Η κυβέρνηση ανακαλύπτει ότι η διαπραγματευτική της ισχύ μειώνεται

“Παρά τα ελληνικά προβλήματα, η ανάκαμψη της ευρωζώνης ενδυναμώνεται, αναφέρει δημοσίευμα της Wall Street Journal, υπό τον τίτλο, «Η Ελλάδα δεν είναι και τόσο πρόβλημα για την ευρωζώνη».



Μετά από εβδομάδες ακροσφαλούς διπλωματίας ανάμεσα στην Ελλάδα και την ευρωζώνη, κανείς θα μπορούσε να θεωρήσει ότι οι προοπτικές για την ευρωζώνη είναι δυσοίωνες.  Από την εκλογή μίας κυβέρνησης στην Αθήνα υπό την ηγεσία της ριζοσπαστικής αριστεράς τον Ιανουάριο, μία διάλυση της υποτιθέμενου μη αναστρέψιμου ενιαίου νομίσματος φαινόταν πιο πιθανό από ποτέ. Χρειάστηκε συμφωνία της 11ης ώρας που οριστικοποιήθηκε την προηγούμενη εβδομάδα για να αποτρέψει την επικείμενη ελληνική χρεοκοπία – και ήδη αυτή η εύθραυστη εκεχειρία βρίσκεται υπό πίεση.

Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής στην ευρωζώνη ισχυρίζονται ότι ανέχθηκαν ένα βαθμό ασάφειας στη λίστα των ελληνικών δεσμεύσεων για μεταρρυθμίσεις, που είναι απαραίτητες ως μέρος αυτής της συμφωνίας, για να βοηθήσουν την Αθήνα να κρύψει το μέγεθος της υποχώρησης της από το εγχώριο κοινό, αναφέρει το δημοσίευμα. «Αλλά η Αθήνα επιμένει ότι οι έλλειψη λεπτομερειών αποτελεί απόδειξη της «εποικοδομητικής ασάφειας» που αφήνει την ακριβή φύση αυτού που έχει συμφωνηθεί ανοικτή σε συνεχιζόμενες διαπραγματεύσεις. Έτσι η αβεβαιότητα για την τύχη της Ελλάδας αναμένεται να συνεχιστεί».

Ωστόσο, η εστίαση στην Ελλάδα αποκαλύπτει μόνο ένα μέρος της ιστορίας. Εξίσου σημαντικό για την μακροπρόθεσμη τύχη του νομισματικού μπλοκ είναι οι αυξανόμενες ενδείξεις ότι η ανάκαμψη ενισχύεται, χάρη σε ένα πιο αδύναμο νόμισμα, το οποίο έχει υποχωρήσει 19% έναντι του δολαρίου από τις αρχές του 2014, μια πτώση των τιμών του πετρελαίου, η οποία είναι πιθανό να προσθέσετε έως και 1,5 ποσοστιαίες μονάδες στο επίπεδο του ΑΕΠ φέτος, σύμφωνα με τον Huw Pill επικεφαλής οικονομολόγο της Goldman Sachs για την Ευρώπη και τα χαμηλότερα επιτόκια δανεισμού και η ενίσχυση της εμπιστοσύνης που απορρέει από το νέα πρόγραμμα αγοράς κρατικών ομολόγων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας που αναμένεται να ξεκινήσει αυτήν την εβδομάδα.

Σύμφωνα με τη WSJ, για πρώτη φορά από το 2007, η Κομισιόν αναμένει κάθε χώρα στο μπλοκ να σημειώσει θετική ανάπτυξη κατά το τρέχον έτος. Οι προβλέψεις της για την ανάπτυξη της ευρωζώνης κατά 1,2% φέτος, έγιναν πριν την ανακοίνωση του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ. H Goldman Sachs την προηγούμενη εβδομάδα αύξησε τις προβλέψεις τις για την ανάπτυξη φέτος στο 1,5%.

Η προσφορά χρήματος στην ευρωζώνη – μετρητά και τραπεζικές καταθέσεις – αυξήθηκε σε ετήσια βάση κατά 9% τον Φεβρουάριο, η τελευταία φορά που αυξήθηκε τόσο γρήγορα, η οικονομία της ευρωζώνης αναπτυσσόταν με ρυθμό άνω του 2%, επισημαίνει ο Holger Schmieding επικεφαλής οικονομολόγος στην Berenberg Bank. Ο τραπεζικός δανεισμός αυξάνεται πάλι για πρώτη φορά από  το 2008. Πρόσφατες έρευνες δείχνουν ότι η οικονομική εμπιστοσύνη επιστρέφει.

Είναι αλήθεια ότι η ανάπτυξη είναι πιθανό να παραμείνει πολύ πιο κάτω από τα επίπεδα των ΗΠΑ και της Βρετανίας και το ΑΕΠ σε πολλές χώρες παραμένει κάτω από τα μέγιστα επίπεδα. Αλλά τα ενοποιημένα στοιχεία της ευρωζώνης, κρύβουν σημαντικές εθνικές διαφορές. Το δημοσίευμα αναφέρεται στην ανάκτηση του βηματισμού της γερμανικής οικονομίας, το ιστορικό χαμηλό επίπεδο της ανεργίας και τη νέα συμφωνία για ετήσια μισθολογική αύξηση 3,7% που σύναψε το μεγαλύτερο γερμανικό συνδικάτο.

Στο μεταξύ, όπως αναφέρει η WSJ, ορισμένες από τις χώρες που εμφανίζουν την ταχύτερη ανάπτυξη στην ευρωζώνη, προέρχεται από χώρες που είχαν βυθιστεί στην κρίση, όπως η Ισπανία, η Πορτογαλία και η Ιρλανδία. Ακόμη και στην Ιταλία και τη Γαλλία, τις δύο χώρες που έχουν σημειώσει τη μικρότερη πρόοδο στο μέτωπο των μεταρρυθμίσεων και των οποίων η οικονομική αδυναμία υπονόμευσε τις ελπίδες για μία ισχυρότερη ανάκαμψη της ευρωζώνης πέρυσι, οι προοπτικές βελτιώνονται.

Σύμφωνα με τον συντάκτη της WSJ, αυτές τις ημέρες είναι μία αυταπόδεικτη αλήθεια ότι οι μεγαλύτεροι κίνδυνοι στην ανάκαμψη της ευρωζώνης είναι πολιτικοί. Η Ελλάδα έχει αποδείξει πώς μία δειλή ανάκαμψη μπορεί γρήγορα να εξανεμιστεί από μία πολιτική κρίση και αλλαγή της κυβέρνησης. Από τον περασμένο Δεκέμβριο, η δραστηριότητα στην Ελλάδα έχει επιβραδυνθεί, τα φορολογικά έσοδα έχουν καταρρεύσει και κατ’ εκτίμηση 20 δις. ευρώ καταθέσεων έχουν αποσυρθεί από το τραπεζικό σύστημα, αυξάνοντας την προοπτική μίας νέας πιστωτικής κρίσης.

Τα λαϊκιστικά κόμματα παρόμοια με τον ΣΥΡΙΖΑ της Ελλάδας εμφανίζονται ψηλά στις δημοσκοπήσεις σε ορισμένες χώρες της ευρωζώνης, η υποστήριξή τους αντανακλά την ανεργία που παραμένει σε ανησυχητικά υψηλά επίπεδα και την οργή για τη διαφθορά των παραδοσιακών πολιτικών ελίτ.  Σε αυτές τις χώρες συγκαταλέγεται η Ισπανία, όπου ένα νέο ριζοσπαστικό αριστερό κόμμα, το Podemos, προηγείται σε πολλές δημοσκοπήσεις και η Ιρλανδία όπου το Sinn Fein έχει επίσης καλές επιδόσεις. Και οι δύο χώρες αντιμετωπίζουν εκλογές τους επόμενους 12 μήνες.

Αλλά οι πολιτικοί κίνδυνοι είναι διπλής όψης, αναφέρει το δημοσίευμα. Ο συνδυασμός της κρίσης στην Ελλάδα και της ανάκαμψης αλλού αλλάζει τους όρους της συζήτησης.

Κατά τον συντάκτη, το βασικό μάθημα της ελληνικής κρίσης είναι ότι καμία χώρα δεν μπορεί να είναι πραγματικά κυρίαρχη ή οικονομική επιτυχημένη χωρίς πρόσβαση στις αγορές. Αν η κυβέρνηση δεν μπορεί να αυτοχρηματοδοτηθεί, είναι απίθανο να είναι σε θέση να το κάνουν οι τράπεζες και οι εταιρείες της χώρας.

Η αντίθεση ανάμεσα στην Ελλάδα και την Ισπανία, την Πορτογαλία και την Ιρλανδία, όπου τα κεφάλαια ρέουν και πάλι συμβάλλοντας στη δημιουργία θέσεων εργασίας, είναι έντονη. Δεν αποτελεί έκπληξη ότι οι κυβερνήσεις αυτών των χωρών είναι οι λιγότερο πρόθυμες να δώσουν κάτι στην Αθήνα που θα μπορούσε να ενδυναμώσει τους εγχώριους αντιπάλους τους.

Σύμφωνα με το ίδιο δημοσίευμα, το πιο σημαντικό είναι ότι η ανάκαμψη έχει αλλάξει την ισορροπία δυνάμεων στην ευρωζώνη και η Αθήνα έχει ανακαλύψει ότι έχει ακόμη μικρότερη διαπραγματευτική ισχύ απ’ ότι θεωρούταν, έναντι των πιστωτών της.

Από το 2010 έως το 2012, ήταν ο φόβος της μετάδοσης σε άλλες χτυπημένες από την κρίση χώρες που οδήγησαν την ευρωζώνη να παράσχει δύο διαδοχικές διασώσεις στην Ελλάδα. Αυτή τη φορά, δεν υπάρχει καμία πίεση των αγορών στην ευρωζώνη για να υποχωρήσει στις ελληνικές απαιτήσεις. Ως αποτέλεσμα, η ισορροπία των κινδύνων ανάμεσα σε μία έξοδο της Ελλάδας από την ευρωζώνη, με τη ζημιά που αυτή θα μπορούσε να κάνει στην ψευδαίσθηση του μη αναστρέψιμου, έναντι του πολύ αληθινού κινδύνου υπονόμευσης των νομικών και θεσμικών βάσεων που διέπουν τη νομισματική ένωση, δείχνει πολύ πιο εξισορροπημένη.

Το γεγονός ότι η ακροσφαλής διπλωματία της Ελλάδας μέχρι στιγμής δεν έχει πλήξει κανέναν άλλο πέρα από τους απλούς Έλληνες, μπορεί να αποδειχθεί η πιο αποφασιστική νέα πολιτική πραγματικότητα που θα αναδυθεί από την τρέχουσα κρίση, καταλήγει το δημοσίευμα.”



Μην χάσετε για κανένα λόγο ... αξίζουν τον κόπο