροντα, αλλά αυτά καθόρισαν τις ελάχιστες προϋποθέσεις για μια συμφωνία με τον Τσίπρα", δήλωσε ένα άτομο που ήταν παρόν στη συνάντηση. "Φύγαμε με τη βάση για ένα τρίτο πακέτο διάσωσης". Το επόμενο πρωί τηλεφώνησε η Λαγκάρντ την Μέρκελ για να επιβεβαιώσει ό, τι είχε συμφωνηθεί και να τονίσει ότι το ΔΝΤ δεν ήθελε περαιτέρω διαπραγματεύσεις. Ήταν take-it-or-leave-it για τους Έλληνες. Αλλά αυτό που ακολούθησε ήταν ένας ξέφρενος μήνα μετάθεσης προθεσμιών, πολλαπλών «τελευταίων ευκαιριών», αρκετών τελεσιγράφων, τεσσάρων συναντήσεων κορυφής και τεσσάρων συναντήσεων των υπουργών οικονομικών της ευρωζώνης στις Βρυξέλλες και στο Λουξεμβούργο.

Μετά από όλα αυτά, δεν υπήρχε ακόμη συμφωνία - και την Παρασκευή, 26 Ιουνίου Τσίπρας άφησε ήσυχα μια διαπραγμάτευση σύνοδο κορυφής στις Βρυξέλλες, το μεσημέρι μετά απο ιδιωτικές συνομιλίες με την Μέρκελ. Χωρίς να το αναφέρει στους Ευρωπαίους, επέστρεψε στην Αθήνα και, κατά τα μεσάνυχτα, προκήρυξε ένα εθνικό δημοψήφισμα για τους όρους μιας υποθετικής συμφωνίας με την ευρωζώνη, την οποία περιέγραψε στην ομιλία του ως "εκβιασμό" και "ταπεινωτική". Η Μέρκελ ήταν πραγματικά σοκαρισμένη, σύμφωνα με ανθρώπους που γνωρίζουν καλά τις απόψεις της. Ο Τσίπρας είχε την ελπίδα ότι το δημοψήφισμα, το οποίο είχε οριστεί να λάβει χώρα στις 5 Ιουλίου, θα έστελνε ένα ισχυρό μήνυμα προς τις άλλες χώρες της ευρωζώνης. Όπως το έθεσε ο Έλληνας υπουργός ενέργειας Παναγιώτης Λαφαζάνης: "Αν οι Έλληνες πούν ένα μεγάλο όχι, δεν είναι δυνατόν για αυτούς που ασκούν εξουσία να μην το λάβουν υπόψη τους, εκτός κι αν η δημοκρατία δεν υπάρχει πια"

Ο Τσίπρας επέμενε ότι το δημοψήφισμα δεν ήταν για την έξοδο απο το ευρώ. Για τους έξαλλους ηγέτες της Ευρωζώνης, ήταν ακριβώς το αντίθετο: Η Μέρκελ, ακόμα και ο Ολάντ - που ήταν πιο φιλικά προσκείμενος προς τους Έλληνες - δήλωσαν ότι μια ψήφος στο ΟΧΙ θα είναι μια ψήφος εγκατάληψης του ενιαίου νομίσματος. Στις 29 Ιουνίου, ο Γιούνκερ, στην πιο παθιασμένη συνέντευξη Τύπου που έδωσε ποτέ, εστίασε στο σημείο με φόντο την ελληνική σημαία, σαν να ήταν η διάλυση της Ευρώπης στην οποία έχει αφιερώσει την ενήλικη ζωή του.

Αλλά η προθεσμία αποπληρωμής της 30ής Ιουνίου έληξε χωρίς καν την επίφαση μιας συμφωνίας, πράγμα που σήμαινε ότι η Ελλάδα δεν είχε κανένα σχέδιο διάσωσης και ήταν και απένταρη. Στο δημοψήφισμα στις 5 Ιουλίου, το ελληνικό εκλογικό σώμα άκουσε τον Τσίπρα, αντί για τους ηγέτες της ευρωζώνης, το οποίο κάλυψε τον πρωθυπουργό με το 61,3% των ψήφων και απάντησε με ένα ηχηρό ΟΧΙ στη λιτότητα και στους Ευρωπαίους.

Η ψήφος στο ΟΧΙ κατέστρεψε και το ελάχιστο εμπιστοσύνης που υπήρχε μεταξύ των μερών, και η αναχώρηση της Ελλάδας από το ευρώ ανέβηκε στην ημερήσια διάταξη. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα πάγωσε την ενίσχυση της ρευστότητας για τις ελληνικές τράπεζες και επιβλήθηκαν οι έλεγχοι κεφαλαίων. Στην Ελλάδα, αυτό είχε άμεσο αντίκτυπο, καθώς οι τράπεζες έκλεισαν και ουρές ανθρώπων σχηματίζονταν μπροστά από τις λίγες αυτόματες μηχανές ανάληψης μετρητών που είχαν ακόμα απομείνει με διαθέσιμα χαρτονομίσματα. Η μικροπολιτική και απο τις δύο πλευρές είχε ξεπεράσει κάθε προσδοκία.

Αλλά δεν υπάρχει τίποτα που οι ηγέτες της Ευρώπης να ζηλεύουν και να θαυμάζουν περισσότερο από την επιτυχία στην κάλπη. Με την 61% υπερ του εντολή, ο νεαρός Τσίπρας ήταν μια υπολογίσιμη δύναμη για την Μέρκελ. "Είχαν εντυπωσιαστεί από το πόσο καλά κέρδισε το δημοψήφισμα", δήλωσε ένας ανώτερος αξιωματούχος που συμμετέχει στις διαπραγματεύσεις. "Δεν τους άρεσε το αποτέλεσμα, αλλά συνειδητοποίησαν πόσο τεράστια είναι".

Αυτό ήταν το δυσοίωνο σκηνικό στο κρίσιμο τριήμερο των διαπραγματεύσεων. Ακόμα, κατά τις ημέρες πριν οι υπουργοί Οικονομικών συναντηθούν το Σάββατο 11 Ιουλίου, φάνηκαν λίγες αχτίδες ελπίδας. Στις 7 Ιουλίου, Βαρουφάκης, ο οποίος δεν είχε κάνει τίποτα, αλλά εκνεύριζε τους συναδέλφους τους υπουργούς των Οικονομικών, υπέβαλε την παραίτησή του. Η άφιξη του αντικαταστάτη του, Ευκλείδη Τσακαλώτου, ενός γλυκομίλητου αριστερού με εκπαίδευση στο St Paul και στην Οξφόρδη, χαλάρωσε αμέσως εντάσεις. "Ο νέος υπουργός Οικονομικών είχε μια εντελώς διαφορετική στάση", είπε ένας ανώτερος αξιωματούχος της ΕΕ που ήταν σε επαφή άμεσα με τον Τσακαλώτο. "Άρχισαν να μας βλέπουν ως ανθρώπινα όντα και όχι σαν ρομπότ. Αυτό κάνει τα πράγματα τόσο πολύ ευκολότερα".

Ο Τσίπρας είχε αλλάξει ριζικά τη θέση του σχετικά με τους όρους της διάσωσης. Λίγες μέρες αφότου οι Έλληνες είχαν απορρίψει τους όρους λιτότητας της Ευρώπης, ο Τσίπρας πραγματοποίησε μια στροφή 180 μοιρών. Προκειμένου να εξασφαλίσει μια τρίτη διάσωση, παρήγαγε μια νέα σειρά σκληρών προτάσεων μεταρρύθμισης πολύ παρόμοιες με αυτές στις οποίες μόλις είχε εναντιωθει. Σε μια δραματική συζήτηση που κατέληξε σε μια ψηφοφορία αρκετές ώρες μετά τα μεσάνυχτα το βράδυ της Παρασκευής 10 Ιουλίου το ελληνικό κοινοβούλιο έδωσε στον Τσίπρα στήριξη των προτάσεών του με συντριπτική πλειοψηφία. Δυστυχώς, αυτές ήταν οι προτάσεις που ο Σόιμπλε είχε κουρελιάσει στο δικό του υπόμνημα - που είχε αποσταλεί λίγες μόνο ώρες πριν από το ελληνικό κοινοβούλιο ξεκινήσει την δική του ψηφοφορία.

Οι σύνοδοι κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης λαμβάνουν χώρα σε ένα μεγάλο, άχαρο ροζ κτίριο απο γρανίτη στις Βρυξέλλες, με θέα σε ένα δρόμο τεσσάρων λωρίδων κυκλοφορίας που έχει συνεχώς κυκλοφοριακή συμφόρηση οδηγώντας στο κέντρο της πόλης, σε απόσταση δύο χιλιομέτρων. Γνωστό ως το κτίριο Justus Lipsius, αυτή είναι η έδρα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, που εκπροσωπεί τα 28 κράτη μέλη - και έδρα του γραφείου του Ντόναλντ Τουσκ, του Πρόεδρου του Συμβουλίου, ο οποίος συγκαλεί και προεδρεύει των συνόδων κορυφής.

Γύρω από εδώ, διαρκώς γίνεται «η οικοδόμηση της Ευρώπης» - και όχι μόνο μεταφορικά. Στο συγκεκριμένο τρίμηνο είναι ένα μόνιμο εργοτάξιο. Λίγο παρακάτω, ακριβώς μετά από ένα πρόσφατα κατεδαφισμένο ξενοδοχείο Sheraton, βρίσκεται το απο γυαλί και απο ατσάλι κτίριο Lex. Ήταν εδώ, στις 3.30 μ.μ., το Σάββατο 11 Ιουλίου, που το Eurogroup των υπουργών Οικονομικών κάθισε στο ίδιο τραπέζι με τα κορυφαία στελέχη από την «τρόικα» των πιστωτών της Ελλάδας: την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.

Οι αξιωματούχοι από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ανταποκρίθηκαν θετικά στις νέες ελληνικές προτάσεις: έδωσαν στους υπουργούς μια αρχική αξιολόγηση της ελληνικής πρότασης, η οποία θεωρήθηκε ως η πρώτη σοβαρή προσπάθεια του Τσίπρα για συμβιβασμό, και ένα αξιοπρεπές σημείο εκκίνησης για τις διαπραγματεύσεις αυτού του Σαββατοκύριακου.

Αλλά τα δημοσιονομικά γεράκια της ευρωζώνης δεν επρόκειτο ποτέ να την αποδεχτούν: Αυτοί επρόκειτο να συντάξουν το πρόγραμμα και όχι οι Έλληνες.

Αυτό έγινε περισσότερο σαφές όταν έφτασαν οι Σόιμπλε και Dijsselbloem, και η οποιαδήποτε πρόωρη αισιοδοξία εξανεμίστηκε γρήγορα. "Πώς μπορούμε να περιμένουμε αυτή η [Ελληνική] κυβέρνηση να εφαρμόσει αυτά που τώρα υπόσχεται;" δήλωσε ο Dijsselbloem στους δημοσιογράφους. Ο Σόιμπλε ήταν βλοσυρός με έντονη περιφρόνηση. Καθώς το πλήθος των μέσων ενημέρωσης συνωστίζονταν στην είσοδο του κτιρίου για τις καθιερωμένες κατά την είσοδο δηλώσεις, που είναι ένα περίεργο τελετουργικό στη ζωή κάθε δημοσιογράφου στις Βρυξέλλες, ο Γερμανός προέβλεψε "εξαιρετικά δύσκολες διαπραγματεύσεις».

Το έγγραφο Σόιμπλε, από σήμερα γνωστό στους περισσότερους από τους συμμετέχοντες, είχε κουρελιάσει την τελευταία πρόταση του Τσίπρα. Έγραφε: "Οι προτάσεις αυτές δεν συμπεριλαμβάνουν μια σειρά ύψιστης σημασίας τομείς μεταρρυθμίσεων για τον εκσυγχρονισμό της χώρας. Η μεταρρύθμιση της αγοράς εργασίας, η μεταρρύθμιση του δημόσιου τομέα, οι ιδιωτικοποιήσεις, ο τραπεζικός τομέας, οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις δεν επαρκούν. Αυτός είναι ο λόγος που οι προτάσεις αυτές δεν μπορούν να χτίσουν τις βάσεις για ένα εντελώς νέο, τριετές πρόγραμμα".

Οι σκληροπυρηνικοί στη συνεδρίαση των υπουργών Οικονομικών δεν ήθελαν καν να συζητήσουν για ένα νέο σχέδιο διάσωσης, προτιμώντας να προχωρήσουν κατευθείαν στη συζήτηση για το πώς θα διαχειριστούν τις επιπτώσεις από την εκδίωξη των Ελλήνων. Ο Alexander Stubb και ο Peter Kažimir, ο Φινλανδός και ο Σλοβάκος υπουργοί Οικονομικών αντίστοιχα, πρωτοστάτησαν στις προτροπές για μετάβαση προς το σενάριο του επωνομαζόμενου Σχεδίου Β: την εκδίωξη της Ελλάδας από το ευρώ. (Αργότερα αποκαλύφθηκε ότι ο Stubb είχε έρθει στη συνεδρίαση με οδηγίες να μην συζητήσει ή εγκρίνει ένα νέο πακέτο διάσωσης).

Η επικρατούσα διάθεση στη συνεδρίαση ήταν επιθετικά αντι-ελληνική, με την εξαίρεση των Γάλλων, των Ιταλών, και των Κυπρίων. Σόιμπλε ήταν μετρημένος, αλλά άλλοι, όπως ανέφερε ένας υπουργός, ήταν «δυσάρεστοι και μοχθηροί» προς την Ελλάδα.

Ο μόνος που αμφισβήτησε ευθέως τον Σόιμπλε σχετικά με το θεμελιώδες σημείο της εκδίωξης της Ελλάδας από το νόμισμα ήταν Michel Sapin, ο Γάλλος ομόλογός του. Δημοσίως, ο Sapin θα απορρίψει αργότερα το έγγραφο Σόιμπλε ως «ανεδαφικό». Ιδιωτικά, είπε στο συνέδριο δεν υπήρχε καμία νομική διάταξη για μια χώρα να εγκαταλείψει το νόμισμα, προσωρινά ή όπως αλλιώς. Το Grexit δεν ήταν μια επιλογή. Είχε δίκιο, αλλά αυτό ήταν ένα νομικίστικο επιχείρημα: Η Ελλάδα δεν θα μπορούσε να εκδιωχθεί επίσημα, αλλά τα πράγματα θα μπορούσαν να γίνουν τόσο δύσκολο για την Αθήνα που δεν θα είχε άλλη επιλογή παρά να αποχωρήσει.

Κατά τη διάρκεια της συνάντησης - που ένας από τους συμμετέχοντες την περιέγραψε ως «αντρίκια» - η δυναμική φαινόταν να συγκεντρώνεται προς τον εξοβελισμό της Ελλάδας. Ο Σόιμπλε δεν είπε πολλά, αλλά μετά από λίγες ώρες, επανήλθε με μια άλλη παρέμβαση υπολογισμένη έτσι ώστε να σοκάρει. Πρότεινε όλοι οι Έλληνες λειτουργοί που εργάζονται στα θεσμικά όργανα της ΕΕ, να επιστρέψουν πίσω στα σπίτια τους στην Αθήνα για να ανοικοδομήσουν τη χώρα - με το αιτιολογικό ότι ήταν ακριβώς το είδος των ανθρώπων που το ελληνικό κράτος χρειαζόταν για να αναμορφώσουν την εμφανώς δυσλειτουργική δημόσια διοίκηση. Καθώς άρχισαν οι φωνές διαμαρτυρίας να εντείνονται ο Σόιμπλε, αμετανόητος, τόνισε: "Εγώ είμαι ο μόνος που γίνομαι δημιουργικός εδώ μέσα".

Η πιο σημαντική πρόκληση για τον Σόιμπλε ήρθε από τον Mario Draghi. Επέμεινε ότι 25 δις € του πακέτου διάσωσης έπρεπε να κατευθυνθούν στην ανακεφαλαιοποίηση των τεσσάρων συστημικών τραπεζών της Ελλάδας. Ο Σόιμπλε διαμαρτυρήθηκε γιατί 37 δις € είχαν ήδη διατεθεί σε αυτές τις ίδιες τράπεζες το 2012, και δεν υπήρχε κανένα νόημα στην επανάληψη της ίδιας διαδικασίας. Εάν πράγματι οι τράπεζες αυτές έπρεπε να στηριχθούν, επέμεινε ο Σόιμπλε, τότε οι επενδυτές αυτών των τραπεζών, οι μέτοχοι τους και οι καταθέτες θα έπρεπε να αναλάβουν και το κόστος της ανακεφαλαιοποίησης. Αλλά ο Draghi, υποστηριζόμενος από την Επιτροπή, υποστήριξε ότι ένα τέτοιο «bail-in» θα προκαλέσει μαζική έξοδο κεφαλαίων από την Ελλάδα, όπου οι έλεγχοι των κεφαλαίων και όρια αναλήψεων είχαν ήδη επιβληθεί για να περιορίσουν την μαζική έξοδο κεφαλαίων απο τις τράπεζες.

Ο Mario Draghi, ο οποίος είχε δηλώσει τρία χρόνια νωρίτερα ότι θα κάνει «ό, τι χρειάζεται για να διατηρήσει το ευρώ", δεν επρόκειτο να ανεχθεί μια ελληνική έξοδο, ενώ Σόιμπλε παρέμεινε ο πιο ευκρινής υπερασπιστής της εξόδου. Οι Γάλλοι και οι Ιταλοί έμειναν έκπληκτοι από το πόσο σοβαρά ήταν οι περισσότερες από τις άλλες χώρες υπερ της εξόδου της Ελλάδας απο το ευρώ. Αλλά Dijsselbloem κατεύθυνε επιδέξια τη συζήτηση μακριά από μια άμεση πρόταση και, με την ομάδα του, συνέταξε μια δήλωση νωρίς το απόγευμα. Απορρίφθηκε από τους σκληροπυρηνικούς - συμπεριλαμβανομένων των Γερμανών, των Σλοβάκων, των Φινλανδών και των Ολλανδών.

Στις 7μμ, συνειδητοποιώντας ότι τα πράγματα δεν οδηγούσαν πουθενά, ο Dijsselbloem κάλεσε σε ένα διάλειμμα. Καθως η σύνοδος των υπουργών Οικονομικών οδηγούνταν σε αδιέξοδο, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης πήραν "φωτιά". Η πρόταση Σοιμπλε "διώξτε τους Έλληνες" είχε διαρρεύσει - και δημοσιεύονταν στον δικτυακό τόπο της κορυφαίας συντηρητικής εφημερίδας της Γερμανίας, της Frankfurter Allgemeine Zeitung (FAZ). Οι αξιωματούχοι και οι εκπρόσωποι τύπου είχαν κατακλυστεί από ερωτήσεις σχετικές με το γερμανικό τελεσίγραφο, αλλά επέμεναν αμήχανα ότι δεν υπήρξε καμία συζήτηση του προτεινόμενου απο τον Σόιμπλε πενταετούς "time-out" της Ελλάδας. Μαρτυρίες στις ανταλλαγές μεταξύ των υπουργών κατά διαστήματα εμφανίζονταν να κοιτούν πανικόβλητοι. Όταν τους πλησίαζαν δημοσιογράφοι αδυνατούσαν να σκεφτούν κάτι να πούν.

Μέσα στην ολοκληρωτική κρίση του ευρώ, το υπουργείο Οικονομικών του Σόιμπλε στο Βερολίνο ήταν η πιο πιθανή πηγή διαρροής των εγγράφων για την Ελλάδα - γι 'αυτό έγινε ευρέως δεκτό ότι το γραφείο του Σόιμπλε είχε διαρρεύσει το χαρτί προς τον Thomas Gutschker, έναν δημοσιογράφο της κυριακάτικης έκδοσης της FAZ, ώστε να εντείνουν ακόμη περισσότερο την πίεση προς την Ελλάδα. Όταν ρωτήθηκε, ο Gutschker αρνήθηκε να αποκαλύψει ποιος είχε διαρρεύσει το χαρτί - αλλά τρεις διαφορετικές πηγές, όλες γερμανικές, έδειχναν με το δάχτυλο προς τον γερμανό επικεφαλής του προσωπικού Γιούνκερ του, τον Martin Selmayr. Σύμφωνα με τις πηγές αυτές, ο Selmayr ήλπιζε να δυσφημίσει την σκληροπυρηνική πρόταση του Σόιμπλε, αποκαλύπτοντας την δημοσίως.

Όταν οι υπουργοί Οικονομικών ξανασυναντήθηκαν το μεσημέρι της Κυριακής, μπροστά από καθέναν από αυτούς υπήρχε ένα έγγραφο τεσσάρων σελίδων που ο Dijsselbloem και η ομάδα του είχαν συντάξει απο κοινού αφότου το προηγούμενο βράδυ είχαν πάει για ύπνο οι υπουργοί. Οι "Dijsselbloem και Wieser αποφάσισαν να συμπεριλάβουν τα πάντα σ' αυτό το έγγραφο", ανέφερε ένας από τους συμμετέχοντες, "συμπεριλαμβάνοντας ακόμη και αυτά που δεν είχαν συμφωνηθεί". Το έγγραφο περιελάμβανε τους όρους του σημειώματος Σόιμπλε, μεταξύ των οποίων δύο βασικά αιτήματα του - του πενταετούς χρονικού ορίου και το ταμείο του Λουξεμβούργου να εκποιήσει περιουσιακά στοιχεία ελληνικό κράτος - παρά το γεγονός ότι αρκετοί αξιωματούχοι διαμαρτυρήθηκαν ότι δεν είχε συζητηθεί επισήμως την προηγούμενη ημέρα. Τα επίμαχα σημεία τέθηκαν σε αγκύλες, που σημαίνει ότι δεν είχε συμφωνηθεί. Παρ 'όλα αυτά, η συμπερίληψή τους υποδηλώνει έντονα ότι ο Σόιμπλε επέμενε να παραμείνουν - και ότι είχε ακόμα ευρεία υποστήριξη. Στην πραγματικότητα, εκείνο το πρωί, πριν η Μέρκελ αναχωρήσει για τις Βρυξέλλες, ο Σόιμπλε πραγματοποίησε τηλεδιάσκεψη με αυτήν και τον αντικαγκελάριο Γκάμπριελ. Ηταν αρκετά βέβαιος για την υποστήριξή τους ώστε η ρήτρα τοτ τάιμ-άουτ να παραμείνει σαν μια επιλογή.

Στις 16:00 την Κυριακή της 12ης Ιουλίου, η Μέρκελ, ο Τσίπρας, και οι άλλοι 17 ηγέτες των χωρών μελών της Ευρωζώνης έφτασαν στη συνάντηση κορυφής - μαζί με τους επικεφαλής της Ευρωπαικής Επιτροπής, του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και του ΔΝΤ. Το κλίμα ήταν ήδη τεταμένο. Η συνεδρίαση των υπουργών Οικονομικών την προηγούμενη μέρα είχε αποτύχει να σπάσει το αδιέξοδο, και οι πολιτικοί που έφθαναν ήταν ανήσυχοι και βλοσυροί.

Μέχρι και αργά το πρωί της Κυριακής, δεν ήταν καν σαφές ποιοί θα συμμετείχαν στη σύνοδο κορυφής. Νωρίτερα μέσα στην εβδομάδα, ο Τουσκ είχε δηλώσει την Κυριακή μπορούσαμε να δούμε μια "τελευταία ευκαιρία" συγκέντρωσης της πλήρους Ευρωπαϊκής Ένωσης - συμπεριλαμβανομένων των μελών εκτός ζώνης του ευρώ, όπως το Ηνωμένο Βασίλειο - που θα σήμαινε το τέλος για την Ελλάδα, με μια συνάντηση αφιερωμένη στην προετοιμασία για τον απόηχο της αποχώρησης της χώρας. Αλλά η συνάντηση του Σαββάτου των Υπουργών Οικονομικών ήταν τόσο στρυφνή και συναισθηματική που ο Τουσκ αποφάσισε την τελευταία στιγμή να συγκεντρώσει μόνο τους ηγέτες της ευρωζώνης, σε μια τελευταία προσπάθεια να εξομαλύνουν τις διαφορές τους. Ήταν πολύ ανήσυχος: είχε πλήρη συνείδηση ​​ότι η συνεδριαση του Σαββάτου ισοδυναμούσε με αποτυχία, και ήταν αποφασισμένος να κάνει τα πάντα για να αποφευχθεί η πλήρης κατάρρευση. Οι πρέσβεις όλων των χωρών της ΕΕ είχε επίσης προγραμματιστεί να συναντηθούν για μια συνεδρία αφιερωμένη αποκλειστικά στην αντιμετώπιση του τι θα ακολουθούσε μετά την εγκατάληψη του ευρώ απο την Ελλάδα. Ο Τουσκ την ακύρωσε.

Η σύνοδος κορυφής των ηγετών πραγματοποιήθηκε στο Επίπεδο 80, στον ασφαλή τελευταίο όροφο του θλιβερου κτιρίου του Συμβουλίου - ένα μεγάλο χώρο με ξύλινη επένδυση στους τοίχους, όπου οι συμμετέχοντες κάθονταν γύρω από ένα μεγάλο οβάλ τραπέζι ή απομακρύνονταν διακριτικά για πιο προσωπικές επαφές ή για να κάνουν κλήσεις - και στο μικρότερο γραφείο του Τουσκ , τρεις ορόφους πιο κάτω. Αν και υπήρχαν περισσότερα από δύο δωδεκάδες άτομα στη σύνοδο, η συνάντηση περιστράφηκε γύρω από ουσιαστικά μια διαπραγμάτευση μεταξύ της Μέρκελ και του Τσίπρα, μεσολαβούντων των Τουσκ και Φρανσουά Ολάντ. Η πρώτη από τις συνευρέσεις τους ήρθε μετά απο περίπου τρεις ώρες στη συνεδρίαση, όταν ο Τουσκ ζήτησε ένα διάλειμμα και προσκάλεσε τους άλλους τρεις σε μια μικρότερη συζήτηση.

"Ηταν όπως ενας εκτεταμένος ψυχικά εικονικός πνιγμός", είπε ένας ανώτερος υπάλληλος για τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή. "Αυτοί [η Μέρκελ και ο Ολάντ] έπρεπε να δούν αν [ο Τσίπρας] είναι πραγματικά διατεθειμένος να το κάνει".

Οι περισσότεροι από τους ηγέτες της Ευρώπης ήταν απλοί θεατές στον ρού της ... ιστορίας. Δείπνησαν. Ήπιαν λευκό κρασί, έκαναν ψιλοσυζητήσεις, και ψιλοκοιμήθηκαν, ενώ οι βοηθοί τους περίμεναν στις αίθουσες των συνέδρων σε άλλους ορόφους. Οι δύο Ιταλοί, Renzi και Ντράγκι - πρωθυπουργός και κεντρικός τραπεζίτης - είχε το χρόνο να γνωρίσουν ο ένας τον άλλο καλύτερα. Ο Juncker, όταν δεν κοιμούνταν, κάθονταν μαζί με τον Ντράγκι για να μελετήσει την περίπλοκη αριθμητική για το ενδιάμεσο δάνειο που θα απέτρεπε μια ελληνική χρεοκοπία κατά την αποπληρωμή του χρέους της. Η Lagarde και ο Mark Rutte, ο Ολλανδός πρωθυπουργός, ενίοτε ασχολούνταν με τον Τουσκ. Οι υπόλοιποι έπληταν. Ο πρόεδρος της Λιθουανίας και ο πρωθυπουργός της Σλοβενίας είχαν βαρεθεί και έφυγαν νωρίς.

"Ποτέ δεν έχουμε δει κάτι τέτοιο», ανέφερε κάποιο πρόσωπο. "Τρεις ή τέσσερις άνθρωποι συναντιούνται ξεχωριστά και λαμβάνουν αποφάσεις, καθώς όλοι οι άλλοι χωρίς να έχουν τίποτα να κάνουν, κάποιοι από αυτούς να παίρνουν έναν υπνάκο. Στους ανθρώπους δεν αρέσει αυτό. Αφήνει πληγές".

Η Μέρκελ και ο Τσίπρας πέρασαν περισσότερες από 10 ώρες απομονωμένοι μακριά από τη σύνοδο κορυφής, κλειδωμένοι στο δικό τους ψυχόδραμα, πράγμα που θα έφερνε την παραμονή ή την έξοδο απο το ευρώ. Ο Τσίπρας, αισθανόμενος άβολα στις οικονομικές λεπτομέρειες, ρώτησε αν θα μπορούσε να φέρει μέσα τον υπουργό Οικονομικών του, τον Ευκλείδη Τσακαλώτο. Κανένα πρόβλημα, απάντησε η Μέρκελ - αλλά κατόπιν αυτού, φυσικά, θα χρειαζόταν τον Σόιμπλε. Τα πρόσωπα πρώτα χλώμιασαν και σε λίγο φωτίστηκαν. Η καγκελάριος απλά αστειεύθηκε.

Η πρόταση Σόιμπλε για προσωρινή έξοδο απο το ευρώ γρήγορα απαλείφτηκε από τα έγγραφα ως περιττή. Αν επρόκειτο να υπάρξει μια συμφωνία, αυτή θα ήταν να μην υπάρξει ελληνική έξοδο από το ευρώ. Αν η Σύνοδος Κορυφής αποτύγχανε, αυτό θα ήταν το αποτέλεσμα σε κάθε περίπτωση: δεν υπήρχε ανάγκη να το διευκρινίσουν.

Οι κόκκινες γραμμές απο μέρους του Τσίπρα έγινε γρήγορα σαφείς: πρώτον, δεν ήθελε το ΔΝΤ συμμετέχει σε άλλο σχέδιο διάσωσης - ή τουλάχιστον ήθελε να γλιτώσει την αμηχανία του να ζητήσει βοήθεια από το ΔΝΤ. Δεύτερον, δεν ήθελε να υποστεί την επιμονή των πιστωτών να πάρει πίσω μέρος της νομοθεσίας που ψηφίστηκε από ΣΥΡΙΖΑ - να αντιστρέψει κάποιες περικοπές συντάξεων, να σταματήσει τις ιδιωτικοποιήσεις, και να επαναφέρει κάποιους εργαζόμενους του δημόσιου τομέα - με το αιτιολογικό ότι δεν είχαν εγκρίθηκε από την ευρωζώνη. Τρίτον, και σημαντικότερο, δεν θα μπορούσε να αποδεχθεί το ταμείο στο Λουξεμβούργο του Σόιμπλε, το οποίο έβλεπε σαν μια εξωφρενική ευρωπαϊκή προσπάθεια να μπεί χέρι στα ασημικά της ελληνικής οικογένειας.

Σε κάποια χρονική στιγμή αργά το βράδυ της Κυριακής, ο Τουσκ κάλεσε, σε μια μικρότερη συνάντηση με Μέρκελ, Ολάντ και Τσίπρα, τον Rutte, τον Ολλανδό Πρωθυπουργό, τον οποίο κάποιο πρόσωπο που συμμετείχε ως παρατηρητής περιέγραψε ως «πολύ δυσαρεστημένο». Ο Rutte είχε μια ιδιαίτερα αρνητική στάση σχετικά με το αίτημα του Τσίπρα να μην αναιρεθούν τα νομοθετήματα της κυβέρνησής του που δεν είχαν εγκριθεί απο την ευρωζώνη. Ο Τουσκ τον έβλεπε σαν εκπρόσωπο των βόρειων και ανατολικών δημοσιονομικά σκληροπυρηνικών της ευρωζώνης, μαζί με τους Φινλανδούς, τους Σλοβάκους, και τις χώρες της Βαλτικής. Ήταν η Lagarde τότε που βοήθησε στο να καθορίσουν μια φόρμουλα ώστε να εκτονωθεί το θέμα της νομοθεσίας, σύμφωνα με τους συμμετέχοντες στη διαπραγμάτευση: προσκεκλημένη απο τον Τουσκ να συζητήσει το θέμα με τον Τσίπρα, πρότεινε ότι, ενώ ορισμένοι από τους νόμους θα πρέπει να αναιρεθούν, άλλοι θα μπορούσαν να παραμείνουν για "ανθρωπιστικούς λόγους" - για να αμβλυνθούν τις επιπτώσεις της λιτότητας προς τους φτωχότερους Έλληνες.

Μεχρι τις τρεις το πρωί, τα πράγματα φαινόταν δυσοίωνα. Οι Έλληνες και οι Γερμανοί ήταν αμετακίνητοι. Οι Γάλλοι και οι Ιταλοί ανησυχούσαν. Και οι υπόλοιπες από τις χώρες της ευρωζώνης - συμπεριλαμβανομένης της Πορτογαλίας, της Ιρλανδίας, και της Ισπανίας, οι οποίες είχαν υποστεί τους όρους λιτότητας που τους επιβλήθηκαν απο τα δικά τους πακέτα διάσωσης - ήταν όλο και πιο απρόθυμοι να κάνουν παραχωρήσεις προς την Ελλάδα. Η προθυμία τους να κάνουν στην Αθήνα την παραμικρή χάρη είχε εξανεμιστεί.

Σε αυτό το σημείο, ο Ολάντ αποχώρησε από τη συνεδρίαση και πήρε 10 από τους συμβούλους του, συμπεριλαμβανομένου του Sapin, στο γραφείο της ιταλικής αντιπροσωπείας. Ο Γάλλος πρόεδρος χτύπησε στο παράθυρο: «Είναι Matteo εκεί;» Μπήκε μέσα και ρώτησε τον Renzi: "Τι πρέπει να κάνουμε για την Ελλάδα;" Μετά από μισή ώρα της συζήτησης, ο Ολάντ και Renzi αποφάσισαν ότι η Ελλάδα έπρεπε να μείνει στο ευρώ με οποιοδήποτε κόστος. Ο Renzi στη συνέχεια πήγε στη Μέρκελ και στον Τσίπρα, και τους παρακάλεσε να έρθουν σε μια συμφωνία. «Άγκελα», είπε στη Μέρκελ, "τώρα θα πρέπει να το αποφασίσεις".

Μισή ώρα αργότερα, στις 4 το πρωί, ο Τουσκ ήταν αρκετά βέβαιος ότι μια συμφωνία ήταν κοντά και γι' αυτό συγκάλεσε εκ νέου το σύνολο της συνόδου κορυφής. Μια σημαντική πρόοδος φαίνεται να είναι στα σκαριά, αν και οι Έλληνες εξακολουθούν να μουρμουρίζουν για το ΔΝΤ και το ταμείο του Λουξεμβούργου. Στη συνέχεια, όμως Τσίπρας εξαφανίστηκε για μισή ώρα για να κάνει κάποια τηλεφωνήματα στην Αθήνα. Όταν επέστρεψε στις 5 π.μ., ήταν χλωμός και αδιάλλακτος. Καμία συμφωνία. Η Μέρκελ παρέμενε παρομοίως αδιάλλακτη. Αλλά οι Hollande και Τουσκ δεν θα ανεχόντουσαν καμμία αποτυχία. Ο Τσίπρας τους ξεκαθάρισε ότι το ταμείο του Λουξεμβούργου ήταν "αδύνατο και απαράδεκτο».

Ο Τουσκ διέκοψε και πάλι τη σύνοδο κορυφής και κάλεσε τους ηγέτες της Ελλάδας, της Γερμανίας και της Γαλλίας, σε μια ακόμη κλειστή συνάντηση. Ήταν η πιο βίαιη ολόκληρου του Σαββατοκύριακου - και ήρθε επικίνδυνα κοντά στο να αναγκαστεί η Ελλάδα σε αποχώρηση από το ευρώ. Για τρεις ώρες, οι ηγέτες συζητούσαν για το trust fund των 50 δις € στο Λουξεμβούργο που απαιτούσε ο Σόιμπλε - αλλά κανένας από τους παρόντες δεν μπορούσε να συμφωνήσει στα στοιχεία ή στη δομή του. Τουσκ φοβόταν ότι ήταν ο πρόεδρος σε μια ιστορική αποτυχία. Κατά τις 06:30 π.μ., είχε παραιτηθεί απο την ιδέα του κερδισμένου: είχε καταλήξει το συμπέρασμα ότι η Μέρκελ και ο Τσίπρας ανησυχούσαν περισσότερο να μην επιστρέψουν πίσω μοιάζοντας χαμένοι - ενεργά αναζητούσαν τρόπους για να μην τα συμφωνήσουν.

Σχεδόν όλοι εκτός από την Μέρκελ και τον Τσίπρας θεωρούσαν το τελικό κρίσιμο σημείο - το ταμείο - ως ελαφρώς γελοίο. Το ποσό των 50 δις € θεωρήθηκε από τους άλλους παρευρισκόμενους ως ασχετοσύνη: κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί απο που η Ελλάδα θα μπορούσε να βρει περιουσιακά στοιχεία 50 δις € για ιδιωτικοποίηση, και η ιδέα της παράδοσης τους σε ένα trust fund στο Λουξεμβούργο ήταν μια προσβολή στην οποία ενδεχομένως καμία κυβέρνηση δεν θα μπορούσε να να συμφωνήσει. "Δεν είναι δυνατόν να δημιουργηθούν αυτά τα 50 δις €", δήλωσε ένας ανώτερος αξιωματούχος που συμμετείχε στις διαπραγματεύσεις. "Ο καθένας το γνώριζε αυτό". Τόσο η Λαγκάρντ όσο και ο Γιούνκερ θεωρείται την ιδέα ως "συμβολική, αλλά γελοία". Άλλοι συμμετέχοντες ξαναθυμήθηκαν ότι έμειναν κατάπληκτοι βλέποντας το ταμείο να γίνεται το τελικό εμπόδιο σε μια συμφωνία μετά από πέντε χρόνια της κρίσης, χαρακτηρίζοντάς το ως «ηλίθιο», «παράλογο» και «ανούσιο».

Αλλά για Μέρκελ ήταν η έσχατη γραμμή, ένα επίτευγμα για την επάνοδο στη χώρα της σε ένα ολοένα και πιο επιφυλακτικό κοινοβούλιο. Για τον Τσίπρα, το ταμείο ήταν επιζήμιο, αλλά αν θα έπρεπε να το καταπιεί, επέμενε ότι θα πρέπει να έχει την έδρα του στην Ελλάδα και όχι στο Λουξεμβούργο, έτσι ώστε να μπορούσε τουλάχιστον να επιδείξει κάποια μορφή κυριαρχίας επί της συμφωνίας. Η Μέρκελ αποδέχτηκε αυτό το σημείο, αλλά δεν μπορούσε να συμφωνήσει με το αίτημα του Τσίπρα ώστε το ήμισυ του ταμείου να διατεθεί για επενδύσεις στην Ελλάδα. Θα επέτρεπε μόνο τα 10 δις € να διοχετευθούν για το σκοπό αυτό, ενώ τα άλλα 40 δις € να αποπληρώσουν μέρος του ελληνικού χρέους και να ενισχύσουν τις προβληματικές τράπεζες της χώρας. Δεν υπήρχε ακόμη καμία συμφωνία. Ο Τσίπρας αντιμετώπιζε την επιστροφή του στη χώρα σαν μια καταστροφή. Η Μέρκελ ήθελε να τα παρατήσει, και πρότεινε ακόμα μια σύνοδο για δύο ημέρες αργότερα.

Και τότε ακούστηκε το τηλέφωνο του Τουσκ. Ήταν ένα κείμενο από τον Rutte, τον Ολλανδό Πρωθυπουργό. Αυτός και διάφοροι άλλοι ηγέτες που είχαν παραμείνει στο περιθώριο της διαπραγμάτευσης, αλλά που παρακολουθούσαν προσεκτικά την προόδο της συνόδου κορυφής είχαν συντάξει μια πρόταση με την οποία πίστευαν ότι μπορούσε να ξεπεραστεί το αδιέξοδο - το κείμενο του Rutte προς τον Τουσκ πρότεινε το ποσό των 10 δις € που επέτρεπε η Μέρκελ για επενδύσεις στην Ελλάδα να αυξηθεί στα 12,5 δις €. Ο Ολάντ προσπάθησε να την μιλήσει σε αυτό, αλλά τον εμπόδισε. Ο Τουσκ και ο Τσίπρας συμφώνησαν με τη νέα φόρμουλα, η οποία λέγεται ότι είχε διατυπωθεί από τον πρωθυπουργό της Πορτογαλίας, Pedro Passos Coelho.

Ο Τουσκ απευθύνθηκε στο ιστορικό αίσθημα της Μέρκελ, στην κληρονομιά της. Της είπε ότι δεν μπορούσε να πιστέψει ότι η ευρωζώνη φλέρταρε με την καταστροφή, εξαιτίας μόλις 2,5 δις €. Η Ευρωπαϊκή Ένωση ήταν στα πρόθυρα της πολιτικής της αυτοκτονίας. Η Μέρκελ συμφώνησε να μιλήσω γι' αυτά, να ανατρέξει στα στοιχεία και να εξετάσει διαφορετικά πρότυπα για τη διάρθρωση του ταμείου.

Μια συμφωνία ήταν προ των πυλών. Στις έξι και μισή, ο Τσίπρας ρώτησε αν ένα άλλο μέλος της ομάδας του θα μπορούσε να ενταχθεί στην τελική σύνοδο για να βοηθήσει στη σύνταξη της συμβιβαστικής συμφωνίας. Οι ηγέτες γύρισαν να δούν τον Glenn Kim, έναν καλιφορνέζο τραπεζίτη επενδύσεων ΝότιοΚορεάτικης καταγωγής, να προχωρά μέσα στην αίθουσα - ο ένας και μοναδικός από τους έλληνες διαπραγματευτές που φορούσε γραβάτα. "Ήταν τόσο περίεργο," ξαναθυμήθηκε ένας ανώτερος αξιωματούχος. «Ήρθε κατευθείαν στη συνάντηση των ηγετών. Οι άνθρωποι έδειξαν μια έκπληξη - αλλά ήδη εκείνη τη ώρα ήταν τόσο αργά, οι άνθρωποι ήταν τόσο κουρασμένοι, και ήταν απλώς ένα ακόμη περίεργο πράγμα". Ο Kim, ένας 20-ετών βετεράνος της Lehman Brothers, που είχε σταλεί στο Λονδίνο για να καταργήσει σταδιακά τις Ευρωπαϊκές δραστηριότητες της τράπεζας μετά την κατάρρευσή της, είχε μια καλή γνώση των απόκρυφων λεπτομερειών μιας οικονομικής καταστροφής - αυτός είναι και ο λόγος που είχε προσληφθεί από τον Βαρουφάκη, στις αρχές του έτους, για να ενισχύσει την άπειρη ελληνική ομάδα στις διαπραγματεύσεις της με τους ευρωπαίους πιστωτές.

Τώρα είχε ενταχθεί στη διαπραγμάτευση, μαζί με τους Μέρκελ, Τσίπρα, Τουσκ, Ολάντ και Τσακαλώτο, για τα αποφασιστικά τελικά βήματα. Μετά από 17 ώρες κοινής παραμονής και διαβουλεύσεων στην έδρα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, οι ηγέτες της ευρωζώνης είχαν τελικά αγγίξει μια συμφωνία. Στο 8.39 το πρωί της Δευτέρας, ο Βέλγος πρωθυπουργός, Charles Michel - ο πρώτος ηγέτης που αρπάξε το τηλέφωνό του - έστειλε ένα μονολεκτικό tweet: "Συμφωνία".

Στο τέλος, ο Τσίπρας είχε συνθηκολογήσει με ένα σενάριο γραμμένο στο Βερολίνο - υπαναχωρώντας από τις προεκλογικές του υποσχέσεις και διαιρώντας το κόμμα του, κάτι που δεν τον εμπόδισε από το να κερδίσει τις αιφνιδιαστικές εκλογές που προκάλεσε τον Σεπτέμβριο. Αλλά το μεγαλύτερο ερώτημα θα μπορούσε να είναι για τις επιπτώσεις αυτής της τραυματικής εμπειρίας του εν λόγω τεταμένου Σαββατοκύριακου επι της Γερμανίας και επι της Ευρώπης. Η πρόταση του Σόιμπλε να εξοβελίσει την Ελλάδα από την ευρωζώνη δεν τα είχε καταφέρει, αλλά είχε αναστηθεί το φάντασμα του γερμανικού εκφοβισμού - το αποτέλεσμα της συνόδου κορυφής, έγραψε η Süddeutsche Zeitung του Μονάχου, προσμετράται σαν μια επίδειξη της γερμανικής ισχύος σε βάρος της γερμανικής ηγεσίας.

Η Μέρκελ είχε ακούσει τον Σόιμπλε, επέλεξε να μην τον σταματήσει, και στη συνέχεια, στο τέλος, τον ακύρωσε - όχι τόσο για να σωθεί Ελλάδα και το ευρώ όσο για να αποφύγει να κατηγορηθεί η ίδια για τις απρόβλεπτες συνέπειες. Όταν όλα είχαν τελειώσει το πρωί της Δευτέρας, οι εκτιμήσεις της για τη συμφωνία ήταν όπως συνήθως ρεαλιστικές: "Τα πλεονεκτήματα", είπε αιτιολογημένα, "αντισταθμίζουν τα μειονεκτήματα".