ΔΝΤ: Κενά στο ευρωπαϊκό σύστημα δημοσιονομικής διακυβέρνησης

“Παρά τις πρόσφατες βελτιώσεις, το ευρωπαϊκό σύστημα δημοσιονομικής διακυβέρνησης συνεχίζει να αντιμετωπίζει μια σειρά από προκλήσεις. Τα εναπομείναντα κενά είναι πιο εμφανή στη σύνθετη δόμηση των δημοσιονομικών κανόνων και των φτωχών μηχανισμών επιβολής. Καθώς το δημόσιο χρέος πλησιάζει σε μη ασφαλή εδάφη για αρκετά κράτη μέλη, το δημοσιονομικό πλαίσιο έχει να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην επαναφορά των δημόσιων οικονομικών σε μια υγιή βάση.

Η δημοσιονομική διακυβέρνηση θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα ισχυρή εκ των προτέρων, μιας και η πρόληψη της εμφάνισης δημοσιονομικών ανισορροπιών είναι πιο αποτελεσματική και μερικές φορές πιο εύκολη από ότι η επανόρθωσή τους εκ των υστέρων. Σε αυτό το πλαίσιο, το προληπτικό σκέλος του Συμφώνου θα πρέπει να γίνει πιο αποτελεσματικό στην επιβολή και στην εφαρμογή των δημοσιονομικών στόχων και να περιορίζει τη δυνατότητα των κρατών μελών να ξοδεύουν τα έσοδα των καλών περιόδων-μια πρόκληση, δεδομένου των άνισων επιδόσεων των κρατών-μελών στην διατήρηση υγιών διαρθρωτικά στάσεων για μεγάλες χρονικές περιόδους.


Οι μεταρρυθμίσεις πρέπει να ακολουθούν την κατάλληλη αλληλουχία μέτρων, λαμβάνοντας παράλληλα υπόψη τις μεταξύ προτεραιότητας και πρακτικότητας. Οι πιο σημαντικές μεταρρυθμίσεις -αυτές που παρεμποδίζονται απο την πολυπλοκότητα του πλαισίου και των προβλέψεών του- είναι ίσως το πιο δύσκολο να εφαρμοστεί (εν μέρει λόγω των νομικών περιορισμών) και συνιστούν μεσοπρόθεσμους στόχους. Η απλούστευση του πλαισίου μπορεί να απαιτήσει την επανεξέταση συνολικά της δομής του, με την ενοποίηση του προληπτικού και του διορθωτικού σκέλους και την εξάλειψη ορισμένων περιττών ή κακοσχεδιασμένων κανόνων. Η ενίσχυση των μηχανισμών επιβολής είναι επίσης περίπλοκη, καθώς οι αποτυχίες συμμόρφωσης έχουν εν μέρει τις ρίζες τους στην ιδιαίτερη δομή διακυβέρνησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Πηγαίνοντας πέρα από το δημοσιονομικό πλαίσιο, η βελτίωση της οικονομικής διακυβέρνησης μπορεί να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στη μείωση των μελλοντικών ανισορροπιών. Η κρίση έδειξε ότι δεν υπάρχει σαφής διαχωρισμός μεταξύ ισολογισμών του ιδιωτικού και δημόσιου τομέα (Moghadam, 2014). Ιδιωτικά ελλείματα μπορεί τελικά να καταλήξουν ως υποχρεώσεις του δημόσιου τομέα, είτε μέσω της άμεσης διάσωσης του τραπεζικού συστήματος (π.χ. Ιρλανδία) ή της απώλειας εσόδων και της αύξησης των δαπανών που επιβάλλεται από την βαθιά και παρατεταμένη πτώση της παραγωγής (π.χ. Ισπανία). Αντίστροφα, οι δημόσιες ανισορροπίες μπορεί να επιδεινώσουν ιδιωτικές ανισορροπίες. Για παράδειγμα, ένας αδύναμος δημόσιος τομέας μπορεί να αυξήσει τις πιέσεις στον ιδιωτικό τομέα, αν οι τράπεζες έχουν μεγάλα ανοίγματα σε εγχώριο δημόσιο χρέος ή εάν η ικανότητα της κυβέρνησης να εξασφαλίσει όλες τις οικονομικές της υποχρεώσεις είναι μειωμένη (Goyal και άλλοι, 2013). Ως εκ τούτου, η βελτίωση της δημοσιονομικής και της οικονομικής διακυβέρνησης θα πρέπει να επιδιώκει ταυτόχρονα την ελαχιστοποίηση της εμφάνισης εσωτερικών ανισορροπιών (τόσο του ιδιωτικού όσο και του δημόσιου), καθώς και την αποφυγή δημιουργίας αναστάτωσης στην οικονομία. Μερικές πρόσφατες μεταρρυθμίσεις αποτελούν θετικά βήματα προς αυτή την κατεύθυνση. Η Διαδικασία Μακροοικονομικής Ανισορροπίας καταλήγει πέρα από τις δημοσιονομικές μετρήσεις στο να εξετάσουμε το ιδιωτικό χρέος, τους εξωτερικούς τρεχούμενους λογαριασμούς και τις καθαρές διεθνείς επενδυτικές θέσεις. Η τραπεζική ένωση, ιδιαίτερα το καθεστώς bail-in, ευθυγραμμίζει καλύτερα τα κίνητρα στον χρηματοπιστωτικό τομέα και θα πρέπει να μειώσει την έκθεση των φορολογουμένων σε απώλειες του τραπεζικού τομέα.”


Θες ταξίδι; ThessTickets