Πιέσεις στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων για επιστροφή στο μνημόνιο

“Η Ελλάδα βρίσκεται ακόμα στην κόψη του ξυραφιού, υπογράμμισε σήμερα από το βήμα του Economist η επικεφαλής αναλύτρια του Economist Intelligence Unit για την περιοχή Joan Hoey”



“Το γεγονός ότι ξοδεύουμε πολύ χρόνο για τα προβλήματα της ρευστότητας και της χρηματοδότησης, δεν μας αφήνει να αντιμετωπίσουμε με δημιουργικό τρόπο τα μακροπρόθεσμα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας”, τόνισε σήμερα από το βήμα του Economist ο αναπληρωτής υπουργός εξωτερικών για διεθνείς οικονομικές σχέσεις Ευκλείδης Τσακαλώτος σε συζήτηση που διεξάγεται στην Αθήνα με θέμα τη διαπραγμάτευση μεταξύ της Ελλάδας και των πιστωτών της.

“Το ευρώ κινδυνεύει, όχι από την αριστερά αλλά από την ίδια την αρχιτεκτονική της Ευρωζώνης”, ανέφερε ο κ. Τσακαλώτος στην εισήγησή του στην ημερίδα του Economist.

“Οι τεχνικές ομάδες των δανειστών αλλά και ορισμένα μέρη από την ηγεσία των θεσμών θέλουν να μας γυρίσουν πριν από την συμφωνία του Eurogroup της 20ης Φεβρουαρίου, για να επιστρέψει η Ελλάδα στην εποχή όπου κυριαρχούσε το μνημόνιο.

Η ΕΚΤ πιέζει την Ελλάδα τόσο στο θέμα της άμεσης χρηματοδότησης όσο και στο θέμα της ενίσχυσης των τραπεζών μέσω του ELA αλλά και τον περιορισμένο όριο έκδοσης εντόκων γραμματίων του δημοσίου. 

Το προηγούμενο μνημόνιο έχει τελειώσει. Βασίζονταν σε λάθος θεμέλια και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν πρέπει να γυρίσει σε αυτό. Η επιστροφή στο μνημόνιο θα είναι προς όφελος των ακροδεξιών. 

Η στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ δεν πρέπει να είναι η έξοδος από το ευρώ”.

Όσον αφορά την λίστα των μεταρρυθμίσεων που έχει στείλει η κυβέρνηση στους θεσμούς αλλά και την συμφωνία – πλαίσιο, εξήγησε ότι δεν υπάρχει κάποιο πρακτικό όφελος να ψηφιστεί από την βουλή, καθώς το όλο αυτό πλαίσιο αποτελεί συνέχεια του προηγούμενου καθεστώτος.

“Υπάρχει νόημα, να γίνει μόνο συζήτηση ”.

Ν. Βέττας: Η προσαρμογή που πλέον απαιτείται είναι πολύ μικρότερη

Με την σειρά του ο γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ και καθηγητής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών Νίκος Βέττας, ανέφερε ότι το πρόγραμμα που μπορεί να επαναφέρει την Ελλάδα σε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης θα πρέπει να έχει τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:

Πρώτον, έμφαση σε βαθιές μεταρρυθμίσεις και όχι σε επιπλέον δημοσιονομική προσαρμογή, χωρίς βέβαια να υπάρξει οπισθοδρόμηση.

Δεύτερον, η έμφαση θα πρέπει να δοθεί στην πραγματική απελευθέρωση των αγορών προϊόντων και υπηρεσιών και στην δραστική απλούστευση των διαδικασιών στη δημόσια διοίκηση. Ο συνδυασμός των δύο αποτελεί το καλύτερο, για την ακρίβεια το μόνο, υπόβαθρο και για την καταπολέμηση της διαφθοράς.

Τρίτον, η ποιότητα στην απονομή δικαιοσύνης και στο εκπαιδευτικό σύστημα πρέπει να συγκλίνει τουλάχιστον στον μέσο όρο της Ευρώπης.

Τέταρτον, την προστασία και υποστήριξη των πραγματικά αδύναμων στην ελληνική κοινωνία, σημείο στο οποία υπήρχαν κακές επιδόσεις ακόμη και πριν την κρίση.

Πέμπτον, η «ιδιοκτησία» του προγράμματος πρέπει να ανήκει στην Ελληνική κυβέρνηση, η οποία θα πρέπει να επιδιώξει γύρω από αυτό της ευρύτερη δυνατή συναίνεση. Οι κεντρικοί στόχοι θα είναι σαφείς και κοινά συμφωνημένοι αλλά η επιλογή των επιμέρους πολιτικών θα είναι ευθύνη όσων θα τις εφαρμόσουν στην πράξη.

Έκτον, η ευρωπαϊκή πλευρά θα πρέπει να υποβοηθήσει ένα επενδυτικό κύμα, που θα αναπτυχθεί σε βάθος τριετίας.

Έβδομον, οι πιστωτές θα πρέπει εγγυηθούν ρητά ότι, όσο η ελληνική πλευρά επιδεικνύει πρόοδο στο μεταρρυθμιστικό πεδίο, το βάρος της εξυπηρέτησης του χρέους προς αυτούς δεν θα αυξηθεί ακόμη και σε μεταγενέστερο χρόνο.

Δεν ισχυρίζομαι βέβαια ότι όλα πήγαν καλά στα οικονομικά προγράμματα των τελευταίων ετών, το αντίθετο ισχύει.

Αλλά, θα πρέπει να διορθωθούν αυτά δεν θα πήγαν καλά και να μην υπάρξει οπισθοδρόμηση εκεί που υπήρξε πρόοδος.

Ειδικότερα, από το σημείο δημοσιονομικής σταθεροποίησης στο οποίο βρισκόμαστε, και χωρίς εκεί να υπάρξει οπισθοδρόμηση, το επείγον ζητούμενο είναι να πλέον να επιταχυνθούν οι επενδύσεις, η ανάπτυξη και η δημιουργία θέσεων εργασίας.

Η προσαρμογή που πλέον απαιτείται είναι πολύ μικρότερη από αυτή που έχει προηγηθεί και πρέπει και μπορεί να επιτευχθεί με μέτρα που θα είναι κατεξοχήν αναπτυξιακά και θα ευνοούν το μεγάλο πλήθος των νοικοκυριών και επιχειρήσεων, αυτών τουλάχιστον που σέβονται τους νόμους» ανέφερε επίσης ο κ.Βέττας.

Στο πλαίσιο του συνεδρίου τοποθετήθηκαν αναφορικά με το δημόσιο χρέος, τις μεταρρυθμίσεις και τις ευρύτερες προκλήσεις με στόχο την επιστροφή της σταθερότητας και της ανάπτυξης στην ελληνική οικονομία ο Ζακ Σαπίρ διευθυντής του EHESS, ο Αντρέας Νέλκε καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Goethe της Φρανκφούρτης, ο καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Άμστερνταμ Χενς Όβερμπικ και ο καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Πίζα Τζιοβάνι Ντόσι.