Οχι διάλογος αλλά ούτε καν μονόλογος για παραγωγική ανασυγκρότηση

“Ας υποθέσουμε ότι η κυβέρνηση πετυχαίνει μια συμφωνία με τους εταίρους.

Παίρνει και αυτήν την φορά χρήματα και πληρώνει τα εκκρεμή δάνεια.



Γεμίζει προσωρινά τα ταμεία της για το εσωτερικό και παραμένει συνεπής στην "ιερότερη" υποχρέωση της, που δεν είναι άλλη από την καταβολή των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων και των συντάξεων.

Και μετά τι;

Σε πόσο καιρό θα έρθει η επόμενη απειλή καταστροφής;

Σε δύο μήνες, τρεις, πέντε;

Και υπό αυτήν την έννοια τι είδους σωτηρία θα είναι ... αυτή που θα έχουμε πετύχει;

Σωτήρία μέχρι το επόμενο επεισόδιο, που θα έρθει με βεβαιότητα για να μας οδηγήσει και πάλι στην εντατική;

Κατανοεί κανείς ότι το ουσιώδες πρόβλημα είναι τα 11 δις του ελλείμματος του Εμπορικό Ισοζύγίου;

Ότι κάθε χρόνο η χώρα γίνεται κάτά 11 δις φτωχότερη;

Και ότι για να διατηρηθεί το επίπεδο ευμάρειας, που εξασφαλίζεται μέχρι σήμερα με εισαγόμενα προϊόντα, αυτό το έλλειμμα πρέπει να αναπληρώνεται σε τακτική βάση με νέα δάνεια, που όμως πια δεν υπάρχουν;

Κατανοεί επιπλέον κανείς ένα πρόσθετο στοιχείο;

Ότι υπό αυτές τις συνθήκες, χωρίς την εισροή νέου πλούτου υπό μορφή δανεικών, η διατήρηση του επιπέδου ζωής των δημοσίων υπαλλήλων και όλων όσοι σιτίζονται από το κράτος σημαίνει ευθέως την αντίστοιχη επιδείνωση του επιπέδου ζωής όσων πληρώνουν πραγματικούς φόρους και όχι φόρους λογιστικών εγγραφών;

Και όμως. Εν όψει αυτών των απλούστατων διαπιστώσεων δεν βλέπουμε ακόμη κανέναν να μιλάει για το μόνο ουσιώδες της αντιμετώπισης της κρίσης. Την ενίσχυση της παραγωγικής δομής της χώρας. Κάτι που δεν αντιμετωπίζεται ούτε καν ως δευτερεύον. Είναι απλά ένα ζήτημα που δεν υπάρχει. Δεν λαμβάνεται υπ' όψιν. Κανείς δεν μιλάει γι' αυτό.

Ούτε αυτοί οι ίδιοι οι οπαδοί της δραχμής, που βλέπουν το νέο νόμισμα ως δυνατότητα χρηματοδότησης των αναγκών του κράτους, χωρίς να αντιλαμβάνονται ότι τα τυπογραφεία δεν παράγουν πλούτο. Αντίθετα παράγουν χαρτιά, τα οποία έχουν αξία μόνον όταν εκδοθούν σε αντίκρυσμα ανταλλάξιμων προϊόντων.

Τα πάντα ήταν προβλέψιμα πριν από πέντε χρόνια. Και τα πάντα παραμένουν προβλέψιμα. Βαδίζουμε όλο και πιο βαθιά στο αδιέξοδο, συντηρούμενοι με δανεικές ανάσες, που γίνοται όλο και λιγότερες. Μέχρι πότε. Κανείς δεν αναρωτιέται. Και κανείς δεν σχεδιάζει να φτιάξει κάτι με τα χέρια του.”