Ο θάνατος του Ιωάννη Μεταξά

“Ο Ιωάννης Μεταξάς πέθανε στις 29 Ιανουαρίου 1941, τρεις μήνες μετά το περίφημο «Όχι» που είπε στους Ιταλούς.
[Για την ακρίβεια δεν είπε «Όχι» αλλά «Λοιπόν, έχουμε πόλεμο!» στα γαλλικά (“Alors, c’est la guerre”) σύμφωνα με τα απομνημονεύματα του ιταλού πρέσβη Emanuele Grazzi.].

Ο θάνατός του θα συγκλονίσει σχεδόν ολόκληρη την Ελλάδα.

Όμως αυτός που πέθανε ήταν ένας δικτάτορας!




Αυτή η αντίφαση με έκανε να γράψω το σημερινό post.

Ο Μεταξάς είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα προσωπικότητα που πάντα με απασχολούσε για έναν απλό λόγο. Δεν μπορούσα να ανεχτώ το γεγονός ότι μια τόσο σημαντική και ηρωική στιγμή στην ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας ήταν ταυτισμένη με ένα ολοκληρωτικό καθεστώς και έναν σκληρό δικτάτορα. Εδώ όμως δεν θα συζητήσουμε τον χαρακτήρα του καθεστώτος του Μεταξά. Ήταν ένα φρικτό, ολοκληρωτικό καθεστώς, παρόμοιο με εκείνα που κυριαρχούσαν στο μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης κατά τη διάρκεια της εφιαλτικής δεκαετίας του 1930. Η Ευρώπη δεν ξεπέρασε ουσιαστικά τη δεκαετία του 1930 μέχρι το 1989. Οποιαδήποτε ανάμνηση λοιπόν του ολοκληρωτισμού που κυριαρχούσε σε ολόκληρη την Ευρώπη ή σε μεγάλο μέρος της, μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1990, μου ήταν απεχθής – ειδικά όταν συνδεόταν με τη χώρα μου. Ο Μεταξάς όμως ήταν αναμφίβολα μια σημαντική προσωπικότητα. Δεν μπορεί να συγκριθεί σε καμία περίπτωση με τον Γεώργιο Παπαδόπουλο ή τον Δημήτρη Ιωαννίδη. Επιπλέον ήταν τυχερός. Πέθανε στο απόγειο της δόξας του.


Δεν θα παρουσιάσω εδώ τη βιογραφία του Μεταξά αλλά θα ήθελα να σημειώσω τα εξής:

Σπούδασε για τέσσερα χρόνια στην Πρωσία, στην Πολεμική Ακαδημία του Βερολίνου. Ήταν επόμενο να γίνει γερμανόφιλος και να υιοθετήσει ως στρατιωτικός την παρωχημένη πρωσική στρατηγική. Δημιούργησε από πολύ νωρίς στενές σχέσεις με πολλά μέλη της βασιλικής οικογένειας αλλά ο Βενιζέλος τον εκτιμούσε και αυτός ιδιαίτερα. Θεωρείται ακόμα και σήμερα μεγάλο στρατηγικό μυαλό αλλά του ασκήθηκε δικαιολογημένα σοβαρή κριτική για συστηματικά λάθη του επιτελείου του Κωνσταντίνου (στο οποίο κυριαρχούσε) στη διάρκεια των Βαλκανικών πολέμων. Τον Μάρτιο του 1915 ήρθε σε σύγκρουση με τον Βενιζέλο γιατί ο μυωπικός φιλογερμανισμός του δεν του επέτρεψε να αντιληφθεί τις γεωπολιτικές συνθήκες. Αργότερα θα δώσει ο ίδιος την εντολή να παραδοθεί το οχυρό Ρούπελ στις γερμανικές και βουλγαρικές δυνάμεις. Στην πρώτη φάση του Διχασμού θα πρωταγωνιστεί στα έκτροπα και στους διωγμούς των Βενιζελικών ως επικεφαλής των διαβόητων «Επιστράτων». Το περίφημο Υπόμνημά του όμως προς το Γενικό Επιτελείο κατά της στρατιωτικής επέμβασης στη Μικρά Ασία θεωρήθηκε δικαίως ex post προφητικό.

Η πρώτη του προσπάθεια να αρπάξει πραξικοπηματικά την εξουσία τον Οκτώβριο του 1923 απέτυχε παταγωδώς και τον οδήγησε για δεύτερη φορά στην εξορία. Επιστρέφει στην Ελλάδα το 1924 και συμμετέχει ενεργά στην πολιτική ζωή. Το αντιβενιζελικό και φιλοβασιλικό κόμμα του δεν κατορθώνει ποτέ να αποκτήσει υψηλά ποσοστά ή περισσότερους από 150.000 ψήφους. Συμμετέχει στο βρώμικο πολιτικό παιχνίδι και εμπλέκεται από το παρασκήνιο στη δολοφονική απόπειρα κατά του Βενζέλου τον Ιούνιο του 1933. Όμως το πολιτικό αδιέξοδο μετά τις εκλογές του Ιανουαρίου του 1936 τον οδηγεί στην πρωθυπουργία αν και οι αντιδημοκρατικές και αντικοινοβουλευτικές απόψεις του ήταν γνωστές. Την κυβέρνησή του στήριξαν με την ψήφο τους όλοι σχεδόν οι βουλευτές με την εξαίρεση των βουλευτών του ΚΚΕ και του Γεωργίου Παπανδρέου. Σε συνεργασία με τον Γεώργιο Β´ επιβάλλει τη δικτατορία της 4ης Αυγούστου του 1936.


Το καθεστώς της 4ης Αυγούστου ήταν ένα σκληρό δικτατορικό καθεστώς και η ιδεολογία του κράτους καθαρόαιμα ολοκληρωτική. Οι εικόνες της εποχής θυμίζουν Χίτλερ, Μουσολίνι και Φράνκο.

Όμως ο Μεταξάς δεν επαναλαμβάνει το λάθος που έκανε στον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο. Αντιλαμβάνεται ότι ο «φυσικός» σύμμαχος της Ελλάδας είναι η Μεγάλη Βρετανία. Επιπλέον συνεργάζεται με ένα Βασιλιά που αν και γιος του γερμανόφιλου Κωνσταντίνου είναι πιστός σύμμαχος των Άγγλων. Ο Μεταξάς προσπαθεί να κρατήσει διπλωματικές ισορροπίες αλλά θα αποτύχει γιατί είναι αδύνατο η Ελλάδα να παραμείνει ουδέτερη. Το βράδυ του «Όχι» ο Μεταξάς δεν είχε ούτε τον χρόνο (οι Ιταλοί είχαν ήδη εισβάλει στην Ήπειρο) ούτε την πρόθεση να συζητήσει το ιταλικό τελεσίγραφο.

Αυτή η ρεαλιστική απόφασή του θα τον κάνει ξαφνικά τρομακτικά δημοφιλή. Βέβαια ο Μεταξάς ήταν (δυστυχώς) ήδη αρκετά δημοφιλής σε ορισμένα κοινωνικά στρώματα που αδιαφορούσαν για δημοκρατία και δικαιώματα. Η αντίσταση κατά της δικτατορίας του ήταν ασήμαντη (σημαντικότερη όμως από εκείνη ενάντια στην χούντα της 21ης Απριλίου). Όμως η ανοχή και η αδιαφορία μετατράπηκαν σε λατρεία στις 28 Οκτωβρίου του 1936. Μπορεί κανείς να καταλάβει γιατί, ειδικά αν σκεφτεί ότι ακόμα και σήμερα υπάρχουν πολλοί που ταυτίζουν την 28η Οκτωβρίου με τον δικτάτορα που κυβερνούσε εκείνη την ημέρα.

Ο ίδιος ο Μεταξάς ένιωθε μόνιμα μια μεγάλη ανασφάλεια για τη δημοτικότητά του. Στην πολύ ενδιαφέρουσα μονογραφία της Μαρίνας Πετράκη «Ο Μύθος του Μεταξά: Δικτατορία και Προπαγάνδα στην Ελλάδα» (Ωκεανίδα 2006) τεκμηριώνεται με μεγάλη λεπτομέρεια η δημιουργία ενός μηχανισμού που είχε στόχο τη συστηματική κατασκευή μια μεσσιανικής προσωπικότητας, ενός Έλληνα Λεβιάθαν. [Αν σας ενδιαφέρει η προπαγάνδα πριν και στη διάρκεια του πολέμου μην χάσετε την άλλη μονογραφία της Πετράκη, «Βρετανική Πολιτική και Προπαγάνδα στον Ελληνοϊταλικό Πόλεμο» ενώ αυτές τις ημέρες κυκλοφορεί το τρίτο πολυαναμενόμενο έργο της «1940 – Ο Άγνωστος Πόλεμος: Η Ελληνική Πολεμική Προσπάθεια στα Μετόπισθεν»].


Όμως η 28η Οκτωβρίου τον ξεπλένει. Δείτε στις εικόνες που ανάρτησα το σκίτσο του «Ριζοσπάστη» λίγο πριν την κήρυξη της δικτατορίας. Ο Μεταξάς παρουσιάζεται σαν ένας ναζί παρανοϊκός μιλιταριστής έτοιμος να σκοτώσει εργάτες (το έκανε κι αυτό στα θλιβερά γεγονότα της Θεσσαλονίκης). Πόσο παράδοξο λοιπόν είναι αμέσως μετά το θάνατό του να γράψει γι’ αυτόν ένα ποίημα ο μεγάλος ηθοποιός του Θεάτρου αλλά και κομμουνιστής Αιμίλιος Βεάκης;

«Θρήνοι και κλάψες όχι, στη θανή σου, Νίκης πολεμικά μονάχα θούρια!
Μέσα μας παιάνες θ' αντηχά η φωνή σου, φτερούγισμα καινούριο, ορμή καινούρια.
Ο θάνατός σου εσφράγισε τη Νίκη με φωτεινή ακατάλυτη σφραγίδα.
Μεσημεριού λαμπράδα η αμφιλύκη! Κ’ είν' έργο πια το που ήταν πριν ελπίδα.
Στη σκοτεινιά δεν έσβυσε το φως σου. Όραμα φωτεινό μπροστά του απλώθη:
Θρίαμβος των όπλων - νίκη! - ο στοχασμός σου, φυλής αναστημένης αιώνιος πόθος.
Ακόμα και στις ύστερες στιγμές σου, στην ύστατη που σε φωτούσε αχτίδα,
Δεν νοιάστηκες για σένα. Οι Ελληνές σου στερνή σου ανάσα και στερνή σου ελπίδα.
Έργο σου νικηφόρο να κορώσεις την εθνική ψυχή, πυρή λαμπάδα,
και στις μελλούμενες γενιές να δώσεις ασύγκριτη μια δοξασμένη Ελλάδα.
Θρήνοι και κλάψες για το θάνατό σου δε στέκουν, όχι, εσέ δε σου ταιριάζουν.
Θούρια μονάχα ο νικητής στρατός σου και του λαού τα πλήθη ας αλαλάζουν.»


Το πιο εντυπωσιακό όμως είναι αυτό το απόσπασμα από το Το Τρίτο Στεφάνι (1962) του Κώστα Ταχτσή, ένα από τα σημαντικότερα μυθιστορήματα της νεοελληνικής γραμματείας (και ένα από τα πολύ αγαπημένα μου).


«Πάνω σ’ αυτή την κρίσιμη περίσταση πέθανε κι ο Μεταξάς. Μερικοί λέγανε από πυώδη αμυγδαλίτιδα, άλλοι από ουρία. Ο Αντώνης ήταν απαρηγόρητος. Την ημέρα της κηδείας μάς πήρε και πήγαμε στο Φουριώτη – το ραφείο ήταν στην οδό Μητροπόλεως – και την παρακολουθήσαμε απ’ το μπαλκόνι. Γυρίζοντας στο σπίτι ήμασταν κι οι δύο κατηφείς και σιωπηλοί, εκτός από την κόρη μου. Σα να μου πήγαινε επίτηδες κόντρα, την είχε πιάσει μια ακατάσχετη λογοδιάρροια. ‘Σκάσε, αναίσθητο πλάσμα!’ της έλεγα. Μου φαινόταν σαν να γύριζα απ’ την κηδεία, όχι του Μεταξά, μα της Ελλάδας.»

Μπορείτε να δείτε σκηνές από την κηδεία του Μεταξά εδώ
Πώς να κλείσει κανείς αυτό το post;
Ο Μεταξάς έγραφε επιμελώς κάθε ημέρα ημερολόγιο.
Είμαστε πολύ τυχεροί γιατί αυτό το ημερολόγιο δεν χάθηκε.
Λίγες ημέρες πριν το θάνατό του (5 Ιανουαρίου 1941) ο Μεταξάς έκανε τον απολογισμό του.
Θυμόταν βέβαια την αρχή του Εθνικού Διχασμού το 1915.
Θα σημειώσει εκείνη την ημέρα στο ημερολόγιο:
«Θα μας συγχωρέσει ο Θεός το 1915;
Φταίξαμε όλοι.
Κι ο Βενιζέλος ακόμα.

Τώρα αισθάνομαι πόσο έφταιξα …» ...”