#Grexit: Μήπως δεν είναι και τόσο πια καλά οχυρωμένη, όσο λέει, η ΕΕ;

“Πριν από μία εβδομάδα, δημοσκόπηση για λογαριασμό του κρατικού δικτύου ZDF έδειξε ότι η πλειοψηφία των Γερμανών πολιτών (το 52%) τάσσεται πλέον κατά της παραμονής της Ελλάδας στη ζώνη του ευρώ.



«Ο κίνδυνος ενός ντόμινο (από ένα Grexit) έχει σχεδόν αποκλειστεί», διαβεβαιώνει από την πλευρά του ο επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας Χριστιανοδημοκρατών και Χριστιανοκοινωνιστών στη γερμανική Βουλή, Βόλκερ Κάουντερ, σε συνέντευξή του στην εφημερίδα Frankfurter Rundschau. Ενδεχόμενη εγκατάλειψη του κοινού νομίσματος από την Ελλάδα θα ήταν διαχειρίσιμη για την Ευρωζώνη, είναι και το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει ο αμερικανικός οίκος αξιολόγησης S&P. Την ίδια άποψη συμμερίζονται δε αρκετοί επιφανείς πολιτικοί, οικονομολόγοι και αναλυτές, κυρίως στο Βερολίνο και τη Φρανκφούρτη.

Αν έτσι έχουν τα πράγματα, όμως, τι είναι αυτό που ξέρουν ή υποψιάζονται σε μια από τις μεγαλύτερες οικονομικές εφημερίδες του πλανήτη, τους Financial Times, ώστε να αναγκάζονται να δημοσιεύσουν κεντρικό άρθρο (την Τετάρτη 18 Μαρτίου) με τίτλο «Η έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ είναι ένα ρίσκο που δεν αξίζει να παρθεί». «Η Ευρώπη ίσως καταφέρει να διαχειριστεί ένα Grexit, όμως με τρομακτικά μεγάλο κόστος μακροπρόθεσμα», σημειώνει η διεύθυνση της εφημερίδας, καταλήγοντας με μία φράση η οποία θα μπορούσε να ερμηνευθεί και ως έκκληση: «Όσο μικρή κι αν είναι η Ελλάδα και όσοι εκνευριστικοί κι αν είναι οι ηγέτες της, είναι πολύ καλύτερο για την Ευρώπη να κρατήσει την Αθήνα στο μαντρί».

Προς επίρρωσιν, λοιπόν, των ανησυχιών που διατυπώνουν οι FT, αλλά και προς διάψευση όσων επιμένουν να ισχυρίζονται ότι ένα Grexit θα ήταν σχεδόν αδιάφορο για την Ευρωζώνη, την Ε.Ε. και τη Δύση συνολικά, ας αναφερθούμε σε τέσσερις θανάσιμες απειλές που ενέχει ένα τέτοιο σενάριο για τους εταίρους και συμμάχους της Ελλάδας. Απειλές τις οποίες, για την ώρα τουλάχιστον, δείχνει να συνειδητοποιεί περισσότερο η Ουάσιγκτον -ενδεχομένως, λόγω της απόστασης και της εμπειρίας που της προσφέρει ο θρόνος της παγκόσμιας υπερδύναμης. Αν και, για να λέμε όλη την αλήθεια, η προχθεσινή ομιλία Μέρκελ στην Μπούντεσταγκ και η ενεργός ανάμειξή της στην υπόθεση έδειξε ότι και η ίδια έχει αρχίσει να ανησυχεί...

ΓΕΩΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ: Κι αν «χαθεί» η Ελλάδα;

Για τις ΗΠΑ, η Ελλάδα αντιπροσωπεύει ένα ασήμαντο οικονομικό μέγεθος και το μόνο που επιθυμούν είναι να μην προκληθεί γενικευμένη αστάθεια στην Ευρωζώνη. Γεωπολιτικά, όμως, τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά. Η στρατηγική θέση της χώρας αποτελούσε πάντοτε τον καθοριστικό παράγοντα για τη στάση των Αμερικανών, οι οποίοι επιδίωκαν -πότε με νόμιμα και πότε με άνομα μέσα...- να διασφαλίσουν ότι θα έχουν πάντοτε σε αυτήν έναν πιστό σύμμαχο. Αυτό ισχύει φυσικά και σήμερα, σε μια πολιτική και χρονική συγκυρία που οι φλόγες έχουν κυκλώσει επικίνδυνα τη νοτιοανατολική Μεσόγειο, απειλώντας ανά πάσα στιγμή με έκρηξη.

Με απλά λόγια, η Ελλάδα είναι πολύ σημαντική για να εγκαταλειφθεί και να χρεοκοπήσει ανεξέλεγκτα, να εγκαταλείψει την Ευρωζώνη -και, πολύ πιθανά, ακόμη και την Ε.Ε.- κάτι που θα είχε ως αποτέλεσμα να οδηγηθεί σε μια βαθιά και σε μεγάλο βαθμό ανεξέλεγκτη κρίση, τις συνέπειες της οποίας κανείς δεν μπορεί να προβλέψει σήμερα. Πολύ περισσότερο δε, καθώς οι σχέσεις της Ουάσιγκτον με παραδοσιακούς συμμάχους της στην περιοχή, όπως είναι η Τουρκία, το Ισραήλ, αλλά και η Σαουδική Αραβία, δοκιμάζονται επικίνδυνα, εντείνοντας την αβεβαιότητα.

Αυτός είναι και ο βασικός λόγος για τις αλλεπάλληλες παρεμβάσεις τόσο προς την Αθήνα όσο και προς το Βερολίνο, με τις τελευταίες να έχουν εκδηλωθεί τις προηγούμενες ημέρες -αφενός, με το νέο τηλεφώνημα του Ομπάμα προς τη Μέρκελ όπου έγινε λόγος για την ανάγκη μιας «ρεαλιστικής συμφωνίας» και, αφετέρου, με τις διεξοδικές επαφές που είχε η Βικτόρια Νούλαντ με τον πρωθυπουργό και τον υπουργό Εξωτερικών της Ελλάδας.

Ο Νίκος Κοτζιάς γνωρίζει καλά, βεβαίως, ότι δεν είναι μόνο οι Αμερικανοί που «καίγονται» να εκμεταλλευτούν τη γεωπολιτική θέση της Ελλάδας, αλλά και οι Γερμανοί και γενικότερα η Ε.Ε. Γι' αυτό και έριξε πρόσφατα την προειδοποιητική «ρουκέτα» περί κύματος παράνομων μεταναστών και τζιχαντιστών που θα πλημμυρίσει την Ευρώπη σε περίπτωση που καταρρεύσει η Ελλάδα -η οποία είναι γεγονός ότι, αν και δεν ακούστηκε ευχάριστα στα αυτιά πολλών Ευρωπαίων, δεν προκάλεσε αντιδράσεις ανάλογες με εκείνες που θα περίμενε κανείς, με βάση και τα όσα έχουν ειπωθεί μετά από αντίστοιχες παρεμβάσεις άλλων κορυφαίων Ελλήνων υπουργών...

Εξάλλου, όσο κι αν μέχρι στιγμής το φλερτ της Αθήνας με τη Μόσχα και το Πεκίνο έχει κυρίως τον χαρακτήρα του αντιπερισπασμού και εντάσσεται στο πλαίσιο του πολέμου των εντυπώσεων, εφόσον η Ελλάδα βρεθεί αντιμέτωπη με διλήμματα «ζωής και θανάτου» κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει να εξελιχθεί σε ένα θυελλώδη έρωτα...

ΠΟΛΙΤΙΚΗ: Ακροδεξιά απειλή

Μπορεί η πλειονότητα των κομμάτων που κατατάσσονται στην ευρωπαϊκή Αριστερά -του ΣΥΡΙΖΑ και των Ισπανών Podemos συμπεριλαμβανομένων- να δηλώνουν πίστη στο ευρώ, την Ε.Ε. και γενικότερα το «ευρωπαϊκό οικοδόμημα», καταγγέλλοντας απλώς τις... νεοφιλελεύθερες παρεκκλίσεις του και την εμμονή στη λιτότητα, όμως οι σχηματισμοί που βρίσκονται στο άλλο άκρο του πολιτικού σκηνικού δεν μασάνε τα λόγια τους.

Στη Γαλλία η Μαρίν Λεπέν, στην Ιταλία ο Ματέο Σαλβίνι αλλά και ο Μπέπε Γκρίλο, στη Βρετανία ο Νάιτζελ Φάρατζ και τα «όμορα», λιγότερο ή περισσότερο εξτρεμιστικά, κόμματα που υπάρχουν σχεδόν σε κάθε γωνιά της Ευρώπης, ζητούν ευθέως την έξοδο των χωρών τους από την Ευρωζώνη και τη ριζική μεταρρύθμιση της Ε.Ε. ή ακόμη και τη διάλυσή της, εφόσον αυτό δεν είναι δυνατό.

Βρίσκουν δε εκατομμύρια ευήκοα ώτα στις τάξεις των Ευρωπαίων που όχι μόνο έχουν πληγεί βάναυσα από την κρίση των προηγούμενων ετών, αλλά έχουν διαπιστώσει πως όσα γράφουν οι Συνθήκες περί της «ευρωπαϊκής αλληλεγγύης» και μιας Ε.Ε. που θα αποτελεί το «κοινό σπίτι των λαών», δεν είναι παρά... φύκια για μεταξωτές κορδέλες!

Όλες οι δημοσκοπήσεις και τα ευρωβαρόμετρα, εξάλλου, καταγράφουν την ολοένα εντεινόμενη δυσφορία των λαών απέναντι στους αποκαλούμενους ευρωπαϊκούς θεσμούς -από τη στιγμή, λοιπόν, που η Αριστερά δεν «σηκώνει το γάντι», η Ακροδεξιά δεν αφήνει την ευκαιρία να πάει χαμένη. Και είναι βέβαιο ότι θα επιχειρήσει το μεγάλο «άλμα», καλύπτοντας το πολιτικό κενό που θα δημιουργηθεί σε περίπτωση συντριβής των «αριστερών παρενθέσεων» ή ενός Grexit.

Μάλιστα, η εμπειρία από διάφορες χώρες -κυρίως από τη Γαλλία- δείχνει ότι πατώντας στα συντρίμμια της κρίσης, καταφέρνει να συγκροτεί μια ιδιότυπη και ισχυρή συμμαχία. Μια συμμαχία η οποία περιλαμβάνει τόσο κατώτερα κοινωνικά στρώματα όσο και τμήματα των πλούσιων ελίτ, που αισθάνονται ότι απειλούνται από τη βίαιη αναδιανομή που επιχειρούν να επιβάλουν τα γερμανικά οικονομικά «πάντσερ», στο όνομα της πειθαρχίας και του ανταγωνισμού. Κι αυτό καθιστά τη σύγχρονη ευρωπαϊκή Ακροδεξιά πολύ πιο απειλητική.

ΕΥΡΩ ΚΑΙ Ε.Ε.: Αντίστροφη μέτρηση για την Ευρώπη

«Η έξοδος από το ενιαίο νόμισμα αποτελεί αυτό που ονομάζεται «άγνωστο του αγνώστου», απέναντι στο οποίο ούτε οι αγορές ούτε οι πολιτικοί μπορούν να προετοιμαστούν επαρκώς. Το ευρωπαϊκό εγχείρημα θα υφίστατο, σε μια τέτοια περίπτωση, την πρώτη του σοβαρή αποτυχία μετά τη δεκαετία του '50», προειδοποιούσαν την Τετάρτη οι Financial Times. Ξεκαθαρίζοντας έτσι, εμμέσως πλην σαφώς, ότι η διαπραγμάτευση γύρω από την Ελλάδα δεν είναι αντικείμενο των τεχνοκρατών -όπως επιμένουν (για διαφορετικούς λόγους) να υποστηρίζουν ο Σόιμπλε και ο Ντάιζελμπλουμ- αλλά εξόχως πολιτική. Κι αυτό είναι ίσως το μοναδικό που υποστηρίζει με συνέπεια η ελληνική κυβέρνηση από τη στιγμή που εξελέγη.

Πιθανότατα δε, να το έχει συνειδητοποιήσει και η Αγκελα Μέρκελ όταν, μιλώντας στους Γερμανούς βουλευτές την Πέμπτη, επανέφερε την πολιτική στο τιμόνι. «Το ευρώ είναι παραπάνω από ένα νόμισμα (...) Εάν το ευρώ αποτύχει, αποτυγχάνει η Ευρώπη», είπε με νόημα, απευθυνόμενη κυρίως στους υπέρμαχους της «μηδενικής ανοχής» απέναντι στην Ελλάδα, ακόμη και στις τάξεις της κυβέρνησής της. Για να προσθέσει πως «εάν αναλογιστούμε πόσο έχουμε προχωρήσει στον δρόμο της ευρωπαϊκής ενοποίησης, δεν υπάρχει λόγος να απογοητευόμαστε μπροστά στις σημερινές προκλήσεις».

Η Γερμανίδα καγκελάριος (ή, έστω, το επιτελείο της) φαίνεται να ρίχνει και μια ματιά στο μέλλον, πέρα από το Δημοσιονομικό Σύμφωνο και τους κανόνες για το χρέος και τα ελλείμματα. Τότε, δηλαδή, που θα γίνει το... ταμείο της περιόδου την οποία ζούμε σήμερα, αποτιμώντας πιο ψυχρά και αντικειμενικά τα όσα συμβαίνουν και θα συμβούν. Είναι δε βέβαιο ότι στην περίπτωση που καταγραφεί ένα Grexit ή ένα Grexident (όπως είναι ο νέος όρος που έχει εφευρεθεί εσχάτως), οι ιστορικοί του μέλλοντος θα διαπιστώσουν ότι ακριβώς εκείνη τη στιγμή, άρχισε να ξηλώνεται ένα πουλόβερ που πλεκόταν επί έξι ολόκληρες δεκαετίες, γράφοντας στην ούγια «ευρωπαϊκή ενοποίηση». Και μάλιστα, την εποχή της παντοδυναμίας της Μέρκελ και της ηγεμονίας του Βερολίνου στην Ευρώπη.

Βεβαίως, υπάρχουν κι αυτοί που υποστηρίζουν ότι η Ελλάδα είναι καρκίνωμα (το είχε πει και ο Μάριο Ντράγκι πρόσφατα) και θα πρέπει να αφαιρεθεί χειρουργικά, ώστε το σώμα της Ευρώπης να εξυγιανθεί και να μεγαλουργήσει. Γιατί, όμως, να μη σκεφτούν το ίδιο οι πλούσιοι του Βορρά και για άλλες φτωχές χώρες -αντί να τους δίνουν κάθε τόσο βοήθεια (και θα χρειαστεί να τους ξαναδώσουν, σύντομα...), να τις πετάξουν έξω από την Ευρωζώνη και ενδεχομένως την Ε.Ε., έτσι ώστε να πορευθούν σίγουροι και πιο ισχυροί απέναντι στον αμείλικτο διεθνή ανταγωνισμό;

ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ: Η Ελλάδα θα γίνει Lehman Brothers και η ανάπτυξη, ύφεση

Αυτή την εβδομάδα, ο ΟΟΣΑ επιβεβαίωσε την άποψη που βλέπει σαφή βελτίωση του οικονομικού κλίματος στην Ευρωζώνη, αναθεωρώντας θετικά τις προβλέψεις του για τους ρυθμούς ανάπτυξης: Σύμφωνα με τον διεθνή οργανισμό, θα διαμορφωθούν στο 1,4% για φέτος και 2% για το 2016, δηλαδή θα είναι κατά 0,3% υψηλότεροι από ό,τι ανέφεραν οι αρχικές εκτιμήσεις -με αρκετά πιο ευνοημένες ορισμένες χώρες, στις οποίες μάλιστα συμπεριλαμβάνεται και η Γερμανία. Όσο για τις κινητήριες δυνάμεις της ανάπτυξης, δεν είναι άλλες από τις χαμηλές τιμές του πετρελαίου και την εκτύπωση χρήματος από την πλευρά της ΕΚΤ, που θα ξεπεράσει το 1,1 τρισ. ευρώ μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2016.

Έτσι, καθώς το ευρωπαϊκό «θηρίο» μοιάζει να ξυπνάει για τα καλά, πληθαίνουν εκείνοι που υποστηρίζουν ότι δεν έχει να φοβηθεί τίποτα από μια μικρή χώρα όπως η Ελλάδα, η οικονομία της οποίας δεν αντιπροσωπεύει παρά το 2% του συνόλου της Ευρωζώνης. Ακόμη κι αν χρεοκοπήσει ή βγει από το ευρώ, λένε, η πορεία προς την ανάπτυξη δεν ανακόπτεται. Αν και το επιχείρημά τους μοιάζει ισχυρό, καλά θα έκαναν να το ξανασκεφτούν, παίρνοντας υπόψη τους τόσο τους ψυχρούς αριθμούς όσο και το αξίωμα ότι η οικονομία δεν είναι μόνο αριθμοί, αλλά και (ενίοτε δε πάνω από όλα) ψυχολογία.

Μελετώντας τους αριθμούς, για παράδειγμα, θα διαπίστωναν ότι σε περίπτωση χρεοκοπίας της Ελλάδας και Grexit, οι οικονομίες τους -δηλαδή, τελικά, οι φορολογούμενοί τους- θα έχαναν πολύ μεγάλα ποσά. Με βάση τους υπολογισμούς του Bloomberg, οι οποίοι βασίζονται σε όλα τα επίσημα στοιχεία που υπάρχουν (βλ. γράφημα), για τη Γερμανία οι απώλειες θα ξεπερνούσαν τα 65 δισ. ευρώ, για τη Γαλλία θα έφταναν τα 50 δισ., για την Ιταλία θα διαμορφώνονταν γύρω στα 45 δισ. και για την Ισπανία κάπου στα 30 δισ.. Αντιστοιχίζοντας δε αυτά τα ποσά στο ΑΕΠ της κάθε χώρας, εύκολα μπορεί ο καθένας να διαπιστώσει ότι η Γερμανία και η Γαλλία θα έπρεπε να «διαγράψουν» ποσοστό της τάξης του 2,5%, ενώ για την Ιταλία και τη Γαλλία το πλήγμα θα ήταν ακόμη πιο επώδυνο.

Τι σημαίνει αυτό, πρακτικά; Μα, απλούστατα, ότι οι δείκτες θα γίνονταν αυτομάτως «κόκκινοι», η ανάπτυξη του ΑΕΠ θα μετατρεπόταν σε συρρίκνωση και νέα ύφεση, ενώ το πρόγραμμα «ποσοτικής χαλάρωσης» της ΕΚΤ θα πήγαινε κυριολεκτικά στον βρόντο και θα λειτουργούσε απλώς ως κυματοθραύστης για να αποφευχθούν τα χειρότερα.

Αν και η αλήθεια είναι πως ακόμη και έτσι, δεν είναι βέβαιο ότι θα αποφεύγονταν. Βλέπετε, το 2008, το ποσοτικό ειδικό βάρος της Lehman Brothers στην αμερικανική οικονομία ήταν πολύ μικρότερο από αυτό που έχει σήμερα η Ελλάδα στην Ευρωζώνη. Όμως, η κατάρρευσή της άνοιξε τον Ασκό του Αιόλου, προκαλώντας επικίνδυνες αναταράξεις όχι μόνο στις ΗΠΑ, αλλά σε ολόκληρο τον πλανήτη.

Ποιος, λοιπόν, είναι σήμερα διατεθειμένος να διακινδυνεύσει ένα νέο γύρο οικονομικού και χρηματοπιστωτικού «πολέμου», όταν οι πληγές από τον προηγούμενο είναι ακόμη ανοιχτές;”