Συντρόφια η πραγματικότητα κάνει άσχημα πράγματα στα όνειρα

“ Τα σκοτώνει γρήγορα και ανελέητα και επειδή o κόσμος τείνει να ξεχνά και τα όνειρα κρατάνε λίγο, πολλές φορές αδυνατούμε να θυμηθούμε πώς ήταν τα όνειρα στο ξεκίνημά τους.




Για αυτό και αξίζει να συγκρίνουμε την πρώτη ολοκληρωμένη λίστα μεταρρυθμίσεων που παρουσίασε η ελληνική κυβέρνηση προκειμένου να «ξεκλειδώσει» τη χρηματοδότηση των πιστωτών με τις προεκλογικές δεσμεύσεις του ΣΥΡΙΖΑ τον περασμένο Σεπτέμβριο.

Στο αρχικό σχέδιο -γνωστό ως πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης- ο Αλέξης Τσίπρας, που είχε ακόμη τότε τέσσερις μήνες μέχρι τον πρωθυπουργικό θώκο, υποσχέθηκε μια τολμηρή στρατηγική που στηριζόταν σε τέσσερις «πυλώνες»:

- αντιμετώπιση ανθρωπιστικής κρίσης

- επανεκκίνηση της οικονομίας και προαγωγή της φορολογικής δικαιοσύνης

- αποκατάσταση της απασχόλησης

- μετασχηματισμός του πολιτικού συστήματος για την εμβάθυνση της δημοκρατίας

Ο πρώτος πυλώνας περιλάμβανε μέτρα συνολικού ύψους 1,882 δισ. ευρώ (ναι, τόση ήταν επαγγελματική ακρίβεια με την οποία είχαν υπολογιστεί). Μεταξύ αυτών, ήταν το δωρεάν ηλεκτρικό ρεύμα για νοικοκυριά που ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας. Επιδότηση ενοικίου, κουπόνια σίτισης, δωρεάν μετακίνηση και ιατρική περίθαλψη για τους φτωχούς.

Αλλά και επαναφορά του δώρου των Χριστουγέννων για 1,3 εκατομμύρια χαμηλοσυνταξιούχους. Το τρέχον πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων εγκαταλείπει τα περισσότερα από αυτά τα μέτρα, διατηρώντας μόνο το δώρο των Χριστουγέννων που αντιστοιχεί σε δαπάνη 600 εκατ. ευρώ, και ζητώντας για άλλα 152 εκατ. για δύο ακόμη τεχνικές προσαρμογές στο συνταξιοδοτικό νόμο που δεν αναφέρονται στο αρχικό πρόγραμμα. Η δωρεάν σίτιση και ενέργεια αποσύρθηκαν από το τραπέζι.

Ο δεύτερος πυλώνας της προεκλογικής πλατφόρμας του ΣΥΡΙΖΑ προέβλεπε την ανακούφιση της μεσαίας τάξης από τις φορολογικές πιέσεις. Ο Τσίπρας πρότεινε αντικατάσταση του ΕΝΦΙΑ με φόρο ακίνητης περιουσίας, ένα μέτρο που υπολογίζεται ότι θα στοιχίσει στην κυβέρνηση 2 δισ. ευρώ ετησίως.

Υπήρχαν επίσης προτάσεις για επαναφορά του αφορόλογητου ορίου των 12.000 ευρώ (κόστος 1,5 δισ. ευρώ ανά έτος) αλλά και τη ρύθμιση ληξιπρόθεσμων οφειλών σε δόσεις (όφελος 3 δισ. ευρώ το πρώτο έτος). Τα τελευταία δύο μέτρα παραμένουν στη σημερινή πρόταση της ελληνικής κυβέρνησης αλλά οι αριθμοί που τα συνοδεύουν είναι πολύ μικρότεροι.

Η επαναφορά του αφορολόγητου ορίου και οι αλλαγές στις φορολογικές κλίμακες υποτίθεται ότι θα κοστίσουν 300-400 εκατ. ευρώ το 2015 και 400 εκατ. ευρώ τα επόμενα έτη. Τα ίδια αυτά ποσά υποτίθεται θα ανακτηθούν μέσω της ρύθμισης των οφειλών σε δόσεις, που θα δώσει τη δυνατότητα σε κάποιους από τους 3,5 εκατομμύρια φορολογούμενους που αθετούν τις πληρωμές τους να ξεκινήσουν την εξόφληση.

Πέρυσι, ο Τσίπρας δεσμεύθηκε να αποκαταστήσει τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας και να δυσκολέψει τις απολύσεις. Υποσχέθηκε να δημιουργήσει 300.000 θέσεις εργασίας στο πλαίσιο προγράμματος απασχόλησης ύψους 3 δισ. ευρώ το πρώτο έτος. Η πρώτη υπόσχεση υπάρχει στο τρέχον πρόγραμμα της κυβέρνησης, αλλά διατυπώθηκε κατά τρόπο τέτοιο που να μην τρομάζει τους πιστωτές:

Η Ελλάδα είναι έτοιμη να «θεσπίσει ελάχιστους όρους εργασίας» μέσω μιας εθνικής συλλογικής σύμβασης εργασίας και να αρχίσει να εργάζεται για την αύξηση του κατώτατου μισθού (με μια «αμελητέα» δημοσιονομική επίπτωση). Το γιγάντιο πρόγραμμα δημιουργίας θέσεων εργασίας έκανε φτερά.



Ο πολιτικός πυλώνας, αποτελούμενος από νεφελώδη μέτρα για την ενίσχυση της δημοκρατίας, υποτίθεται ότι θα ήταν δημοσιονομικά ουδέτερος, και για αυτό δεν αποτελεί μέρος της διαπραγμάτευσης της Ελλάδας με τους πιστωτές της.

Το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης στηρίχτηκε πάνω στη δυνατότητα της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ να διαπραγματευθεί μερική διαγραφή χρεών, προσωρινό μορατόριουμ στην εξυπηρέτηση του χρέους και σύνδεση του ρυθμού ανάπτυξης με την αποπληρωμή του χρέους.

Αλλά η Ευρωπαϊκή Ένωση, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο δεν είχαν συμφωνήσει σε αυτούς τους όρους και η Ελλάδα έπρεπε να δεχθεί τη συνέχιση του τρέχοντος προγράμματος διάσωσης, με τους πιστωτές να αξιολογούν περιοδικά την πρόοδο των μεταρρυθμίσεων.

Ο Τσίπρας μπήκε στην διαπραγμάτευση μην μπορώντας να φύγει μακριά από το τραπέζι και αυτό διάβρωσε γρήγορα τη διαπραγματευτική του ισχύ. Αυτό ήταν το πρώτο τετ α τετ με την πραγματικότητα.

Όταν ο Τσίπρας έδινε τις τολμηρές προεκλογικές υποσχέσεις του, δεν είχε προβλέψει ότι θα χρειαστεί να δράσει κάτω από ακραίους οικονομικούς περιορισμούς, με αγωνία κάθε μέρα αν θα φτάσουν τα λεφτά. Η κυβέρνησή χρειάστηκε να λεηλατήσει τα ασφαλιστικά ταμεία για να πληρώσει μισθούς και συντάξεις, ενώ η μεγάλη εκροή καταθέσεων κάνει το ελληνικό τραπεζικό σύστημα απεγνωσμένο για περισσότερη βοήθεια από την ΕΚΤ.

Το δεύτερο τετ α τετ με την πραγματικότητα έλαβε χώρα στο εσωτερικό: το σοκ της αποκάλυψης του πως πραγματικά έχει η κατάσταση από την ίδια την κυβέρνηση. Όπως κάθε αξιωματική αντιπολίτευση σε μια χώρα με κακοδιαχείριση και αδιαφάνεια, ο ΣΥΡΙΖΑ είχε μόνο μία κατά προσέγγιση εικόνα για τα κόστη και τα οφέλη των προτεινόμενων μέτρων του – ή και του γιατί οι προηγούμενες κυβερνήσεις δεν είχαν εφαρμόσει όλα αυτά τα ωραία, γενναιόδωρα και απολύτως λογικά πράγματα για τον ελληνικό λαό. Αποδεικνύεται τελικά πως δεν έφταιγε το ότι επρόκειτο για κακιασμένες, εγκληματικές κυβερνήσεις.

Η κυβέρνηση Τσίπρα έχει χτίσει το μεταρρυθμιστικό της πρόγραμμα μόνο μετά από δύο μήνες αδιάκοπης γκρίνιας των ΥΠΟΙΚ της Ευρωζώνης για περισσότερες λεπτομέρειες και ποσοτικούς στόχους. Η κυβέρνηση χρειαζόταν χρόνο να καταλάβει τι θα μπορούσε ρεαλιστικά να κάνει. Ενώ το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης είχε τα πάντα υπολογισμένα μέχρι και το τελευταίο ευρώ, το σημερινό σχέδιο δεν διαθέτει τέτοια ακρίβεια. Η εκτιμώμενη δημοσιονομική επίπτωση κυμαίνεται από 3,5 έως 5 δις.

Το καλύτερο πράγμα που μπορεί να υποσχεθεί στους ψηφοφόρους του ένα νέο κόμμα είναι η αγνότητα των προθέσεών του.

Οι λεπτομέρειες θα εξαρτώνται πάντα από τις ανάγκες και τους περιορισμούς.

Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η ελληνική αντιπολίτευση, υπό την ηγεσία του Αντώνη Σαμαρά, προσφέρει τώρα βοήθεια στον Τσίπρα σε περίπτωση που οι παραχωρήσεις του στους πιστωτές καταστήσουν αδύνατο για αυτόν να κρατήσει ενωμένο τον κυβερνητικό του συνασπισμό.

Η πραγματικότητα είναι σκληρή, αλλά δεν μπορείς να της ξεφύγεις.”