Το συμφέρον της χώρας είναι υπέρτερο απ' αυτό της κυβέρνησής της

Όλο και πιο ακατανόητη γίνεται η κυβερνητική πολιτική σε σχέση με την ελληνική παρουσία στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τους θεσμούς της.



Μέρα με τη μέρα είναι αδύνατο να καταλάβει κάποιος ποιο είναι το πρόβλημα και ποιες μπορεί να είναι οι λύσεις που επιδιώκει η κυβέρνηση.

Κυρίως, σε ποιο πλαίσιο τις επιδιώκει. Αν μιλάμε για το πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δηλαδή της αδιαπραγμάτευτης στρατηγικής παρουσίας της Ελλάδας στην Ευρώπη, κάτι δεν πάει καλά στις κυβερνητικές αναλύσεις.

Τα πράγματα είναι απλά: Η χώρα, ύστερα από πέντε χρόνια αναποτελεσματικής λιτότητας -λόγω και του τρόπου εφαρμογής των Μνημονίων, στα οποία η ίδια οδήγησε τον εαυτό της, μετά τη χρεοκοπία, στην οποία, επίσης, η ίδια οδήγησε τον εαυτό της- έχει νέα κυβέρνηση.

Ακριβώς επειδή οι προηγούμενες κατά τη λαϊκή ετυμηγορία απέτυχαν να τη βγάλουν από την κρίση. 

Η δουλειά αυτής της κυβέρνησης πρωτίστως είναι να εξασφαλίσει καλύτερους όρους αποπληρωμής του χρέους και καλύτερους όρους νέου δανεισμού -κάτι το οποίο δεν έθεσε καν στο τραπέζι- και ταυτόχρονα να συνεχίσει την πολιτική δημοσιονομικής εξυγίανσης και μεταρρυθμίσεων που θα φέρει επενδύσεις και ανάπτυξη, διασφαλίζοντας, όμως, ηπιότερους όρους για την κοινωνία.

Δεν είναι απλό. Αλλά αυτό είναι το πραγματικό εθνικό στοίχημα. Αυτά τα κάρβουνα διεκδίκησε και πήρε στα χέρια της.

Πού βρίσκεται η διαφωνία;

Τα υπόλοιπα πού κολλάνε και σε τι συμβάλλουν στη λύση αυτού του προβλήματος; Και γιατί κάθε μέρα που περνάει προστίθεται και ένα ακόμη αγκάθι στις σχέσεις με την Ευρώπη;

Ποια ακριβώς είναι η διαφωνία της ελληνικής κυβέρνησης με τους συνομιλητές της; Είναι ότι δεν την αφήνουν να ασκήσει την πολιτική της, όπως ισχυρίζεται; Έλεος. Οι αντιρρήσεις των άλλων είναι που δεν την αφήνουν να εφαρμόσει το πρόγραμμά της; Ή ότι δεν έχει τα λεφτά που χρειάζεται; 

Με ποιον ακριβώς διαπραγματεύεται η κυβέρνηση; Ο μόνος που μπορεί να βρίσκεται στην άλλη πλευρά του τραπεζιού είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση και τα όργανά της. Τότε γιατί μετατρέπει την όποια διαφωνία έχει μαζί τους σε ελληνογερμανική αναμέτρηση;

Πώς ακριβώς τεκμηριώνεται με κοινοτικούς όρους το επιχείρημα «η Γερμανία αποφασίζει στην Ευρώπη»; Η Γερμανία ασκεί επιρροή ως μεγάλη δύναμη και γενικά στην Ευρωπαϊκή Ένωση οι συσχετισμοί δυνάμεων παίζουν ρόλο. Αλλά παίζουν και οι δημοκρατικές διαδικασίες.

Υπάρχει Κοινοβούλιο και Δικαστήριο - κι εκεί η Γερμανία αποφασίζει; Και είναι μόνο η σημερινή ελληνική κυβέρνηση εθνικά υπερήφανη κυβέρνηση στην Ευρώπη; Είναι η μόνη που επιδιώκει να προστατεύσει τα συμφέροντα της χώρας της; Οι άλλοι είναι υποτελείς στους Γερμανούς; Και σε τελευταία ανάλυση, αν πράγματι αποφάσιζε η Γερμανία δε θα ήταν αυτοκτονία η πλήρης διάρρηξη σχέσεων μαζί της αυτή τη στιγμή;

Γιατί η ρητορική της απομόνωσης εντείνεται, αντί να οδηγείται σε εκτόνωση; Ποιος μπορεί να εξηγήσει την τελευταία έξαρση αυτής της ρητορικής και μάλιστα στη Βουλή; 

Συνεπώς, ποιο ακριβώς είναι το νόημα όσων είπε ο υπουργός Δικαιοσύνης για την πρόθεσή του να θέσει σε εφαρμογή την απόφαση του Αρείου Πάγου για την αποζημίωση των κατοίκων του Διστόμου;

Η προϊστορία μιας απόφασης

Εδώ, μια παρένθεση. Ο υπουργός επικαλείται δικαίωμά του - αμφίβολης νομιμότητας και το ξέρει, όπως προκύπτει από το σύνολο της δήλωσής του και όχι όσα αναμεταδόθηκαν από το μιντιακό σύστημα με κυβερνητική συγκατάνευση για λόγους εντυπωσιασμού.

 Άλλωστε, δεν μπορεί να μη γνωρίζει την προϊστορία αυτού του θέματος, το οποίο διαχωρίζει τις ελληνικές διεκδικήσεις στα τρία. Στις πολεμικές αποζημιώσεις, οι οποίες έκλεισαν από τις παλιές κυβερνήσεις του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Το κατοχικό δάνειο, το οποίο είναι διεκδικήσιμο, αλλά στην Τράπεζα της Ελλάδος δε βρέθηκαν στοιχεία και υπάρχουν μόνο κάποια που βρέθηκαν στο υπουργείο Οικονομικών, γι' αυτό και υπάρχει δισταγμός για προσφυγή στο δικαστήριο. Και τις διεκδικήσεις των ιδιωτών, στις οποίες αναφέρεται η απόφαση που επικαλείται ο υπουργός.

Αυτή την απόφαση είχε βγάλει από τον Εφέτη Λιβαδειάς ο μακαρίτης Γιάννης Σταμούλης ως δικηγόρος των συγγενών, όσων σφαγιάσθηκαν από τα στρατεύματα κατοχής. Επειδή, όμως, το Τμήμα του Άρειου Πάγου την ακύρωσε και η Ολομέλεια την επικύρωσε, κρίθηκε στο Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο που τη θεώρησε ανίσχυρη. Με βάση αυτή την απόφαση άλλωστε το Εφετείο Πατρών απέρριψε την ανάλογη προσφυγή των κατοίκων των Καλαβρύτων.

Σε κάθε περίπτωση, πάντως, η μόνη γερμανική περιουσία στην Ελλάδα είναι η Πρεσβεία που έχει ακατάσχετο και το κτίριο του Ινστιτούτου Γκαίτε, για το οποίο, επίσης, υπάρχουν νομικά προβλήματα.

Γι' αυτό ο ευφυής Σταμούλης άσκησε προσφυγή σε δικαστήριο της Φλωρεντίας, ζητώντας την κατάσχεση γερμανικής βίλας στην περιοχή. Την κέρδισε, αλλά η Γερμανία προσέφυγε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, με πρόεδρο ήδη τον εξαίρετο Βασίλη Σκουρή. Η κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου παρενέβη σε αυτή τη δίκη με ξένη εταιρία που μίσθωσε. Αλλά το Δικαστήριο ακύρωσε την απόφαση του ιταλικού Δικαστηρίου -με ένα απαράδεκτο σκεπτικό, αλλά έτσι αποφάσισε- και ενώ αναγνώρισε το δικαίωμα παρέμβασης στην Ελλάδα την παρέπεμψε στην απόφαση του ανωτάτου δικαστηρίου της. 

Ύστερα από αυτά ακόμη και η κατάσχεση γερμανικής περιουσίας στην Ελλάδα θα έπασχε νομικά. Αλλιώς δε θα το έκανε ήδη ως υπουργός Δικαιοσύνης ο Μιλτιάδης Παπαϊωάννου, του οποίου το σπίτι έκαψαν οι Γερμανοί και είναι ένας από όσους προσέφυγαν στο δικαστήριο της Πάτρας; Εδώ κλείνει η παρένθεση.

Ο παραλογισμός του λαϊκισμού

Ποια λογική, λοιπόν, συνδέει αυτήν την απόφαση του Άρειου Πάγου με τις ελληνοκοινοτικές διαπραγματεύσεις; Εφόσον η Ελλάδα διαπραγματεύεται με την Ευρωπαϊκή Ένωση, πού κολλάει η απειλή για κατάσχεση περιουσίας του γερμανικού δημόσιου;

Σε τελευταία ανάλυση μια δικαστική απόφαση, η εκτέλεση της οποίας κρίνεται από τον υπουργό Δικαιοσύνης, είναι ανεξάρτητη από οτιδήποτε άλλο. Ποια είναι η σκοπιμότητα και ποιο το όφελος της απειλής κατασχέσεων γερμανικής περιουσίας επί ελληνικού εδάφους;

Πόσο λογικό είναι να προβαίνεις -εφόσον δεν πρόκειται για αυτοδύναμη εφαρμογή δικαστικής απόφασης, αλλά για πολιτική επιλογή- σε κατάσχεση της περιουσίας κάποιου για 28 εκατομμύρια, όταν του χρωστάς περισσότερα και συνεπώς του δίνεις άλλοθι να αρχίσει και αυτός, στο μέλλον, τις κατασχέσεις;

Εν κατακλείδι: Πού οδηγεί η επιμονή της κυβέρνησης να μπερδεύει τις κοινοτικές υποχρεώσεις της χώρας και τις υπό διαπραγμάτευση σχέσεις της με τους δανειστές -τη στιγμή που τελεί πάντα υπό τον κίνδυνο της χρεωκοπίας- με την αντιγερμανική ρητορική;

Τι άλλο από εσωτερική κατανάλωση μπορεί να είναι κίνητρο της επίδειξης του εθνικοπατριωτικού λαϊκισμού κατά περίπτωση; Πάντως, επιχείρημα για διεθνή χρήση δεν είναι.

Με άλλα λόγια: γιατί η κυβέρνηση παίζει ένα παιχνίδι που θα έπρεπε να αποφύγει; Ο καθένας αντιλαμβάνεται γιατί -όπως έγραφε στα «ΝΕΑ» ο Μανόλης Σπινθουράκης- «η γερμανική κυβέρνηση επιδιώκει να απαξιώσει στελέχη της ελληνικής κυβέρνησης» -αν και ορισμένα απαξιώνονται μόνα τους.

Κανείς, όμως, δεν μπορεί να καταλάβει γιατί αυτά τα ίδια στελέχη και η κυβέρνηση γενικότερα πέφτουν στην παγίδα μεταφοράς της ελληνοκοινοτικής διαπραγμάτευσης σε ιδεολογική αναμέτρηση μεταξύ πολιτικών δυνάμεων και σε επίδειξη ισχύος μεταξύ κυβερνήσεων. Γιατί, δηλαδή, βγαίνει έξω από το κοινοτικό πλαίσιο, ενώ μόνο εκεί υπάρχει τρόπος να προωθήσει τα συμφέροντα της χώρας - οι εναλλακτικές «λύσεις» είναι επικίνδυνες θεωρίες σαλταρισμένων...

Κανείς δεν μπορεί να εξηγήσει αυτόν τον παράλογο κύκλο αυτοκαταστροφής, στον οποίο παραμένει επτά εβδομάδες τώρα η κυβέρνηση Τσίπρα.

Εκτός αν… Αν ακολουθεί αυτή την πολιτική, επειδή παραβλέπει ότι στις Δημοκρατίες δεν υπάρχουν αδιέξοδα: όταν δεν τα καταφέρνει μια κυβέρνηση, έρχεται η επόμενη. Γιατί, όπως ξέρουμε από την Ιστορία, μια χώρα είναι μέγεθος μεγαλύτερο από την κυβέρνησή της - άρα και το συμφέρον της είναι υπέρτερο αγαθό από το συμφέρον της κυβέρνησής της.