Ε λοιπόν, μπράβο στο «Ποτάμι»

“Υποθέτω ότι ανάμεσα σε αυτούς που βρήκαν τη συνομιλία του Στέλιου Ράμφου με τον Σταύρο Θεοδωράκη ελαφριά και μάλλον απογοητευτική βρίσκονται και όσοι θεωρούν ότι ο Σλάβοϊ Ζίζεκ και ο Μπαντιού είναι οι μεγάλοι διανοούμενοι της εποχής μας. Και είναι η αλήθεια ότι ο Ράμφος δεν έχει να προτείνει άμεσες επαναστατικές λύσεις στα προβλήματά μας, ούτε, από όσο ξέρω, είναι θαυμαστής του Ροβεσπιέρου όπως ο Ζίζεκ – ο Ροβεσπιέρος όντως μας δίδαξε τον αμεσότερο τρόπο παρέμβασης στην Ιστορία, που ακούει στο όνομα γκιγιοτίνα.




Ο Ράμφος επίσης δεν μοιράζεται τη μεγαλοφυή ανάγνωση του Πλάτωνα από τον Μπαντιού ο οποίος αναγνωρίζει στην Πολιτεία ένα πρότυπο έργο σοσιαλιστικού ρεαλισμού.
Βέβαια, για να είμαι δίκαιος, δεν ήσαν μόνον αυτοί.
Υπήρξαν και άλλοι που θυμούνται τη «νεοορθόδοξη» περίοδο του Ράμφου και οι οποίοι, προφανώς, ουδόλως εκτιμούν την πνευματική αγωνία που τον οδηγεί σε αναζητήσεις, ενδεχομένως και ανατροπές ή και διαψεύσεις του ίδιου του του εαυτού – κάτι που από μόνο του αποτελεί απόδειξη σκεπτόμενου ανθρώπου.
Αυτά τα προκαταρκτικά για να ξεκαθαρίσω μια και καλή τη θέση μου:
ο Ράμφος είναι ένας σκεπτόμενος άνθρωπος, διανοούμενος, και επειδή είμαι απ’ αυτούς που πιστεύουν ότι ο δημόσιος λόγος χρειάζεται επειγόντως κάποια σκέψη, θεωρώ ότι οι δημόσιες παρεμβάσεις του Ράμφου ή του Νίκου Δήμου, και ανθρώπων σαν τον Ράμφο ή τον Νίκο Δήμου, μας είναι απαραίτητες ακόμη κι αν διαφωνείς μαζί τους.
Και πολλές φορές προσωπικά διαφωνώ μαζί τους, αλλά αυτό ελάχιστη σημασία έχει.
Στο κάτω κάτω της γραφής ο Ράμφος προχθές δεν ανέβηκε σε κάνα μπαλκόνι για να χειροκροτήσει τον πολιτικό αρχηγό και να ζητήσει την ψήφο μας, ρόλο στον οποίο έχει καταδικάσει τους διανοούμενους η «προοδευτική» μεταπολίτευση.
Βγήκε, μίλησε, εξέθεσε τη σκέψη του, εκτέθηκε και ο ίδιος.
Και στο κάτω κάτω να και ένας άνθρωπος που σκέφτεται την Ελλάδα χωρίς να μεταφράζει στα ελληνικά από εγχειρίδια μεταμοντέρνας κοινωνιολογίας και ο οποίος μπορεί να ελέγχει τη φιλοσοφική θεώρηση του χρόνου δοκιμάζοντάς τη στη δική μας πραγματικότητα.
Τον ειρωνεύτηκαν γιατί λέει είπε ότι δεν πρέπει να πηγαίνουμε στα καφενεία.
Εντέλει ο άνθρωπος παρατήρησε αυτό που όλοι βλέπουμε γύρω μας, πως μιλάμε για ανάπτυξη και εννοούμε να ανοίξουμε μερικά ακόμη καφενεία.
Είπε κι άλλα ενδιαφέροντα, όπως ότι το ’81 ήρθαν στο προσκήνιο κοινωνικές ομάδες παραμερισμένες ώς τότε, αλλά το πρόβλημα είναι ότι αυτές λειτούργησαν ως κοινωνικά πρότυπα με τα γνωστά καταστροφικά αποτελέσματα.
Είπε ακόμη πως για να καταλάβεις την Ελλάδα, πρέπει να χρησιμοποιήσεις μια μείξη κοινωνιολογίας και ανθρωπολογίας.
Αν κατάλαβα καλά, δεν εστίασε την ομιλία του ούτε στη διαχείριση του χρέους ούτε στα επιτόκια ούτε στη συνταγματική μεταρρύθμιση.
Διότι ο Ράμφος δεν είναι καθηγητής στο πανεπιστήμιο κι όταν μιλάει δεν μιλάει για να υπερασπιστεί τον θεσμό από τον οποίον βιοπορίζεται.
Μιλάει για να υπερασπιστεί τις απόψεις του.
Είναι καθαρόαιμος διανοητής και την αξιοπιστία του την αντλεί από την ίδια του τη σκέψη.
Να είστε βέβαιοι πως αν ήταν καθηγητής πανεπιστημίου ο Ράμφος, θα τον αντιμετώπιζαν με σεβασμό και δέος, καθότι η ωραία μας επαρχία τα σύνδρομά της δεν τα ξεπερνάει με τίποτε.
Ηταν 1.500 άνθρωποι στο κοινό, πράγμα που σημαίνει πως υπάρχει ένας κόσμος ολόκληρος που διψάει για να ακούσει σκεπτόμενο λόγο.
Και την εκδήλωση τη διοργάνωσε το «Ποτάμι».
Ε λοιπόν, μπράβο στο «Ποτάμι».
Και το λέω ασχέτως πολιτικής τοποθέτησης.
Διότι αν η Δεξιά ή η Αριστερά έδιναν δημόσιο λόγο στους Ράμφους, τότε είμαι βέβαιος πως και η Δεξιά και η Αριστερά θα ήταν διαφορετικές και ο τόπος θα ήταν διαφορετικός.

Ούτε θα μας καταδίκαζαν να έχουμε άποψη και για τους διάφορους αμόρφωτους γελωτοποιούς του δημόσιου βίου μας ...”